Πολ Κρούγκμαν: Το τίμημα της μακαριότητας

Τρίτη, 17 Φεβρουαρίου 2009 13:05

Η θλιβερή ιστορία των επενδυτών που έπεσαν θύματα του Μάντοφ -αλλά και της αυταπάτης τους- είναι η ιστορία ολόκληρης της Αμερικής την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα, υποστηρίζει ο φημισμένος οικονομολόγος Πολ Κρούγκμαν.

Σύμφωνα με την πρόσφατη έρευνα της Federal Reserve σχετικά με την οικονομική κατάσταση των καταναλωτών (Survey of Consumer Finances), τα αμερικανικά νοικοκυριά δεν έχουν δημιουργήσει νέο πλούτο μετά την αλλαγή της χιλιετίας: Ο σημερινός καθαρός πλούτος του μέσου αμερικάνικου νοικοκυριού, μετά την προσαρμογή στον πληθωρισμό, είναι χαμηλότερος σε σύγκριση με το 2001.

Η διαπίστωση αυτή κανονικά δεν θα έπρεπε να μας εκπλήσσει, υποστηρίζει ο νομπελίστας οικονομολόγος. Για περισσότερο από μία δεκαετία η Αμερική είναι μια χώρα δανειστών και καταναλωτών, όχι αποταμιευτών. Οι προσωπικές αποταμιεύσεις στις ΗΠΑ έχουν μειωθεί από 9% που ήταν τη δεκαετία του 1980 και 5% τη δεκαετία του 1990, στο 0,6% το διάστημα 2005-2007, ενώ το χρέος των νοικοκυριών μεγαλώνει με πολύ μεγαλύτερους ρυθμούς από το προσωπικό εισόδημα.

«Πώς μπορούμε, λοιπόν, να περιμένουμε ότι ο καθαρός μας πλούτος έχει αυξηθεί;» διερωτάται ο Κρούγκμαν. Και όμως, μέχρι πολύ πρόσφατα οι Αμερικανοί είχαν την εντύπωση ότι γίνονταν πλουσιότεροι, και αυτό γιατί λάμβαναν εκκαθαριστικά για την αξία των σπιτιών και των μετοχικών τους χαρτοφυλακίων που βεβαίωναν ότι η αξία της περιουσίας τους αυξανόταν με γρηγορότερους ρυθμούς απ’ ό,τι το χρέος τους, υποστηρίζει.

Όταν η κουρτίνα έπεσε, αποδείχθηκε ότι οι σκεπτικιστές είχαν απόλυτο δίκιο. Η αύξηση στην αξία των περιουσιακών στοιχείων δεν ήταν παρά μια αυταπάτη, ενώ η αύξηση του χρέους όπως ήταν πέρα για πέρα πραγματική.

Σύμφωνα με τον σπουδαίο οικονομολόγο Ίρβινγκ Φίσερ, όταν οι ιδιώτες και οι επιχειρήσεις συνειδητοποιήσουν ότι έχουν υπερχρεωθεί, αντιδρούν με αυτοάμυνα. Στρέφονται μαζικά προς την πώληση περιουσιακών στοιχείων για να εξοφλήσουν τα χρέη τους με αποτέλεσμα να οι τιμές των περιουσιακών στοιχείων να κατρακυλούν και ο καθαρός τους πλούτος να μειώνεται ακόμη περισσότερο. Η στροφή τους προς την αποταμίευση οδηγεί στην κατάρρευση της ζήτησης με αποτέλεσμα την επιδείνωση της οικονομικής ύφεσης.

Στην πράξη, οι προσπάθειες της αμερικανικής κυβέρνησης να θέσουν ένα τέλος στο καθοδικό αυτό σπιράλ δεν μοιάζουν αρκετές για την αντιμετώπιση της κατάστασης. Το σχέδιο δημοσιονομικών κινήτρων, παρότι είναι σίγουρο ότι θα βοηθήσει, πιθανότατα θα απαλύνει απλώς τις επιπτώσεις από τον αποπληθωρισμό του χρέους. Το πολυαναμενόμενο σχέδιο διάσωσης των τραπεζών, από την άλλη, προκάλεσε μάλλον σύγχυση παρά μετρίασε τις ανησυχίες. Ούτως ή άλλως, ακόμη και αν γίνει ό,τι είναι απαραίτητο για τη διάσωση του τραπεζικού κλάδου, θα έχει λυθεί ένα μόνο μέρος του προβλήματος.

Αυτό που μπορεί πραγματικά να απεγκλωβίσει την οικονομία από την παγίδα του χρέους είναι το μεγάλο πρόγραμμα δημόσιων έργων –ή αλλιώς Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος- που σήμανε τη λήξη της Μεγάλης Ύφεσης. Ο πόλεμος δεν οδήγησε μόνο στην πλήρη απορρόφηση του εργατικού δυναμικού αλλά και στον καλπασμό των εισοδημάτων και του πραγματικού πληθωρισμού –όλα αυτά με μηδενικό δανεισμό από τον ιδιωτικό τομέα.

Επειδή, όμως, κάτι τέτοιο δεν είναι του παρόντος, ούτε πρόκειται να γίνει σύντομα, τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις θα πρέπει να ανασκουμπωθούν για να ξεφορτωθούν το χρέος που δημιούργησαν με τόση άνεση. Απ’ ό,τι φαίνεται, το τίμημα για τη δεκαετία της μακαριότητας είναι μια μακρά και οδυνηρή ύφεση, καταλήγει ο Πολ Κρούγκμαν.

Πηγή: International Herald Tribune



Προτεινόμενα για εσάς





Σχολιασμένα