Πώς ... χακάρονται οι ταμειακές μηχανές - Τα «antivirus» της ΑΑΔΕ

Η ΑΑΔΕ κυνηγάει «μαϊμού» ταμειακές και παράνομα λογισμικά
Παρασκευή, 03 Ιουνίου 2022 11:54
UPD:12:28
shutterstock

Από την έντυπη έκδοση

Του Γιώργου Παλαιτσάκη
[email protected]

Κύκλωμα, στο οποίο εμπλέκονται περίπου 100 επιχειρήσεις, με παράνομα λογισμικά φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών και «μαϊμού» ταμειακές μηχανές έχει μπει στο στόχαστρο των φορολογικών διωκτικών αρχών.

Συγκεκριμένα, παράνομα λογισμικά που επεμβαίνουν στους φορολογικούς ηλεκτρονικούς μηχανισμούς (ΦΗΜ) και σβήνουν συναλλαγές και ημερήσιους τζίρους, «μαϊμού» ταμειακές μηχανές, που εκδίδουν απλά χαρτάκια τα οποία ομοιάζουν με αποδείξεις λιανικών συναλλαγών, αλλά και απλά δελτία παραγγελίας που παρουσιάζονται στους πελάτες ως «αποδείξεις» είναι οι πιο συνηθισμένες μέθοδοι που χρησιμοποιούν τα κυκλώματα των επιτηδείων, για να παρακρατούν παράνομα και να βάζουν στις τσέπες τους τον ΦΠΑ που εισπράττουν από τους πελάτες τους.


Η εξάρθρωση από τους ελεγκτές της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) του κυκλώματος στο οποίο εμπλέκονται περίπου 100 επιχειρήσεις, που με παράνομα λογισμικά στις ταμειακές τους κατάφεραν να αποκρύψουν έσοδα 25 εκατ. ευρώ και να καρπωθούν ΦΠΑ τουλάχιστον 6 εκατ. ευρώ, είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου, σύμφωνα με στελέχη του φοροελεγκτικού μηχανισμού. Τέτοιου είδους λογισμικά κάνουν θραύση στην αγορά και η ΑΑΔΕ επιστρατεύει κινητά τηλέφωνα, τάμπλετ και scanners στη μάχη κατά των κυκλωμάτων έκδοσης πλαστών αποδείξεων από πειραγμένες ταμειακές μηχανές. Μέσα στο καλοκαίρι οι ελεγκτές θα σκανάρουν με τα τάμπλετ και τα κινητά τους τηλέφωνα τις αποδείξεις που εκδίδουν οι επιχειρήσεις, ενώ οι καταναλωτές με τα smartphone κινητά τηλέφωνα τους θα μπορούν να σκανάρουν οι ίδιοι τους κωδικούς QR των αποδείξεων που λαμβάνουν. Επιπλέον, οι ελεγκτές της ΑΑΔΕ εφοδιάζονται με 1.700 ειδικά QR Code Scanner, με τα οποία θα μπορούν να ελέγχουν επιτόπου τη γνησιότητα των αποδείξεων.


