Μάστιγα για την Ελλάδα η δωροδοκία και η διαφθορά

Ερευνα της PricewaterhouseCoopers
Πέμπτη, 19 Νοεμβρίου 2009 11:04

Δωροδοκία, διαφθορά, φορολογική αδιαφάνεια και έλλειψη εμπιστοσύνης στις Αρχές, προκύπτουν ως βασικά προβλήματα για την Ελλάδα, σύμφωνα με παγκόσμια έρευνα που διενήργησε η PricewaterhouseCoopers (PwC), σε συνεργασία με το INSEAD, για το οικονομικό έγκλημα.

Σύμφωνα με το 50% των ερωτηθέντων που δήλωσαν ότι έχουν πληγεί από οικονομικό έγκλημα, το σοβαρότερο, αλλά και συχνότερα εμφανιζόμενο περιστατικό, που αντιμετώπισαν ήταν δωροδοκία και διαφθορά. ¶λλες μορφές οικονομικού εγκλήματος που αναφέρθηκαν συχνά, ήταν η υπεξαίρεση ενεργητικού, το ξέπλυμα βρώμικου χρήματος και η φορολογική αδιαφάνεια η οποία είναι σημαντικό πρόβλημα σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας.

Σε αντίθεση με την Ελλάδα, στη Δυτική Ευρώπη και στο σύνολο των χωρών που συμμετείχαν στην έρευνα, η υπεξαίρεση ενεργητικού ήταν το σοβαρότερο περιστατικό οικονομικού εγκλήματος. Η δωροδοκία και η διαφθορά, παρόλο που κατέχουν σημαντική θέση, είχαν πολύ χαμηλότερο ποσοστό από την Ελλάδα (27% διεθνώς, 14% στη Δυτική Ευρώπη και 50% στην Ελλάδα).

Στην ερώτηση «ποιοι παράγοντες πιστεύετε ότι συνεισέφεραν στην αύξηση των πιέσεων και των κινήτρων για οικονομικό έγκλημα», οι Έλληνες συμμετέχοντες, σε διπλάσιο ποσοστό από τους Δυτικοευρωπαίους, δήλωσαν πώς «επικρατεί η άποψη ότι οι ανταγωνιστές τους δωροδοκούν για να κερδίσουν συμβόλαια».

Εντωμεταξύ, η δωροδοκία και η διαφθορά, μαζί με τις δόλιες αιτήσεις δανεισμού ή/και πιστώσεων, είναι στην κορυφή της λίστας των μορφών οικονομικού εγκλήματος που οι Έλληνες επιχειρηματίες περιμένουν ότι θα αντιμετωπίσουν στο μέλλον. Το ίδιο ισχύει και για το σύνολο των συμμετεχόντων διεθνώς, σε πολύ χαμηλότερο όμως ποσοστό (21% Ελλάδα, 9% Ευρώπη, 16% διεθνώς).

Ιδιαίτερα ανησυχητικό για την ελληνική αγορά είναι το γεγονός, ότι η έρευνα καταδεικνύει την έλλειψη ανίχνευσης αλλά και αντιμετώπισης του οικονομικού εγκλήματος. Σε καιρούς οικονομικής ανασφάλειας, φαίνεται ότι η πρόβλεψη και διαχείριση του κινδύνου απάτης θεωρείται μάλλον «πολυτέλεια» παρά αναγκαιότητα.

Από τους Έλληνες συμμετέχοντες, το 39% παραδέχθηκαν ότι ούτε μία φορά, μέσα στους τελευταίους 12 μήνες, δεν διεξήγαγαν τις διαδικασίες αξιολόγησης του κίνδυνου απάτης. Το αποτέλεσμα αυτό αντανακλά μία χειρότερη κατάσταση από τη Δυτική Ευρώπη και διεθνώς, όπου το 31% των ερωτηθέντων δήλωσαν ότι έκαναν αυτές τις διαδικασίες, έστω και μία φορά.

Αξίζει να σημειωθεί ότι σχεδόν ένας στους τέσσερεις από τους συμμετέχοντες που δήλωσαν ότι έχουν πληγεί από οικονομικό έγκλημα, είπε ότι το ανακάλυψε «τυχαία», ενώ ελάχιστοι ανέφεραν ότι εντοπίστηκε από τις Αρχές. Επιπλέον, όταν ερωτήθηκαν σε ποιες ενέργειες προέβησαν εναντίον των υπαιτίων του οικονομικού εγκλήματος μέσα στην εταιρεία τους, μόλις το 36% ανέφεραν απόλυση (ενώ το αντίστοιχο ποσοστό διεθνώς ήταν 85%), ενώ το 23% κινήθηκαν δικαστικά (48% διεθνώς). Επίσης ανησυχητικό είναι ότι τα ίδια περίπου ποσοστά παρατηρούνται και στις ενέργειες εναντίον των υπαιτίων εκτός εταιρείας, ενώ ένα ποσοστό 18% δήλωσε ότι δεν έκανε τίποτε.

Όσον αφορά στον εντοπισμό και πάταξη του οικονομικού εγκλήματος, παρατηρείται επίσης μία έλλειψη συνεργασίας με τις Αρχές. Συγκεκριμένα, ελάχιστοι από τους συμμετέχοντες που δήλωσαν ότι έχουν πληγεί από οικονομικό έγκλημα, ανέφεραν ότι προέβησαν σε δικαστικά μέτρα (4,5%), ή ειδοποίησαν τις αρχές για υπαιτίους εντός ή εκτός της εταιρείας (9% και 14% αντίστοιχα).

Μία από τις σημαντικότερες ερωτήσεις της έρευνας αφορά στις πρακτικές, νομικές και κανονιστικές, για την αντιμετώπιση του οικονομικού εγκλήματος. Δυστυχώς, η εικόνα που δίνει η Ελλάδα δεν είναι θετική, δεδομένου ότι σχεδόν το 60% των ερωτηθέντων θεωρεί τις νομικές και κανονιστικές Αρχές αναποτελεσματικές ή όχι πολύ αποτελεσματικές.

«Το οικονομικό έγκλημα υποβόσκει παντού. Καμία επιχείρηση και κανένας οργανισμός δεν είναι στο απυρόβλητο. Η έρευνα δείχνει το δρόμο για σημαντικές προσπάθειες που πρέπει να αναληφθούν στο επόμενο διάστημα, τόσο από την πολιτική ηγεσία όσο και από τους επικεφαλείς των επιχειρήσεων.

»Πιστεύουμε ότι πρέπει να ληφθούν πρωτοβουλίες ως προς την αποτελεσματική λειτουργία των ελεγκτικών μηχανισμών στο Δημόσιο Τομέα, την αναδιάρθρωση του φορολογικού συστήματος, την πάταξη της γραφειοκρατίας και απλοποίηση των διαδικασιών έτσι ώστε η Ελλάδα να ξαναγίνει ελκυστική για τις ξένες επενδύσεις. Στο μέτωπο των επιχειρήσεων, πρέπει και εκεί να οργανωθεί με συστηματικό τρόπο ο εσωτερικός έλεγχος και η παρακολούθηση των περιοχών υψηλού κινδύνου», δήλωσε ο κ. Μάριος Ψάλτης, Διευθύνων Σύμβουλος της PricewaterhouseCoopers στην Ελλάδα, σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της έρευνας.



Προτεινόμενα για εσάς





Σχολιασμένα