Είναι γνωστό τόσο στους ψυχολόγους όσο και στους οικονομολόγους ότι οι πολύ πλούσιοι δεν είναι πιο ευτυχισμένοι από τους (σκέτους) πλούσιους, καθώς και ότι για όλους τους άλλους που ανήκουν στο υπόλοιπο 99%, η ευτυχία είναι συνυφασμένη με απλά πλην ουσιαστικά πράγματα όπως η στέγη, η τροφή και η ασφάλεια.
Παρότι, λοιπόν, τα υλικά αγαθά είναι σημαντικά για την ευτυχία, δεν είναι το άδειο πορτοφόλι που μας μαυρίζει την ψυχή. Αυτό που μας αρρωσταίνει είναι η αβεβαιότητα για το μέλλον, υποστηρίζουν οι The New York Times.
Σειρά ερευνών έχει δείξει ότι οι άνθρωποι αισθάνονται λιγότερο άσχημα όταν ξέρουν σίγουρα ότι θα συμβεί κάτι άσχημο παρά όταν δεν γνωρίζουν εάν θα συμβεί. Στο ζοφερό οικονομικό περιβάλλον που ζούμε, δεν είναι η περαιτέρω πτώση του ΧΑΑ που μας οδηγεί στην απελπισία, αλλά το ότι δεν γνωρίζουμε εάν το χρηματιστήριο θα πέσει ή θα ανέβει.
Γιατί, όμως, οι έρευνες δείχνουν ότι σε βάθος χρόνου οι άνθρωποι που γνωρίζουν ότι θα συμβεί το χειρότερο είναι πιο ευτυχισμένοι από εκείνους που αγωνιούν μήπως τους συμβεί;
Η απάντηση της επιστήμης είναι ότι όταν η ζωή δείχνει το σκληρό της πρόσωπο, οι άνθρωποι αναδιατάσσονται και ατσαλώνονται για να αντεπεξέλθουν στα νέα δεδομένα. Ακόμη και μετά την πτώση, συνειδητοποιούν καλύτερα που βρίσκονται και ξεκινούν με γενναιότητα τον αγώνα να ανέβουν ξανά.
Αυτό που δεν μπορεί να πολεμήσει ο άνθρωπος είναι το άγνωστο. Το αβέβαιο μέλλον μας αφήνει αγκιστρωμένους στο παρόν και δυστυχισμένους που δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε άλλο από το να περιμένουμε.
Πηγή: The New York Times