Οι τρεις μέθοδοι κλοπής του ΦΠΑ


Το φαινόμενο των πειραγμένων ταμειακών μηχανών εκτιμάται ότι έχει προσλάβει τεράστιες διαστάσεις και τα κόλπα που εφαρμόζουν οι επιτήδειοι για να υφαρπάξουν τον ΦΠΑ και να μην πληρώσουν φόρο εισοδήματος εξελίσσονται ραγδαία με τη συνδρομή της τεχνολογίας. Η απάτη που στήνουν τα κυκλώματα στηρίζεται σε τρεις μεθόδους:
1. Χρήση των νόμιμων φορολογικών μηχανισμών για την έκδοση δελτίων παραγγελίας, χωρίς στη συνέχεια να εκδίδεται αντίστοιχο φορολογικό στοιχείο αξίας, ή για τη μαζική έκδοση ακυρωτικών σημειωμάτων στο τέλος της κάθε ημέρας, ή για τη μαζική χορήγηση εκπτώσεων, με σκοπό την απόκρυψη φορολογητέας ύλης. Αποτελεί συνηθισμένη μορφή απάτης. Οι υπηρεσίες διενεργούν στοχευμένους ελέγχους σε επιχειρήσεις για τις οποίες υπάρχουν πληροφορίες ή βάσιμες υπόνοιες χρήσης τέτοιων πρακτικών. Ο έλεγχος αντλεί τα παραγόμενα ψηφιακά αρχεία των φορολογικών μηχανισμών τα οποία και επεξεργάζεται, προσδιορίζοντας την αποκρυβείσα φορολογητέα ύλη και επιβάλλοντας τις προβλεπόμενες κυρώσεις.
2. «Μαϊμού» ταμειακές μηχανές: Με τη μέθοδο αυτή, χρησιμοποιείται ηλεκτρονικός υπολογιστής και λογισμικό για την παραγωγή και εκτύπωση παραστατικών, τα οποία προσομοιάζουν με φορολογικά στοιχεία αξίας. Έτσι, τα παραστατικά δεν εκδίδονται από νόμιμα εγκεκριμένους φορολογικούς μηχανισμούς. Τα «παραστατικά» αυτά ουδέποτε καταχωρούνται στα τηρούμενα λογιστικά αρχεία των οντοτήτων που τα εκδίδουν, με αποτέλεσμα να προκύπτουν σημαντικές απώλειες δημοσίων εσόδων, αλλά και να παραπλανώνται οι καταναλωτές, αφού είναι συνήθως λίγοι εκείνοι που μπορούν να διακρίνουν ένα μη νόμιμο φορολογικό στοιχείο.
3. Ανάπτυξη και χρήση παράνομων λογισμικών εφαρμογών που παρεμβαίνουν στις ταμειακές μηχανές, αλλοιώνοντας τα πραγματικά δεδομένα των συναλλαγών. Στην περίπτωση αυτή όλες οι εκδόσεις φορολογικών στοιχείων εμφανίζονται νομότυπες. Ωστόσο, σε δεύτερο χρόνο και μετά την απομάκρυνση του πελάτη, ειδικά λογισμικά δύνανται να αλλοιώνουν το περιεχόμενο των εκδοθέντων φορολογικών στοιχείων ως προς τις ποσότητες, τις αξίες, τα είδη και τον αλγόριθμο της ασφαλούς σήμανσης του
κάθε παραστατικού, με άλλα λόγια της ταυτότητάς του, σύμφωνα με τις επιθυμίες της οικονομικής οντότητας. Η συγκεκριμένη
μορφή απάτης είναι από τις πλέον δύσκολα ανιχνεύσιμες, αφού στόχος των χρησιμοποιούμενων λογισμικών είναι η αριστοτεχνκή συγκάλυψη κάθε ίχνους που θα μπορούσε να ενοχοποιήσει την οντότητα.


Οι ποινές που προβλέπονται για τους παραβάτες


Πάντως, για τις περιπτώσεις κατά τις οποίες διαπιστώνονται επεμβάσεις στις ταμειακές μηχανές με σκοπό την απομείωση των εσόδων από λιανικές πωλήσεις και την απόκρυψη των πραγματικών φορολογητέων εισπράξεων, η ισχύουσα νομοθεσία προβλέπει πρόστιμα-φωτιά, τα οποία ανέρχονται σε 10.000 ευρώ τουλάχιστον για τις επιχειρήσεις που τηρούν απλογραφικά βιβλία και σε 30.000 ευρώ τουλάχιστον για όσες επιχειρήσεις τηρούν διπλογραφικά βιβλία. Σε κάθε περίπτωση, το πρόστιμο ανέρχεται στο 15% των εσόδων από επιχειρηματική δραστηριότητα για κάθε ελεγχόμενη χρήση, όπως αυτά προκύπτουν από τον μέσο όρο των δηλωθέντων εσόδων με τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος των τριών τελευταίων φορολογικών ετών, μη συμπεριλαμβανομένου εκείνου για το οποίο δεν έχει παρέλθει η προθεσμία υποβολής της οικείας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος. Συνεπώς, τα ποσά των 10.000 ευρώ και των 30.000 ευρώ είναι τα ελάχιστα όρια που έχουν τεθεί.


