Διευκρινίσεις για εισοδήματα που εξαιρούνται από την επιβολή της έκτακτης εφάπαξ εισφοράς δίνει με ανακοίνωσή του το υπουργείο Οικονομικών.
Συγκεκριμένα, πρόκειται για εισοδήματα που εμπίπτουν σε απαλλακτικές διατάξεις διεθνών συμβάσεων που έχει υπογράψει η Ελλάδα. Όπως αναφέρεται στη σχετική ανακοίνωση, όσοι έχουν εισοδήματα που τελικά εξαιρούνται της επιβολής της εισφοράς, θα πρέπει να υποβάλουν αίτηση προς τον προϊστάμενο της αρμόδιας, για την φορολογία του εισοδήματός του, εφορίας για τον επαναϋπολογισμό της έκτακτης εφάπαξ εισφοράς.
Ο υπουργός Οικονομικών, κ. Γιώργος Παπακωνσταντίνου.
Αναλυτικά η ανακοίνωση του υπουργείου:
Σχετικά με το πιο πάνω θέμα σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:
1. Με το άρθρο 18 του ν3758/2009(ΦΕΚ Α΄68) επιβλήθηκε έκτακτη εφάπαξ εισφορά στο εισόδημα των φυσικών προσώπων οικονομικού έτους 2008, που υπερέβαινε τις 60.000 ευρώ και ανεξάρτητα αν φορολογείτο με οποιοδήποτε τρόπο ή απαλλασσόταν της φορολογίας. Περαιτέρω, με βάση την περίπτωση γ΄ της παραγράφου 1 του πιο πάνω άρθρου και νόμου, για την υποβολή της υπόψη εισφοράς δεν λαμβάνονται υπόψη τα εισοδήματα της παραγράφου 1 του άρθρου 14 και της περίπτωσης γ΄της παραγράφου 4 του άρθρου 45 του ν.2238/1994
2. Όπως διευκρινίστηκε με την 1057317/1096/Α0012/ΠΟΛ.1075/11.6.2009 εγκύκλιο, η έκτακτη εισφορά επιβάλλεται μόνο στα φυσικά πρόσωπα που είναι υποκείμενα σε φόρο εισοδήματος στην Ελλάδα κατά τα οριζόμενα στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 2 του ΚΦΕ. Δηλαδή, σε βάρος αυτών που αποκτούν εισόδημα στην Ελλάδα, ανεξάρτητα από τον τόπο κατοικίας ή διαμονής τους και σε κάθε φυσικό πρόσωπο, ανεξάρτητα από την ιθαγένειά του, που υπόκειται σε φόρο για τα εισοδήματα που προκύπτουν στην αλλοδαπή, εφόσον έχει την κατοικία του στην Ελλάδα, καθώς και στους έμμισθους δημόσιους υπαλλήλους που υπηρετούν στην αλλοδαπή.
3. Κατά την εφαρμογή των πιο πάνω διατάξεων διαπιστώθηκε ότι κάτοικοι Ελλάδος αποκτούν εισοδήματα από διάφορους οργανισμούς της αλλοδαπής, λόγω της εργασίας, των υπηρεσιών, κλπ. που παρέχουν σε αυτούς στην αλλοδαπή και κατά ρητή πρόβλεψη των σχετικών διατάξεων, που έχουν αυξημένη τυπική ισχύ, τα υπόψη εισοδήματα δεν επιβαρύνονται με εθνικούς φόρους.
4. Το Κολλέγιο Επιτρόπων της Ε.Ε., μας γνώρισε ότι, η επιβολή της εισφοράς αντιβαίνει στο Πρωτόκολλο 36 περί προνομίων και ασυλιών καθώς και στον Κανονισμό του Συμβουλίου αριθ. 549/1969, καθόσον επιβάλλεται στις αποδοχές που καταβάλλει η Κοινότητα στους υπαλλήλους της, οι οποίοι έχουν δυνάμει του άρθρου 14 του Πρωτοκόλλου, την φορολογική κατοικία τους στην Ελλάδα, καθώς και στους δικαιούχους κοινοτικών συντάξεων και αποζημιώσεων που έχουν την φορολογική κατοικία τους στην Ελλάδα. Η επιβολή αυτή αντιβαίνει ευθέως στις υποχρεώσεις που επιβάλλονται με το Πρωτόκολλο, για τον λόγο ότι, εφαρμόζεται επί εισοδήματος το οποίο, με βάση ρητή πρόβλεψη του πρωτοκόλλου, πρέπει να απαλλάσσεται από εθνικούς φόρους. Το συμπέρασμα αυτό στηρίζεται και σε πάγια νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, όπως η υπόθεση Hummblet (εναγόμενος το Βελγικό Δημόσιο) της 16ης Δεκεμβρίου του 1960(6/60)
5. Μετά από όλα όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω προκύπτει, ότι τα εισοδήματα που αναφέρονται πιο κάτω δεν προσμετρώνται για την επιβολή της εισφοράς:
α) μισθοί, ημερομίσθια και λοιπές αποδοχές που καταβάλλουν οι Κοινότητες στους υπαλλήλους και το λοιπό προσωπικό τους επί των οποίων επιβάλλεται φόρος υπέρ των Κοινοτήτων και δεν επιβαρύνονται με εθνικούς φόρους, σύμφωνα με τις διατάξεις του δευτέρου εδαφίου του άρθρου 13 του πρωτοκόλλου περί Προνομίων και Ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 8ης Απριλίου 1965(όπως ισχύει σήμερα).
