Εκδήλωση με θέμα: «Αντιμετωπίζοντας την Οικονομική Κρίση στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ελλάδα» διοργάνωσαν σήμερα το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) και το Ελληνικό Ίδρυμα Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ).
Στην εκδήλωση υπογραμμίστηκε η ανάγκη υλοποίησης ενός τολμηρού προγράμματος μεταρρυθμίσεων όχι μόνο ως αντίδοτο για την αντιμετώπιση της κρίσης αλλά για τον ουσιαστικό εκσυγχρονισμό της ελληνικής οικονομίας και την επαναφορά της στο διεθνές οικονομικό προσκήνιο.
Για την εφετινή χρονιά οι προβλέψεις για το ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας κυμαίνονται μεταξύ 0% και 1.5%, ρυθμός ο οποίος παραμένει σημαντικά υψηλότερος της Ευρωζώνης (-2%). Ωστόσο είναι 3 εκατοστιαίες μονάδες χαμηλότερος σε σχέση με αυτόν του 2008, και 4 εκατοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2007, επιβράδυνση που θα οδηγήσει σε αύξηση της ανεργίας. Στο περιβάλλον αυτό η οικονομική πολιτική πρέπει να αναλάβει δράσεις αφενός για την άμβλυνση των επιπτώσεων της διεθνούς κρίσης και αφετέρου για την εξάλειψη των εστιών αβεβαιότητας μακροπροθέσμως. Οι μεταρρυθμίσεις πρέπει να αποβλέπουν στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και της παραγωγικής βάσης στο πλαίσιο όμως της απαραίτητης δημοσιονομικής προσαρμογής.
Μιλώντας στην εκδήλωση ο κ. Δημήτρης Δασκαλόπουλος, Πρόεδρος του ΣΕΒ, σύνδεσμος επιχειρήσεων και βιομηχανιών, υπογράμμισε: «Η παγκόσμια κρίση έφερε με ένταση στην επιφάνεια τις χρόνιες παθογένειες της ελληνικής οικονομίας. Προσφέρεται, λοιπόν, ως έναυσμα για να προχωρήσουμε τολμηρά και αποφασιστικά στις μεταρρυθμίσεις που χρόνια τώρα αποφεύγουμε να υλοποιήσουμε. Ο ΣΕΒ έχει προτείνει σειρά μέτρων με αναφορά σε τέσσερις άξονες (την ενίσχυση των οικονομικά ασθενέστερων, την επανεκκίνηση της οικονομίας, τις μεσοπρόθεσμες και τις διαρθρωτικές αλλαγές) που κατά τεκμήριο θα έχουν την ευρωπαϊκή στήριξη και θα αποτελέσουν τη βάση για την έξοδο από την κρίση καθώς και για την επαναφορά μας στο προσκήνιο της διεθνούς οικονομίας».
Η κα Μιράντα Ξαφά, Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στην παρουσίασή της υπογράμμισε ότι η αποκατάσταση του χρηματοπιστωτικού συστήματος έχει τρία στοιχεία: την παροχή ρευστότητας και άλλων μέτρων για την διατήρηση και λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών, την κεφαλαιακή ενίσχυση των τραπεζών και την απαλλαγή των τραπεζών από τα προβληματικά και επικίνδυνα στοιχεία ενεργητικού. Η κα Ξαφά σημείωσε ότι για να είναι αποτελεσματική η προσπάθεια θα πρέπει οι οικονομικές πολιτικές των επιμέρους κρατών να είναι συντονισμένες και να αποβλέπουν στη συνολική αντιμετώπιση του προβλήματος. Σε ότι αφορά τα μέτρα μακροοικονομικής πολιτικής θα πρέπει να στοχεύουν στην ενίσχυση της ιδιωτικής κατανάλωσης, την αύξηση των δημοσίων επενδύσεων σε έργα υποδομής ενώ απαραίτητη είναι η χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής για την μείωση των επιτοκίων.
Ο κ. Γιάννης Στουρνάρας, Επιστημονικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ, στην ομιλία του σημείωσε: «Η Ελλάδα υφίσταται τις συνέπειες της κρίσης ωστόσο η συμμετοχή της στην Ευρωζώνη αποδεικνύεται ευεργετική. Χώρες εκτός Ευρωζώνης έχουν υποστεί τις αρνητικές συνέπειες της κρίσης με έναν ιδιαίτερα έντονο τρόπο όπως, π.χ. μεγάλες υποτιμήσεις και σημαντική μείωση των ρυθμών οικονομικής ανάπτυξης. Η συμμετοχή όμως της Ελλάδας στην Ευρωζώνη δεν ήταν αρκετή για να προστατεύσει την ελληνική οικονομία από τη μεγάλη διεύρυνση των επιτοκιακών περιθωρίων δανεισμού του δημοσίου και των τραπεζών. Αυτό συνέβη, πρώτον, διότι η διεθνής κρίση συνέβαλε στην εστίαση των διεθνών αγορών χρήματος και κεφαλαίου στις στρεβλώσεις της ελληνικής οικονομίας, και δεύτερον, διότι στην παράγωγο αγορά ασφαλιστηρίων συμβολαίων χρέους (CDS), δεν ασφαλίζονται μόνο κάτοχοι ομολόγων έναντι ενδεχόμενου κινδύνου χρεοκοπίας χωρών ή επιχειρήσεων, αλλά δραστηριοποιούνται και κερδοσκόποι που στοιχηματίζουν ότι θα διαλυθεί η Ευρωζώνη». «Είναι σκόπιμο να αντιμετωπίσουμε την πρόσφατη κρίση», συνέχισε ο κ. Στουρνάρας, «ως ευκαιρία ανάλυσης των αδυναμιών του τρέχοντος αναπτυξιακού προτύπου και διατύπωσης ενός νέου, στην ουσία ενός μακροπρόθεσμου προγράμματος δημοσιονομικής, διαρθρωτικής και θεσμικής προσαρμογής. Στα μέσα της δεκαετίας του ’90 ετέθησαν φιλόδοξοι οικονομικοί και κοινωνικοί στόχοι κάτω από πολύ χειρότερες οικονομικές συνθήκες. Το Πρόγραμμα Σύγκλισης του 1994 περιείχε στόχους και μέσα πολιτικής σε επταετή ορίζοντα. Οι οικονομικοί στόχοι επιδιώχτηκε να επιτευχθούν με προσήλωση και επιμονή. Το αποτέλεσμα ήταν να επιτύχει η Ελλάδα τη συμμετοχή της στην Ευρωζώνη, παρά την αρχική, έντονη δυσπιστία των αγορών κυρίως διότι το πολιτικό σύστημα της χώρας συνέλαβε τα μηνύματα των καιρών και συμπεριφέρθηκε ανάλογα. Ακριβώς ίδια είναι η πρόκληση και σήμερα».
Στην εκδήλωση μίλησε ακόμα ο καθηγητής Jean Pisani – Ferry, Διευθυντής του think – tank Bruegel ενώ τη συζήτηση που ακολούθησε συντόνισε ο καθηγητής κ. Λουκάς Τσούκαλης, Πρόεδρος του ΕΛΙΑΜΕΠ.