Γερμανία: Εκκληση για κοινά ευρωπαϊκά βήματα

Παρασκευή, 20 Φεβρουαρίου 2009 14:29
UPD:20:25

«Ειδικά μια οικονομία όπως η γερμανική προφανώς βασίζεται στην οικονομία των γειτονικών σε αυτή χωρών και στο να μην πλήττονται σε μεγάλο βαθμό οι αγορές των γειτονικών χωρών», τόνισε ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάγερ.

Έκκληση για «κοινά βήματα», σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, με σκοπό την παροχή αρωγής σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες που αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσκολίες, απηύθυνε σήμερα η γερμανική κυβέρνηση.

«Δεδομένης της διεύρυνσης της απόκλισης στα επιτόκια κρατικού δανεισμού στις χώρες της Ευρωζώνης, επιβάλλονται κοινά βήματα της ΕΕ, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του Eurogroup, για να συζητηθούν με τις ενδιαφερόμενες χώρες, μέτρα για την αντιστροφή αυτής της εξέλιξης», αναφέρει σε ανακοίνωσή του το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών.

Η κυβέρνηση Μέρκελ δεν κατονόμασε τις χώρες, οι οποίες πιθανόν να χρειάζονται την αρωγή της ΕΕ, ενώ διέψευσε πληροφορίες της γερμανικής εβδομαδιαίας επιθεώρησης "Spiegel", σύμφωνα με τις οποίες το Βερολίνο έχει ήδη καταλήξει σε συγκεκριμένες προτάσεις.

Στο τεύχος που θα κυκλοφορήσει τη Δευτέρα, το "Spiegel" υποστηρίζει ότι στις χώρες που αντιμετωπίζουν ενδεχόμενο πτώχευσης ενδέχεται να προταθεί πρόσβαση σε κεφάλαια υπό μορφή δανείων από τα πιο ισχυρά κράτη. Εναλλακτικά, οι πλέον εύθραυστες χώρες ενδέχεται να αντλήσουν κεφάλαια μέσω ενός κοινού κρατικού δανείου από τις πλέον ρωμαλέες οικονομικά χώρες.

Παράλληλα, θα εξεταστεί σχέδιο οικονομικής αναγέννησης σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, το οποίο ενδέχεται να υλοποιηθεί μόνον από την ΕΕ ή σε συνεργασία με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

«Δεν έχουμε καμία αμφιβολία για τη συνοχή της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης», διαβεβαίωσε το υπουργείο.

Μετά από συνάντησή του με τον Σλοβένο ομόλογό του Σάμουελ Ζμπόγκαρ, ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάγερ υπαινίχθηκε ότι έχει ξεκινήσει διαδικασία εξέτασης τρόπου βοήθειας άλλων χωρών της ΕΕ από οικονομικά ισχυρές χώρες της Ένωσης.

«Ειδικά μια οικονομία όπως η γερμανική προφανώς βασίζεται στην οικονομία των γειτονικών σε αυτή χωρών και στο να μην πλήττονται σε μεγάλο βαθμό οι αγορές των γειτονικών χωρών. Γι' αυτό το λόγο ξεκινά τώρα διαδικασία να εξετάσουμε σε ποιον βαθμό μπορεί να υπάρξει βοήθεια των οικονομικά ισχυρών χωρών προς άλλες χώρες της ευρωζώνης. Πρόκειται για μια διαδικασία που μόλις έχει αρχίσει και σχετικά με την οποία δεν μπορεί προς το παρόν να ειπωθεί σε ποιον βαθμό μπορούν να ληφθούν μέτρα», τόνισε ο Σταϊνμάγερ.

Συν Συν Γερμανία και χείρα κίνει

«Η αναγκαιότητα της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης», είναι ο τίτλος χθεσινού πρωτοσέλιδου ρεπορτάζ της γερμανικής εφημερίδας Süddeutsche Zeitung με αφορμή την υπαναχώρηση του Γερμανού υπουργού Οικονομικών Στάινμπρουκ στις πιέσεις της ΕΕ για οικονομική βοήθεια προς τις ασθενέστερες και ισχυρά πληττόμενες από την κρίση χώρες.

«¶ργησαν, αλλά το κατάλαβαν: οι χώρες της ευρωζώνης εκφράζουν τώρα την επιθυμία τους για οικονομική βοήθεια σε περίπτωση ανάγκης προς εκείνες τις χώρες που πλήττονται σοβαρά από την κρίση, διότι έτσι στηρίζουν το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα, την ευρωζώνη.

Χώρες όπως η Ιρλανδία και η Ελλάδα πιθανόν να μην μπορούν σε λίγο να δανειστούν για να χρηματοδοτήσουν τις δαπάνες τους. Χωρίς βοήθεια ενδέχεται οι κυβερνήσεις των χωρών αυτών να αποχωρήσουν από την ευρωζώνη για να αντεπεξέλθουν στην κρίση. Διότι εκτός ευρωζώνης δεν θα είναι δέσμιες του ευρώ και θα μπορούν να υποτιμούν όπως και όσο επιθυμούν το νόμισμά τους. Έτσι θα μπορούν να εξάγουν φθηνότερα τα προϊόντα τους και θα ξαναγίνουν ανταγωνιστικές. Συνέπεια όλων αυτών θα ήταν να συρρικνωθεί προσωρινά η χρηματοπιστωτική στενωπός για αυτές τις χώρες.

Ο υπουργός Οικονομικών Στάινμπρουκ απέκλειε μέχρι τώρα κάθε είδους βοήθεια και απαιτούσε να αναλάβουν όλες οι χώρες τις ευθύνες τους υποστηρίζοντας ότι οι Γερμανοί πολίτες πληρώνουν ήδη πολλά.

Το ζήτημα όμως είναι ότι εάν μια ευρωπαϊκή χώρα κηρύξει πτώχευση, αυτό αφορά σε όλες τις χώρες - μέλη της ευρωζώνης και της ΕΕ. Εάν δε αποσταθεροποιηθεί το ευρώ, ο Γερμανός πολίτης θα πληρώσει ακόμα περισσότερα».

Πηγές: ΑΠΕ-ΜΠΕ, Γαλλ. Πρακτορείο, Reuters, Deutsche Welle



Προτεινόμενα για εσάς





Σχολιασμένα