Ο κλάδος της ιχθυοκαλλιέργειας εξετάζεται σε πρόσφατη μελέτη της Hellastat Α.Ε. (www.hellastat.eu), στην οποία διαπιστώνεται ότι η άναρχη ανάπτυξη έχει προκαλέσει υπερπαραγωγή και πτώση τιμών, δυσχεραίνοντας τη λειτουργία των επιχειρήσεων:
Η παραγωγή επικεντρώνεται σε δυο είδη, την τσιπούρα και το λαβράκι. Ο εγχώριος κλάδος κατέχει ηγετική θέση στη Μεσόγειο όπου παράγονται τα εν λόγω είδη και είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι το 2008 η Ελλάδα απέσπασε το 41% της συνολικής παραγωγής γόνου και το 50% περίπου της παραγωγής ιχθύων.
Στον κλάδο δραστηριοποιούνται 110 περίπου εταιρείες, εκ των οποίων μικρός αριθμός είναι μεγάλου μεγέθους. Οι περισσότερες από αυτές είναι οργανωμένες σε 4 επιχειρηματικά σχήματα (ΝΗΡΕΑΣ, ΣΕΛΟΝΤΑ, ΔΙΑΣ, ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΙΧΘΥΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ) που καθορίζουν τις εξελίξεις στην εγχώρια αγορά. Σημειώνεται ότι η τελευταία έχει υπαχθεί στο άρθρο 99 του Νόμου 3588/2007.
Οι μεγάλες εταιρείες του κλάδου είναι καθετοποιημένες και διακινούν τα προϊόντα τους κυρίως στο εξωτερικό, καθώς και στην εγχώρια αγορά μέσω των super-market. Οι μικρότερες επιχειρήσεις προμηθεύονται γόνο από τις μεγάλες και στοχεύουν περισσότερο στην εγχώρια κατανάλωση. Επίσης, διαθέτουν τα ψάρια τους στις μεγαλύτερες προκειμένου να τα προωθήσουν αυτές στις διεθνείς αγορές.
Κύριο χαρακτηριστικό του κλάδου αποτελεί ο έντονος εξαγωγικός προσανατολισμός, με το 75% περίπου να προωθείται σε αγορές του εξωτερικού. Η αξία των εξαγωγών για το 2008 προσέγγισε τα €500 εκ., με αποτέλεσμα οι ιχθυοκαλλιέργειες να αποτελούν τον κορυφαίο εξαγωγικό κλάδο της χώρας στα τρόφιμα και ποτά.
Το 2008 επικράτησαν πολύ χαμηλές τιμές διάθεσης των ψαριών (3,5 €/κιλό για την τσιπούρα και 4,6 €/κιλό για το λαβράκι κατά μέσο όρο), καθώς κορυφώθηκε η κρίση των τιμών που είχε ξεκινήσει από τα μέσα του 2007, ασκώντας πίεση στις πωλήσεις των εταιρειών και στα περιθώρια κερδοφορίας.
Προβλήματα
Σύμφωνα με εκπρόσωπους των επιχειρήσεων του κλάδου με τους οποίους συνεργάστηκε η Hellastat για την εκπόνηση της μελέτης, το σημαντικότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν αφορά στην έλλειψη ειδικού πλαισίου χωροταξικού σχεδιασμού, με συνέπεια να δραστηριοποιούνται υπό καθεστώς αβεβαιότητας σχετικά με τη συνέχιση της λειτουργίας των μονάδων παραγωγής. Επιπλέον, παρατηρούνται φαινόμενα αθέμιτου ανταγωνισμού (π.χ. μεγαλύτερη παραγωγή από αυτή που ορίζουν οι άδειες, καλλιέργεια τσιπούρας και λαβρακίου σε εγκαταστάσεις αδειοδοτημένες για νέα είδη κ.ά.) και ελλιπείς έλεγχοι που προκαλούν ανισορροπία στον κλάδο λόγω υπερπροσφοράς και κατ’ επέκταση πτώση τιμών. Τέλος, λόγω των υψηλών αναγκών σε κεφάλαια κίνησης, καθώς ο παραγωγικός κύκλος είναι ιδιαίτερα εκτεταμένος (12-20 μήνες), οι επιχειρήσεις του κλάδου στρέφονται σε τραπεζικό δανεισμό, με συνέπεια να έχουν υψηλό βαθμό εξάρτησης από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.
Προοπτικές
Οι χαμηλές τιμές πώλησης των ιχθύων, κυρίως της τσιπούρας, έχουν οδηγήσει τις ηγέτιδες εταιρείες σε μικρότερες τοποθετήσεις γόνου, με στόχο τον περιορισμό της παραγωγής και την εξισορρόπηση μεταξύ προσφοράς και ζήτησης. Σύμφωνα με εκτιμήσεις των εταιρειών του κλάδου, προκύπτει ότι το 2010 η εγχώρια παραγωγή θα είναι μειωμένη κατά 30% περίπου, συμβάλλοντας στην επίτευξη ικανοποιητικών τιμών διάθεσης των προϊόντων και βελτιωμένων αποτελεσμάτων.
Η συγκέντρωση που χαρακτηρίζει τον κλάδο τα τελευταία έτη αναμένεται να συνεχιστεί, καθώς αρκετές εταιρείες αντιμετωπίζουν οικονομικά προβλήματα, με συνέπεια να οδηγηθούν σε έξοδο από αυτόν.
