Το σχέδιο του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών για την αγορά «τοξικών» στοιχείων ενεργητικού από τους ισολογισμούς των εγχώριων τραπεζών είναι ευάλωτο σε απάτες και καταχρήσεις, σύμφωνα με την κυβερνητική υπηρεσία που επιβλέπει την εφαρμογή του.
Σε έκθεσή του, η οποία δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα, ο γενικός επιθεωρητής για το σχέδιο TARP, Νιλ Μπαρόφσκι, επισημαίνει ότι οι επιχορηγήσεις για τις συνεργασίες ιδιωτικού και δημόσιου τομέα (PPIP) για την αγορά στοιχείων θα μπορούσαν να εκθέσουν τους φορολογούμενους σε υψηλότερες ζημίες.
«Οι πλευρές της PPIP την καθιστούν εγγενώς ευάλωτη στην απάτη, την κατασπατάληση και την κατάχρηση, συμπεριλαμβανομένων σημαντικών θεμάτων που σχετίζονται με συγκρούσεις συμφερόντων που αντιμετωπίζουν οι διαχειριστές κεφαλαίων, συμπαιγνίες μεταξύ συμμετεχόντων και ξέπλυμα χρήματος», αναφέρει ο Μπαρόφκσι στη δεύτερη τριμηνιαία έκθεσή του από τότε που ανέλαβε καθήκοντα, τον Δεκέμβριο.
Παράλληλα, απευθύνει έκκληση στο υπουργείο Οικονομικών να επιβάλλει αυστηρότερους κανόνες, προκειμένου να ελέγξει τους επενδυτές τέτοιων fund.
Σημειώνεται ότι το αμερικανικό υπουργείο θα δεχτεί την Παρασκευή αιτήσεις από μάνατζερ κεφαλαίων για τη διαχείριση fund, τα οποία θα είναι συμπράξεις δημόσιου-ιδιωτικού τομέα και θα εξαγοράζουν μη ρευστοποιήσιμα στοιχεία ενεργητικού τραπεζών. Τα ανωτέρω εντάσσονται στο σχέδιο της αμερικανικής κυβέρνηση για πώληση προβληματικού ενεργητικού έως 1 τρισ. δολαρίων.