Από το β΄ τρίμηνο του 2023 ο νέος γύρος των deals σε τρόφιμα - ποτά

Προσωρινό «φρένο» από γεωπολιτικές εξελίξεις και έκρηξη του πληθωρισμού
Κυριακή, 26 Ιουνίου 2022 18:08
Shutterstock

Από την έντυπη έκδοση

Της Δανάης Αλεξάκη
[email protected]

Ραντεβού το δεύτερο εξάμηνο του 2023 δίνουν τα επενδυτικά κεφάλαια και τα υγιή επιχειρηματικά σχήματα για νέες τοποθετήσεις στον κλάδο τροφίμων - ποτών.

Η φετινή χρονιά ξεκίνησε εμφανίζοντας έντονη επιχειρηματική κινητικότητα στον κλάδο τροφίμων - ποτών, με το πρώτο τρίμηνο του έτους να αριθμεί τουλάχιστον επτά ηχηρές συμφωνίες (μεταξύ των οποίων η είσοδος του Σπύρου Θεοδωρόπουλου στην Ίον και των Ισπανών της Grupo Profand στην Ιχθυοτροφία Κεφαλονιάς, αλλά και η απόκτηση της Αγνό από την Ελληνικά Γαλακτοκομεία), αλλά και αρκετές «υποσχετικές» για κυοφορούμενα deals.

Ωστόσο, η κλιμακούμενη συγκυρία των πολλαπλών προκλήσεων -πόλεμος στην Ουκρανία, πληθωρισμός, ενεργειακή, διαμετακομιστική, επισιτιστική και κλιματική κρίση- φαίνεται να έχει «φρενάρει» για την ώρα επικείμενες επεκτατικές κινήσεις, με την αγορά να «μετρά» τις αντοχές της και να «ζυγίζει» τις νέες συνθήκες που διαμορφώνονται. Βασιζόμενες στο αισιόδοξο σενάριο που διαβλέπει την αρχή της αποκλιμάκωσης των πιέσεων στο τέλος του πρώτου τριμήνου του επόμενου έτους, οι εκτιμήσεις της αγοράς τοποθετούν την έναρξη ενός νέου γύρου επιχειρηματικών εξελίξεων στη σκακιέρα του κλάδου από το δεύτερο μισό του 2023, δηλαδή αμέσως μόλις «κάτσει» η σκόνη των έντονων προκλήσεων στους δείκτες κερδοφορίας, δανεισμού και ρευστότητας των επιχειρήσεων.

Όπως αναφέρει μιλώντας στη «Ν» ο κ. Θεοδωρόπουλος, ο οποίος τελευταία διατηρεί πρωταγωνιστικό ρόλο στα deals του κλάδου, «αυτή τη στιγμή υπάρχει μια ύφεση στις εξαγορές, αλλά θα επανέλθουν στον ρυθμό που είχαν. Εκτιμώ ότι δεν θα υπάρξει κάποιο απότομο boom εξαγορών στην αγορά τροφίμων. Δεν κινείται με τέτοιους ρυθμούς αυτή η αγορά. Αυτή τη στιγμή η άνοδος των επιτοκίων οπωσδήποτε συμπιέζει τις τιμές των εταιρειών και δημιουργεί κάποια καλύτερη δυνατότητα για τα επενδυτικά σχήματα τα οποία χρησιμοποιούν πολύ το leverage (σ.σ.: μόχλευση). Όποιος δεν χρησιμοποιεί πολύ τον δανεισμό στην εξαγορά, προφανώς και του δημιουργείται λιγότερη πίεση, γεγονός που σημαίνει ότι τα funds που χρησιμοποιούν κατά κόρον τον δανεισμό θα πρέπει να αναζητήσουν πιο καλές ευκαιρίες και αυτό θα πιέσει και τις τιμές των εταιρειών προς τα κάτω».

Σχολιάζοντας τη συγκυρία των πολλαπλών προκλήσεων, ο ίδιος επισημαίνει: «Εκτιμώ ότι η ελληνική οικονομία δεν θα μπει σε ύφεση ούτε το 2022 ούτε και το 2023. Υπάρχει ένας πανικός γύρω μας, στον οποίο εγώ δεν συμμετέχω. Ζήσαμε εποχές με πληθωρισμό 25% και 30%, δεν είναι η πρώτη φορά που ανεβαίνει ο πληθωρισμός σε παγκόσμιο επίπεδο. Δεν είναι πρωτοφανής ο πληθωρισμός, ο κορονοϊός ήταν κάτι το πρωτοφανές. Σαφώς και υπάρχουν σοβαρές ανησυχίες, αλλά δεν πρέπει να υπάρχει πανικός. Οι οικονομίες και οι λαοί δεν πεθαίνουν, αρρωσταίνουν μόνο. Εάν όμως η οικονομία δεν αναπτύσσεται, δεν θα αναρρώσει κανείς». 

