Του Γιώργου Παλαιτσάκη
[email protected]
Δυσμενέστατες επιπτώσεις στη ζωή πολλών φορολογουμένων προκαλούν οι αυξήσεις που επιβλήθηκαν στις αντικειμενικές αξίες των ακινήτων από την 1η Ιανουαρίου 2022. Ήδη έχουν γίνει αντιληπτές 3 σοβαρές παρενέργειες που περιορίζουν ή καταργούν οριστικά στοιχειώδη οικονομικά δικαιώματα πολλών νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Εξαιτίας της ανόδου των αντικειμενικών τιμών των ακινήτων χιλιάδες φορολογούμενοι χάνουν από φέτος δικαιώματα είσπραξης κοινωνικών επιδομάτων καθώς και δικαιώματα φοροαπαλλαγών.
Όπως προκύπτει, ειδικότερα, από τα στοιχεία για το ύψος στο οποίο έχουν διαμορφωθεί οι νέες αντικειμενικές τιμές των ακινήτων, το εγχείρημα της κυβέρνησης να προχωρήσει στην εξομοίωση των αντικειμενικών με τις αγοραίες αξίες των ακινήτων οδήγησε από την 1η-1-2022 στην αύξηση των αντικειμενικών τιμών για τα ακίνητα που βρίσκονται στο 55% των περιοχών («ζωνών») της χώρας και στη μείωσή τους μόνο στο 21%. Τα στοιχεία που δόθηκαν στη δημοσιότητα ήδη από τον περυσινό Ιούνιο δείχνουν ότι στη συντριπτική πλειονότητα των μεγάλων Δήμων της χώρας, αλλά και σε χιλιάδες κωμοπόλεις, χωριά και οικισμούς της χώρας, όπου οι αντικειμενικές τιμές (οι τιμές ζώνης) κυμαίνονταν μέχρι τις 31-12-2021 σε επίπεδα σημαντικά χαμηλότερα των πραγματικών τιμών της κτηματαγοράς, οι νέες τιμές που τέθηκαν σε ισχύ από την 1η-1-2022 είναι σημαντικά υψηλότερες. Υπάρχουν επίσης και περιπτώσεις περιοχών όπου λόγω της εφαρμογής του συστήματος των αντικειμενικών τιμών για πρώτη φορά, προκύπτουν υπέρμετρες αυξήσεις που φθάνουν μέχρι το 250%.Οι περιοχές αυτές ήταν εκτός του συστήματος των αντικειμενικών αξιών και ελάμβαναν τη χαμηλότερη τιμή ζώνης της δημοτικής ενότητας ή του δήμου ή της περιφερειακής ενότητας.
Οι αυξήσεις στις αντικειμενικές αξίες προκαλούν τις ακόλουθες 3 παρενέργειες:
1) Απώλεια απαλλαγών από τον ΕΝ.Φ.Ι.Α.: Σε όσες περιοχές αυξήθηκαν οι αντικειμενικές αξίες των ακινήτων, χιλιάδες φορολογούμενοι με πολύ χαμηλά ετήσια εισοδήματα και μικρής αξίας ακίνητη περιουσία χάνουν κατοχυρωμένα δικαιώματα μερικής απαλλαγής από τον Ενιαίο Φόρο Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝ.Φ.Ι.Α.) καθώς η συνολική αντικειμενική αξία της ακίνητης περιουσίας τους αυξήθηκε και ξεπέρασε τα όρια μέχρι τα οποία αναγνωρίζονται τα δικαιώματα αυτά. Σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, δικαιούχος απαλλαγής από το 50% του ΕΝ.Φ.Ι.Α. είναι κάθε φορολογούμενος που πληροί συγκεκριμένα εισοδηματικά κριτήρια και του οποίου η συνολική αντικειμενική αξία των κτισμάτων και των εντός σχεδίων πόλεων οικοπέδων δεν υπερβαίνει τα 85.000 ευρώ αν πρόκειται για άγαμο, τα 150.000 ευρώ αν πρόκειται για έγγαμο χωρίς παιδιά και τα 200.000 ευρώ αν πρόκειται για έγγαμο με ένα ή δύο εξαρτώμενα τέκνα.
Έτσι, λοιπόν, για παράδειγμα, ένας άγαμος φορολογούμενος που πληροί το προβλεπόμενο γι’ αυτόν εισοδηματικό κριτήριο και έχει ακίνητη περιουσία συνολικής αντικειμενικής αξίας 70.000 ευρώ, από τη στιγμή που η αντικειμενική αξία των ακινήτων του αυξήθηκε κατά 30% και έφθασε τα 91.000 ευρώ, έχασε το δικαίωμα απαλλαγής από το 50% του ΕΝ.Φ.Ι.Α. Αυτό συνέβη διότι η συνολική αντικειμενική αξία της ακίνητης περιουσίας του, με την αύξησή της κατά 30% υπερέβη το όριο των 85.000 ευρώ μέχρι το οποίο τού αναγνωρίζεται το δικαίωμα απαλλαγής από το 50% του ΕΝ.Φ.Ι.Α.
