Από την έντυπη έκδοση
Της Ειρήνης Σακελλάρη
[email protected]
Σε ένα πολύ δύσκολο κουίζ εξελίσσεται το θέμα των MREL για τις συστημικές τράπεζες, καθώς, ενώ είμαστε βέβαιοι για μια ισχυρή ανάκαμψη των εσόδων από τόκους, προβληματισμός δημιουργείται όσον αφορά τον αντίκτυπο του κόστους χρηματοδότησης των πιστωτικών ιδρυμάτων.
Αυτό οφείλεται στα υψηλότερα επιτόκια τόσο σε ό,τι αφορά τη διατραπεζική αγορά όσο και την ανάγκη συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις MREL, εξηγούσε η Deutsche Bank (DB) σε πρόσφατη έκθεσή της.
Όπως αναφέρουν στη «Ν» έγκριτοι τραπεζικοί παράγοντες, οι συστημικές τράπεζες ποτέ δεν έπαψαν μια άτυπη διαπραγμάτευση σε ό,τι αφορά την τήρηση των υποχρεώσεών τους για την έκδοση ομολόγων.
Η συγκυρία ωστόσο καθιστά απολύτως απαγορευτικό το κόστος για παρόμοιες εκδόσεις στην παρούσα φάση.
Όπως αναφέρει και η DB στην έκθεσή της, όλοι οι στόχοι του 2022 έχουν εκπληρωθεί από τις συστημικές τράπεζες.
Να σημειωθεί ότι αυτοί οι στόχοι έχουν τη μορφή της υποχρεωτικότητας με βάση τα όσα προβλέπει η συνθήκη της Βασιλείας. Όταν αναφερόμαστε στο 2022, όμως, εννοούμε τους στόχους που έπρεπε να έχουν εκπληρωθεί την 1.1.2022. Οι στόχοι του 2023, δηλαδή αυτοί που πρέπει να έχουν εκπληρωθεί την 1.1.2023, έχουν εκπληρωθεί μόνο από τη Eurobank και οι στόχοι αυτοί είναι στόχοι σύστασης. Προκειμένου να εκπληρωθούν και από τις άλλες τράπεζες απαιτούνται εκδόσεις 300-400 εκατ. ευρώ από την κάθε τράπεζα με τα επιτόκια να κινούνται περί του 10%. Έτσι λοιπόν αντικείμενο της διαπραγμάτευσης είναι η αναμονή να υποχωρήσουν τα επιτόκια, αφού και το 2024 οι στόχοι έχουν το χαρακτηριστικό της σύστασης. Αντιθέτως οι στόχοι αποχτούν υποχρεωτικότητα για το 2025.
Οι ελάχιστες απαιτήσεις για τα ίδια κεφάλαια και τις επιλέξιμες υποχρεώσεις (Minimum Requirement for own funds and Eligible Liabilities, MREL) φαίνεται ότι αποτελούν τον κύριο, αν και διαχειρίσιμο, κίνδυνο για το κόστος χρηματοδότησης, όπως εξηγεί η Deutsche Bank.
Η απαίτηση MREL για τις ελληνικές τράπεζες εξακολουθεί να αποτελεί πρόκληση. Παρότι όλες οι τράπεζες έχουν επιτύχει τον στόχο του 2022, θα μπορούσε να είναι δύσκολο να επιτύχουν τον τελικό στόχο της σταδιακής εφαρμογής μέχρι το τέλος του 2025, χωρίς να υποστούν σημαντική επίπτωση στο συνολικό κόστος έκδοσης, ιδίως λαμβάνοντας υπόψη τις συνθήκες αγοράς, σημειώνει στην ίδια έκθεση η Deutsche Bank.
Σύμφωνα με τις απαιτήσεις για το 2025, εκτιμάται πως οι τράπεζες πρέπει να προχωρήσουν σε εκδόσεις 12,5 δισ. ευρώ, οι οποίες για συγκεκριμένους λόγους δεν μπορούν παρά να γίνουν σταδιακά.
Η διανομή μερισμάτων
Ας σημειωθεί πάντως ότι οι θεσμοί συνδέουν την κάλυψη των MREL με τα μερίσματα, γι’ αυτό και η Eurobank αποτελεί την τράπεζα η οποία θεωρείται εξαιρετικά πιθανό πως θα της δοθεί η άδεια διανομής μερίσματος.
Υπό αυτό το πρίσμα μπορεί οι άλλες τράπεζες άμεσα να μην έχουν θέμα, ωστόσο η κερδοφορία και η διάθεση διανομής μερίσματος έστω και σε δεύτερο χρόνο θα οδηγήσει στο να προχωρήσουν ίσως νωρίτερα από όσο προγραμματίζουν σε εκδόσεις.
Υπενθυμίζεται πως η Εθνική Τράπεζα, που επίσης επιθυμεί να διανείμει μέρισμα, είχε στον προγραμματισμό της να πραγματοποιήσει έκδοση έως το τέλος του έτους, κάτι που δεν γνωρίζουμε αν με τις τρέχουσες εξελίξεις θα υλοποιηθεί.