«Η κατάρρευση του ταϊλανδέζικου μπατ τον Ιούλιο 1997 ήταν ένας από τους παράγοντες που συνέβαλαν στην εκδήλωση της ασιατικής χρηματοοικονομικής κρίσης. Θα μπορούσαν οι εξελίξεις στην Λετονία να πυροδοτήσουν ανάλογα φαινόμενα;», διερωτάται ο Νουριέλ Ρουμπινί, καθηγητής του Stern Business School της Νέας Υόρκης, σε άρθρο του στο περιοδικό Forbes.
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, τα βλέμματα όλων έχουν συγκεντρωθεί στη μικρή αυτή οικονομία της Βαλτικής –εν μέσω έντονων συζητήσεων για υποτίμηση– εξαιτίας των δυνητικών «μολυσματικών» επιπτώσεων θα μπορούσε να έχει αυτή για τα υπόλοιπα κράτη της Βαλτικής, για τη Σουηδία και για την ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Ευρώπης.
Σύμφωνα με τον Νουριέλ Ρουμπινί, τόσο οι ισχυροί εμπορικοί και οικονομικοί δεσμοί της χώρας με τους γείτονές της όσο και οι κοινές μακροοικονομικές τους αδυναμίες, καθιστούν σχεδόν σίγουρες τις έμμεσες επιπτώσεις για την Εσθονία και τη Λιθουανία από μια ενδεχόμενη κρίση στη Λετονία. Εάν συμβεί αυτό, «παράπλευρες απώλειες» θα σημειωθούν επίσης στη Σουηδία λόγω της υψηλής έκθεσης των σουηδικών τραπεζών στη Βαλτική.
Το κρίσιμο ερώτημα είναι πώς θα μπορούσε μια κρίση στη Λετονία να επηρεάσει την ευρύτερη περιοχή της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης. Οι άμεσες εμπορικές σχέσεις μεταξύ της Λετονίας και των κρατών της περιοχής, πλην της Βαλτικής, είναι περιορισμένες. Ωστόσο, πολλά από αυτά τα κράτη –ιδίως η Βουλγαρία και η Ρουμανία– παρουσιάζουν τις ίδιες αδυναμίες σε μακροοικονομικό επίπεδο με τη Λετονία, γεγονός που σημαίνει ότι μια ενδεχόμενη κρίση θα μπορούσε να πανικοβάλει τους επενδυτές με αποτέλεσμα να ξεσπάσουν κρίσεις και στις υπόλοιπες χώρες της περιοχής.
Όπως υποστηρίζει ο καθηγητής, το κίνητρο της Λετονίας να συνδέσει το νόμισμά της με το ευρώ ήταν η επιθυμία της να υιοθετήσει το ενιαίο νόμισμα της Ευρώπης στις αρχές της ερχόμενης δεκαετίας. Μάλλον, όμως, πρόκειται για ευσεβή πόθο, δεδομένων των σημερινών δυσχερών οικονομικών συνθηκών.
Υπάρχει η άποψη ότι η Λετονία επιμένει στην εξαρτημένη σχέση του λατς με το ευρώ προκειμένου να αποφύγει τις μαζικές διαγραφές εξαιτίας του υψηλού επιπέδου δανεισμού σε ξένο νόμισμα (σχεδόν το 90% του συνόλου των δανείων). Βεβαίως, σύμφωνα πάντα με τον Νουριέλ Ρουμπινί, οι μαζικές διαγραφές είναι αναπόφευκτες, ανεξάρτητα από το εάν η Λετονία θα υποτιμήσει ή προσαρμόσει το νόμισμά της μέσω του πληθωρισμού.
Η βασική διαφορά είναι ότι η υποτίμηση θα πυροδοτήσει κύμα διαγραφών σε μικρότερο χρονικό διάστημα, με αποτέλεσμα να ασκηθούν υπερβολικές πιέσεις στο τραπεζικό σύστημα της χώρας.
Εάν ακολουθήσει κρίση στο ισοζύγιο πληρωμών των χωρών της Βαλτικής και αυτή εξαπλωθεί στις οικονομίες της Αν. Ευρώπης (υποθετικά μιλώντας), η ευρωζώνη δεν θα μείνει ανεπηρέαστη, σημειώνει ο καθηγητής. Η έκθεση της ευρωζώνης είναι αποτέλεσμα του μεγάλου ανοίγματος των δυτικών ευρωπαϊκών τραπεζών στην Αν. Ευρώπη, όπου κατέχουν το 60%-90% του μεριδίου αγοράς (επί των στοιχείων ενεργητικού), αναλόγως τη χώρα.
Δεδομένων των ισχυρών οικονομικών δεσμών της περιοχής με τη Δυτική Ευρώπη, εύκολα συμπεραίνει κανείς ότι η κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι οικονομίες και οι τράπεζες της Αν. Ευρώπης έχει αντίκτυπο και στις τράπεζες της Δυτικής Ευρώπης.
Πηγή: Forbes