2) Απώλεια δικαιωμάτων είσπραξης κοινωνικών επιδομάτων. Πάρα πολλοί φτωχοί πολίτες των οποίων η συνολική αντικειμενική αξία της ακίνητης περιουσίας τους, μετά την αύξησή της, υπερέβη το ισχύον κατά περίπτωση όριο μέχρι το οποίο τούς αναγνωρίζεται το δικαίωμα είσπραξης διαφόρων κοινωνικών επιδομάτων και παροχών χάνουν τα δικαιώματα αυτά, ακόμη κι αν πληρούν τα προβλεπόμενα εισοδηματικά κριτήρια. Θύματα αυτής της παγίδας έχουν πέσει χιλιάδες δικαιούχοι του Ελαχίστου Εγγυημένου Εισοδήματος και του επιδόματος στέγασης. Για τη χορήγηση των επιδομάτων αυτών, προβλέπονται περιουσιακά κριτήρια σύμφωνα με τα οποία η φορολογητέα - αντικειμενική αξία της ακίνητης περιουσίας κάθε ενδιαφερομένου δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη από συγκεκριμένα όρια ποσών κλιμακούμενα ανάλογα με την οικογενειακή κατάστασή του. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος (Ε.Ε.Ε.). Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, για να καταστεί κάποιος δικαιούχος είσπραξης του Ε.Ε.Ε. θα πρέπει, μεταξύ άλλων, η συνολική αντικειμενική αξία της ακίνητης περιουσίας του να μην υπερβαίνει τα 90.000 ευρώ αν είναι άγαμος, τα 105.000 ευρώ αν είναι έγγαμος ή έχει συνάψει σύμφωνο συμβίωσης και δεν έχει εξαρτώμενα τέκνα, τα 120.000 ευρώ αν είναι έγγαμος ή έχει σύμφωνο συμβίωσης και ένα εξαρτώμενο τέκνο, τα 135.000 ευρώ αν είναι έγγαμος ή έχει σύμφωνο συμβίωσης και έχει δύο εξαρτώμενα τέκνα και τα 150.000 ευρώ εάν είναι έγγαμος ή έχει σύμφωνο συμβίωσης και έχει αποκτήσει τρία ή περισσότερα εξαρτώμενα τέκνα. Αν λοιπόν η συνολική αντικειμενική αξία των ακινήτων ενός έγγαμου χωρίς τέκνα δικαιούχου του Ε.Ε.Ε. ανερχόταν μέχρι τις 31-12-2021 στο ύψος των 100.000 ευρώ και από την 1η-1-2022 αυξήθηκε στα 110.000 ευρώ, ο συγκεκριμένος φορολογούμενος χάνει από φέτος το δικαίωμα είσπραξης της συγκεκριμένης παροχής.
3) Απώλεια δικαιώματος ένταξης στο "κοινωνικό τιμολόγιο" της ΔΕΗ. Χιλιάδες οικονομικά αδύναμοι πολίτες και φτωχά νοικοκυριά χάνουν το δικαίωμα ένταξης στο «κοινωνικό τιμολόγιο» της ΔΕΗ, καθώς η συνολική αντικειμενική αξία της ακίνητης περιουσίας τους έχει υπερβεί από την 1η-1-2022 τα όρια μέχρι τα οποία αναγνωρίζεται το δικαίωμα αυτό.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, για την ένταξη ενός άγαμου χωρίς τέκνα στο «κοινωνικό τιμολόγιο» πρέπει, μεταξύ άλλων, η συνολική αντικειμενική αξία της ακίνητης περιουσίας του να μην υπερβαίνει το ποσό των 120.000 ευρώ. Για οικογένειες ή άλλα πολυπρόσωπα νοικοκυριά το όριο των 120.000 ευρώ προσαυξάνεται κατά 15.000 ευρώ για κάθε επιπλέον μέλος πέραν του ενός. Δηλαδή για μια τετραμελή οικογένεια (με πατέρα, μητέρα και δύο ανήλικα παιδιά) το όριο αντικειμενικής αξίας για την ένταξη στο "κοινωνικό τιμολόγιο" είναι 180.000 ευρώ (120.000 ευρώ για τον σύζυγο και 15.000 ευρώ για τη σύζυγο και κάθε ένα από τα δύο εξαρτώμενα τέκνα). Αν λοιπόν, για παράδειγμα, μια οικογένεια τετραμελής - δικαιούχος του "κοινωνικού τιμολογίου" έχει ακίνητη περιουσία, της οποίας η συνολική αντικειμενική αξία ήταν 170.000 ευρώ μέχρι τις 31-12-2021 και από την 1η-1-2022 η αξία αυτή αυξήθηκε στα 190.000 ευρώ, τότε η οικογένεια χάνει το «κοινωνικό τιμολόγιο». Κι αυτό συμβαίνει διότι η συνολική αντικειμενική αξία των ακινήτων της οικογένειας εμφανίζεται να έχει υπερβεί το όριο των 180.000 ευρώ μέχρι το οποίο τής αναγνωρίζεται το δικαίωμα ένταξης στο «κοινωνικό τιμολόγιο».