 

Ο ρόλος της επενδυτικής βαθμίδας 

Το μεγάλο στοίχημα για την ελληνική οικονομία παραμένει η επίτευξη της επενδυτικής βαθμίδας, κάτι το οποίο έχει εκφραστεί με κάθε τρόπο τόσο από το οικονομικό επιτελείο όσο και από τον πρωθυπουργό. «Η επίτευξη αυτού του στόχου θα καταστήσει τις εγχώριες επιχειρήσεις περισσότερο ελκυστικές, είτε για συμπράξεις, είτε για εξαγορές, είτε για τοποθετήσεις διεθνών ισχυρών funds. Επιπρόσθετα, το δεύτερο μισό του 2023 αναμένεται να είναι μια περίοδος κατά τη διάρκεια της οποίας οι οικονομολόγοι εκτιμούν ότι θα έχει υπάρξει πλήρης αποκλιμάκωση των πληθωριστικών πιέσεων, αλλά και ολοκλήρωση του κύκλου αύξησης επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες και ως εκ τούτου το κόστος δανεισμού θα έχει σταθεροποιηθεί για τις επιχειρήσεις. Παράλληλα, σε αυτό το διάστημα εκ των πραγμάτων θα έχουν γίνει εκλογές στην Ελλάδα, άρα θα υπάρχει και άρση και του "πολιτικού ρίσκου" για τους ενδιαφερόμενους επενδυτές.

Η επενδυτική ελκυστικότητα του κλάδου τροφίμων ενδυναμώνεται περαιτέρω από τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης και της αναγκαιότητας εξασφάλισης επισιτιστικής επάρκειας που έχει στρέψει το ενδιαφέρον ισχυρών επενδυτών παγκοσμίως στον αγροδιατροφικό τομέα» επισημαίνουν στη «Ν» αναλυτές της αγοράς. «Ο κλάδος αυτή τη στιγμή βρίσκεται σε κατάσταση αναμονής. Αυτή η περίοδος όμως αποτελεί και μια χρυσή ευκαιρία για τις επιχειρήσεις να "νοικοκυρέψουν" τα εσωτερικά τους και να προγραμματίσουν τα "επεκτατικά" τους πλάνα.

Η δύσκολη συγκυρία δεν στερεί τη δυνατότητα να προετοιμάζεσαι για την επόμενη κίνηση. Μόλις υπάρξει αποκλιμάκωση, θα φανούν οι χαμένοι και οι κερδισμένοι στην αγορά. Τότε είναι η στιγμή της επίθεσης» σχολιάζει στη «Ν» ο Κωνσταντίνος Μαχαίρας, στέλεχος με πολυετή εμπειρία στον κλάδο. Από την πλευρά της η Δήμητρα Κατσίπη, διευθύντρια πωλήσεων της IRI Ελλάδος, μιλώντας στη «Ν» σημειώνει ότι «μολονότι τόσο η βιομηχανία όσο και η λιανική τροφίμων - ποτών βγαίνουν από δύο έτη στα οποία συγκεντρώθηκε ρευστότητα και χρήμα στον κλάδο, αφού ήταν η μοναδική δραστηριότητα που έμεινε ανοιχτή σε περιόδους σκληρών lockdowns, η κινητικότητα που θα καταγραφεί στις εξαγορές έχει να κάνει με το πόσο λαβωμένες ή νικημένες ή το λιγότερο χτυπημένες θα βγουν οι επιχειρήσεις από την υφιστάμενη έντονη πληθωριστική συγκυρία. Οι "νικητές" της περιόδου αυτής θα είναι αυτοί που θα είναι άνετοι να μπορέσουν να προχωρήσουν σε τέτοιες επενδυτικές κινήσεις».

 

Πού εστιάζουν οι θεσμικοί

Σύμφωνα με την κ. Κατσίπη, στην παρούσα φάση ο ρυθμός των «διερευνητικών» που πραγματοποιούν ενδιαφερόμενοι επενδυτές και funds για συγκεκριμένες δραστηριότητες στον κλάδο τροφίμων - ποτών δεν έχει εντατικοποιηθεί. «Επενδυτικά funds έρχονται και μας ζητούν στοιχεία αγορών και συγκεκριμένων κατηγοριών, αλλά μέχρι στιγμής δεν έχει καταγραφεί μεγαλύτερη κινητικότητα σε σχέση με το παρελθόν. Τα επενδυτικά κεφάλαια εστιάζουν κυρίως στη βιομηχανία, σπανίως μας ζητούν στοιχεία για το κομμάτι του λιανεμπορίου, που σημαίνει ότι δεν φαίνεται ότι υπάρχει κάποιο ενδιαφέρον από αλυσίδα από το εξωτερικό για δραστηριοποίηση στην εγχώρια αγορά. Έντονο ενδιαφέρον συγκεντρώνουν οι επονομαζόμενες healthy food κατηγορίες, δηλαδή τα τρόφιμα που συνδυάζονται με την υγιεινή διατροφή, καθώς και οι κατηγορίες προϊόντων που συνδέονται κάπως περισσότερο με τον τουρισμό, όπως μπίρα, αναψυκτικά, ανθρακούχα με γεύσεις κ.λπ.» σημειώνει η διευθύντρια πωλήσεων της IRI Ελλάδος.



Προτεινόμενα για εσάς





Σχολιασμένα