Διευρύνονται οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων

Κυριακή, 25 Ιανουαρίου 2009 07:00

Eπιδεινώνονται οι συνθήκες έκδοσης των ελληνικών ομολόγων, καθώς διευρύνονται σημαντικά οι αποδόσεις τόσο έναντι των γερμανικών ομολόγων όσο και ως απόλυτα μεγέθη.

Στη διαπραγμάτευση στη δευτερογενή αγορά την Παρασκευή, η απόδοση του δεκαετούς ομολόγου ξεπέρασε το 6%, δημιουργώντας ένα αρνητικό ρεκόρ δεκαετίας, ενώ η διαφορά σε σύγκριση με το γερμανικό ομόλογο ξεπέρασε τις τρεις εκατοστιαίες μονάδες.

Αξιοσημείωτο είναι επίσης ότι, μετά το ελληνικό ομόλογο, το δεύτερο με τη χειρότερη επίδοση είναι το ιταλικό δεκαετές, με spread έναντι του γερμανικού 170 μονάδων βάσης, και το πορτογαλικό με 150 μονάδες βάσης. Σημειώνεται ότι, πέρυσι τον Ιανουάριο, το spread ήταν στις 40 μονάδες βάσης.

Οι εξελίξεις αυτές προκαλούν έντονη ανησυχία το υπουργείο Οικονομικών, αφού σχεδιάζει να εκδώσει νέα ομόλογα τριετούς και δεκαετούς διάρκειας έως το τέλος Μαρτίου, με ορατό τον κίνδυνο να εκδοθούν με αρκετά υψηλά επιτόκια, όπως συνέβη με τα πενταετή ομόλογα.

Οι δύο εκδόσεις θα είναι συνολικά 10 δισ. ευρώ, ώστε με τα 8,7 δισ. ευρώ, που έχει αντλήσει έως τώρα το Δημόσιο, να καλυφθούν οι τρέχουσες δανειακές ανάγκες και η αναχρηματοδότηση παλαιών δανείων, που λήγουν εντός του πρώτου τριμήνου.

Οι λόγοι, που οδηγούν στο άνοιγμα της ψαλίδας των ελληνικών spreads, είναι η μειωμένη εμπιστοσύνη των ξένων στην ελληνική οικονομία λόγω:

- Των υψηλών ελλειμμάτων και του δημόσιου χρέους, αλλά και της επιβράδυνσης της ανάπτυξης, που θα στερήσει τον προϋπολογισμό από νέα έσοδα.

- Της υποβάθμισης της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας από τους διεθνείς χρηματοοικονομικούς οίκους, που, όσο και αν έχασαν σε αξιοπιστία, καθότι δεν προέβλεψαν την παγκόσμια κρίση, εντούτοις επηρεάζουν τις αγορές.

Καθώς η άντληση των κεφαλαίων είναι αδήριτη ανάγκη για τον κρατικό προϋπολογισμό, λόγω ελλειμμάτων, το υπουργείο Οικονομικών δεν μπορεί παρά να αποδεχθεί τα υψηλά επιτόκια, αυξάνοντας σημαντικά το κόστος αποπληρωμής των συγκεκριμένων δανείων, σε βάθος χρόνου που εξαρτάται από τη διάρκεια των δανείων.

Για κάθε 10 δισ. ευρώ νέων δανείων, η αύξηση του επιτοκίου κατά μία εκατοστιαία μονάδα κοστίζει ετησίως 100 εκατ. ευρώ σε τόκους στον προϋπολογισμό.

Στο πλαίσιο αυτό, το ιδανικό θα ήταν η έκδοση βραχυπρόθεσμων τίτλων, με στόχο να περιοριστεί σε λίγα έτη η επιβάρυνση από τα υψηλά επιτόκια, αλλά απαιτείται και η έκδοση μακροπρόθεσμων ομολόγων (δεκαετών), ώστε να αποκτούν μεγάλη ρευστότητα οι συγκεκριμένοι τίτλοι στη δευτερογενή αγορά και να είναι περισσότερο εμπορεύσιμα.

Επισημαίνει ότι οι δανειακές ανάγκες του Ελληνικού Δημοσίου για φέτος εκτιμώνται από τον ΟΔΔΗΧ σε 42 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 10 δισ. ευρώ θα αντληθούν με εκδόσεις εντόκων γραμματίων και το υπόλοιπο ποσό των 32 δισ. ευρώ θα αντληθεί με εκδόσεις ομολόγων, είτε με δημοπρασία είτε με κοινοπρακτικές εκδόσεις.

Σε ό,τι αφορά τις δανειακές ανάγκες του Δημοσίου, το ύψος τους με τις συνήθεις υπερβάσεις των ελλειμμάτων, αλλά και τις εκδόσεις ομολόγων για τη χρηματοδότηση των ασφαλιστικών ταμείων θα κυμανθεί στα 45 δισ. ευρώ. Το ποσό θα προσαυξηθεί και θα διαμορφωθεί σε επίπεδα άνω των 50 δισ. ευρώ, με τα ομόλογα που θα εκδοθούν για τη στήριξη της ρευστότητας των τραπεζών.



Προτεινόμενα για εσάς





Σχολιασμένα