Κύρια επιδίωξη των εταιρειών του κλάδου είναι ο περιορισμός του κόστους. Είναι χαρακτηριστικό ότι προς την κατεύθυνση αυτή κινούνται οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις, με στοχευμένες ενέργειες που αφορούν στην παραγωγή (π.χ. ιχθυοτροφές, διαχείριση παραγωγικών εγκαταστάσεων), στα δίκτυα διανομής, στην έρευνα και ανάπτυξη κ.ά.
Χρηματοοικονομική ανάλυση του κλάδου
Στη μελέτη της Hellastat αναλύονται οι οικονομικές καταστάσεις 122 επιχειρήσεων. Τα βασικά συμπεράσματα της μελέτης συνοψίζονται στα εξής:
- Ο Κύκλος Εργασιών του δείγματος ανήλθε σε €680,9 εκ. το 2008, παρουσιάζοντας μείωση κατά 4% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, οπότε είχε διαμορφωθεί σε €709,1 εκ., γεγονός που οφείλεται κυρίως στις χαμηλές τιμές πώλησης της τσιπούρας.
- Παρόλα αυτά, η μέση μεταβολή των πωλήσεων στο δείγμα ήταν υψηλή (10,4% έναντι 3,1% της μέσης ελληνικής επιχείρησης). Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις επέδειξαν τον υψηλότερο μέσο ρυθμό αύξησης των πωλήσεών τους (18,6%), ενώ κάμψη σημείωσαν οι μικρές εταιρείες (-6,9%).
- 61 εταιρείες του δείγματος ήταν κερδοφόρες το 2008 και 39 ζημιογόνες. Ωστόσο, εντός της χρήσης, 2 στις 3 εταιρείες αντιμετώπισαν κάμψη των αποτελεσμάτων τους έναντι του 2007. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα ΚΠΦ των εταιρειών μειώθηκαν με μέσο ρυθμό -52,1%, εντονότερα δηλαδή έναντι της μέσης ελληνικής επιχείρησης (-10,9%).
- Ο κλάδος χαρακτηρίζεται από χαμηλά περιθώρια κερδοφορίας, τα οποία επιδεινώθηκαν την περίοδο 08/07. Ο σχετικός δείκτης των μικτών αποτελεσμάτων σχηματίστηκε στο 7,9%, ενώ τα περιθώρια ΚΠΤΦΑ και ΚΠΦ σε 8,1% και 0,6% αντίστοιχα.
- Η κεφαλαιακή μόχλευση των εταιρειών βαίνει αύξουσα την τελευταία τριετία, με το 2008 να διαμορφώνεται σε 2,68 προς 1. Η υψηλή εξάρτηση από εξωτερικές πηγές χρηματοδότησης οφείλεται κυρίως στη φύση των εργασιών του κλάδου, καθώς οι ανάγκες σε κεφάλαια κίνησης είναι πολύ υψηλές. Ο υψηλός δανεισμός αποτυπώνεται και στο γεγονός ότι οι Βραχυπρόθεσμες Δανειακές Υποχρεώσεις κάλυψαν το 54,7% των συνολικών πωλήσεων.
- Η αποδοτικότητα των Ιδίων Κεφαλαίων υποχώρησε την περίοδο 08/07 από 4,4% σε 1%, επίδοση η οποία θεωρείται ιδιαίτερα χαμηλή (ενδεικτικά η μέση τιμή της ελληνικής οικονομίας ήταν 3,2%). Την καλύτερη αποδοτικότητα είχαν οι μεγάλες εταιρείες (4,6%).
- Λόγω της μεγάλης διάρκειας της παραγωγικής διαδικασίας είναι εύλογο να παρουσιάζει το δείγμα ιδιαίτερα εκτεταμένο Εμπορικό Κύκλο (175 ημέρες). Η γενική ρευστότητα του δείγματος διαμορφώθηκε για τις μεγάλες και μεσαίες επιχειρήσεις σε επίπεδα αντίστοιχα με τη μέση τιμή της ελληνικής επιχείρησης (1,32). Ωστόσο, οι μικρομεσαίες και οι μικρές επέδειξαν οριακή ρευστότητα.
Από τις ενοποιημένες καταστάσεις του πρώτου εξαμήνου του 2009 των 6 εισηγμένων εταιρειών του κλάδου διαπιστώνονται τα εξής:
- Ο αθροιστικός Κύκλος Εργασιών διαμορφώθηκε σε €265 εκ., σημειώνοντας κάμψη κατά 2,8% έναντι του ιδίου διαστήματος του προηγούμενου έτους. Τη μεγαλύτερη μείωση είχαν οι ενοποιημένες πωλήσεις της εταιρείας ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΙΧΘΥΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ Α.Β.Ε.Ε. (-55,5%).
- Όλες οι εταιρείες αντιμετώπισαν κάμψη των καθαρών αποτελεσμάτων τους με διψήφια ποσοστά, ωστόσο διατήρησαν την κερδοφορία τους. Εξαίρεση αποτέλεσε η εταιρεία ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΙΧΘΥΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ Α.Β.Ε.Ε., η οποία εμφάνισε ζημίες σε αντίθεση με το προηγούμενο έτος.
- Οι συνολικές Μακροπρόθεσμες Δανειακές Υποχρεώσεις των εισηγμένων εταιρειών ανήλθαν σε €359,3 εκ. στο εξάμηνο του τρέχοντος έτους, ενώ τα βραχυπρόθεσμα τραπεζικά δάνεια ήταν €273,3 εκ., υπερκαλύπτοντας τις πωλήσεις (103,1%). Ο συνολικός τοκοφόρος δανεισμός στο τέλος του πρώτου εξαμήνου του 2009 παρουσιάζεται σταθερός σε σχέση με την 31/12/2008.