β) συντάξεις αναπηρίας, αρχαιότητας ή ζώντων, οι οποίες καταβάλλονται από τις Κοινότητες, αποζημιώσεις που προβλέπονται σε περίπτωση οριστικής λήξεως των καθηκόντων σύμφωνα με το άρθρο 5 του Κανονισμού(ΕΟΚ, ΕΥΡΑΤΟΜ, ΕΚΑΧ) αριθμός 259/68 άρθρο 2 αυτού, για τις οποίες έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του δευτέρου εδαφίου του άρθρου 13 του πρωτοκόλλου περί Προνομίων και Ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
γ) αποδοχές που καταβάλλονται στα πρόσωπα που υπηρετούν στα Δικαστήρια των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, στην Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Φαρμάκων, για τις οποίες έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του δευτέρου εδαφίου του άρθρου 13 του πρωτοκόλλου περί Προνομίων και Ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
δ) αποδοχές και λοιπές απολαβές που καταβάλλει στα μέλη και το προσωπικό της η EUROPOL (όχι συντάξεις και ετήσιες πρόσοδοι που καταβάλλονται σε πρώην μέλη του προσωπικού της Ευροπόλ) οι οποίες υπόκεινται σε φόρο υπέρ της EUROPOL και απαλλάσσονται από τον φόρο της εθνικής νομοθεσίας, με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 8 του ν.2630/1998, με τον οποίο κυρώθηκαν τα Πρωτόκολλα του άρθρου Κ.3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και του άρθρου 41 παρ.3 της Σύμβασης για την ίδρυση Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας(Σύμβαση EUROPOL).
ε) μισθοί, ημερομίσθια και λοιπές αποδοχές(όχι οι συντάξεις) που καταβάλλονται από το Ευρωπαϊκό Γραφείο Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας, οι οποίες, με βάσει τις διατάξεις του άρθρου 16 του νόμου 1607/1986(ΦΕΚ 85 Α΄), με τον οποίο κυρώθηκε η σύμβαση για την χορήγηση ευρωπαϊκών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας(μαζί με τον εκτελεστικό κανονισμό και τα τέσσερα πρωτόκολλα) που υπογράφηκε στο Μόναχο στις 5.10.1973, απαλλάσσονται του εθνικού φόρου, καθόσον απολαύουν των διατάξεων του δευτέρου εδαφίου του άρθρου 13 του πρωτοκόλλου περί Προνομίων και Ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
στ) αποδοχές γενικά που καταβάλλονται από τις Κοινότητες στα μέλη των οργάνων της το προσωπικό της και στα πρόσωπα που υπάγονται στον πιο πάνω Κανονισμό για τις οποίες έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του δευτέρου εδαφίου του άρθρου 13 του πρωτοκόλλου περί Προνομίων και Ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με βάσει τις οποίες απαλλάσσονται από τον φόρο της εθνικής νομοθεσίας.
ζ)αποδοχές και απολαυές που καταβάλλει ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών(ΟΗΕ) στους υπαλλήλους του, που υπηρετούν στο εξωτερικό, για τις οποίες έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του πέμπτου άρθρου τμήμα 18(β) της Σύμβασης για τα προνόμια και Ασυλίες των Ηνωμένων Εθνών της 13-2-1946, που κυρώθηκε με τον ν.412/24.09.1947 ΦΕΚ Α΄205, με βάση τις οποίες απαλλάσσονται από τον φόρο της εθνικής νομοθεσίας.
6. Ενόψει των ανωτέρω και δεδομένου ότι σε πολλά πρόσωπα που έχουν εισοδήματα τα οποία εμπίπτουν στις προηγούμενες παραγράφους έχει κοινοποιηθεί εκκαθαριστικό σημείωμα επιβολής εισφοράς, θα πρέπει να υποβάλουν αίτηση προς τον προϊστάμενο της αρμόδιας, για την φορολογία του εισοδήματός του, Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας για τον επαναϋπολογισμό της έκτακτης εφάπαξ εισφοράς. Στην περίπτωση αυτή, η Δ.Ο.Υ. θα προβαίνει στην διαγραφή του αρχικά βεβαιωθέντος ποσού και στην συνέχεια θα εκδίδει νέο εκκαθαριστικό σημείωμα υπολογισμού της. Σε περίπτωση που έχει ασκηθεί προσφυγή ο φορολογούμενος με την αίτησή του θα αναφέρει ότι παραιτείται της εκδίκασης της υπόθεσης και μετά την αποδοχή του νέου εκκαθαριστικού σημειώματος η Δ.Ο.Υ θα ενημερώνει το Δικαστήριο ότι εξέλιπαν οι λόγοι της προσφυγής του ώστε να επέλθει κατάργηση της εκκρεμούς δίκης.