Οι στρεβλώσεις στην ελληνική αγορά πετρελαιοειδών διατηρούνται σε μεγάλο βαθμό με δυσμενείς επιπτώσεις για τον καταναλωτή, διαπιστώνει η Επιτροπή Ανταγωνισμού (Επ.Αντ.) η οποία έθεσε σε δημόσια διαβούλευση την κανονιστική παρέμβασή της.
Στην Ελλάδα, όπως επαναλαμβάνει η Επιτροπή στη νέα άποψη που διατυπώνει μετά τον επανέλεγχο που έκανε στην αγορά, «λειτουργεί σχετικά μεγάλος αριθμός πρατηρίων σε σχέση με τον πληθυσμό της χώρας. Ο αριθμός των 8.000 πρατηρίων συγκρινόμενος με τους αντίστοιχους αριθμούς σε άλλα κράτη-μέλη, εμφανίζεται υπερβολικός και αποτελεί από μόνος του παράγοντα αύξησης των τιμών σε ορισμένες τουλάχιστον περιοχές, που ο αριθμός των πελατών δεν είναι πάντα αρκετός για να διασφαλίσει τη βιωσιμότητα των πρατηρίων. Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης είναι να καταφεύγουν συχνά τα πρατήρια υγρών καυσίμων σε υψηλότερες τιμές.
»Το γεγονός αυτό δεν αποκλείει βέβαια την ύπαρξη εναρμονισμένης πρακτικής ή κατάχρησης συλλογικής δεσπόζουσας θέσης, κυρίως σε ορισμένες απομακρυσμένες περιοχές της Ελλάδας (νησιωτικές και ορεινές περιοχές). Πράγματι, οι συνθήκες ανταγωνισμού που αντιμετωπίζει ένα πρατήριο φαίνεται να επηρεάζονται από τη γειτνίαση με πρατήρια ανταγωνιστικών εταιριών και από τη γεωγραφική περιοχή. Σε γεωγραφικά διακριτές αγορές παρατηρείται σε ορισμένες περιπτώσεις τάση εναρμόνισης των τιμών, χωρίς ωστόσο να τεκμαίρεται άμεσα κάποια ρητή ή σιωπηρή συμφωνία (tacit collusion) μεταξύ των πρατηριούχων, που να αποκλείει την περίπτωση ύπαρξης παράλληλης συμπεριφοράς».