Αναλυτικά, σύμφωνα με την ισχύουσα φορολογική νομοθεσία:
1. Για παραβάσεις παραβίασης ή παραποίησης ή επέμβασης στη λειτουργία των φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών (ΦΗΜ), κατά οποιονδήποτε τρόπο, όταν ο υπαίτιος της παράβασης είναι ο κάτοχος-χρήστης του φορολογικού ηλεκτρονικού μηχανισμού, επιβάλλεται πρόστιμο 15% επί των εσόδων από επιχειρηματική δραστηριότητα του ελεγχόμενου φυσικού ή νομικού προσώπου ή
οντότητας, όπως αυτά τα έσοδα προκύπτουν από τον μέσο όρο των δηλωθέντων εσόδων με τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος των τριών (3) τελευταίων φορολογικών ετών.


Το ανωτέρω πρόστιμο δεν μπορεί να είναι κατώτερο των 10.000 ευρώ ανά ελεγχόμενο έτος, εφόσον πρόκειται για υπόχρεο τήρησης απλογραφικών βιβλίων ή των 30.000 ευρώ ανά ελεγχόμενο έτος, εφόσον πρόκειται για υπόχρεο τήρησης διπλογραφικών βιβλίων.


Σε περίπτωση μη υποβολής έστω και μίας από τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος των τριών τελευταίων ετών παρά την ύπαρξη σχετικής υποχρέωσης, το πρόστιμο υπολογίζεται με βάση τον μέσο όρο των εσόδων των υποβληθεισών δηλώσεων και δεν μπορεί να είναι κατώτερο των 30.000 ευρώ ανά ελεγχόμενο έτος, εφόσον πρόκειται για υπόχρεο τήρησης απλογραφικών βιβλίων και των 50.000 ευρώ ανά ελεγχόμενο έτος, εφόσον πρόκειται για υπόχρεο τήρησης διπλογραφικών βιβλίων.

2. Για παραβάσεις παραβίασης ή παραποίησης ή επέμβασης στη λειτουργία των ΦΗΜ, κατά οποιονδήποτε τρόπο, όταν ο υπαίτιος της παράβασης είναι η επι- χείρηση που έχει λάβει έγκριση λογισμικού (software) και λογισμικού (hardware) από τα αρμόδια όργανα ή οποιοδήποτε πρόσωπο έχει μεταπωλήσει λογισμικό ή παρέχει τεχνική υποστήριξη για την παραβίαση ή παραποίηση ή επέμβαση με οποιονδήποτε τρόπο στη λειτουργία φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών, επιβάλλεται πρόστιμο 100.000 ευρώ, ανά ελεγχόμενο έτος.

3. Για παραβάσεις έκδοσης στοιχείων λιανικής πώλησης από φορολογικό ηλεκτρονικό μηχανισμό, ο οποίος δεν λειτουργεί με εγκεκριμένες προδιαγραφές επιβάλλεται αναλόγως το ποσό του προστίμου της παραπάνω παραγράφου 1. Το πρόστιμο αυτό δεν επιβάλλεται, εφόσον δεν επηρεάζονται η αυθεντικότητα της προέλευσης και η ακεραιότητα του περιεχομένου των στοιχείων.

4. Στην περίπτωση που κατά τη διενέργεια μερικού επιτόπιου ελέγχου πρόληψης διαπιστώνεται ότι η ελεγχόμενη οντότητα δεν διαφύλαξε ή δεν προσκόμισε ύστερα από πρόσκληση ΦΗΜ και φορολογικές μνήμες και αρχεία που δημιουργούν οι ΦΗΜ, επιβάλλεται αναλόγως το πρόστιμο της παραπάνω παραγράφου 1, το οποίο δεν μπορεί να είναι κατώτερο των 10.000 ευρώ ανά ελεγχόμενο έτος, εφόσον πρόκειται για υπόχρεο τήρησης απλογραφικών βιβλίων ή 30.000 ευρώ ανά ελεγχόμενο έτος, εφόσον πρόκειται για υπόχρεο τήρησης διπλογραφικών βιβλίων, ούτε μπορεί να είναι ανώτερο του τριπλάσιου του κατά περίπτωση κατώτερου προστίμου, εκτός εάν πριν από την έκδοση της σχετικής εντολής ελέγχου έχει δηλωθεί απώλεια ΦΗΜ. Στην περίπτωση που η οντότητα προσέλθει αυτοβούλως στην αρμόδια φορολογική αρχή και υποβάλει δήλωση απώλειας ΦΗΜ πριν από την έκδοση της σχετικής εντολής ελέγχου κατά τη διενέργεια μερικού επιτόπιου ελέγχου πρόληψης επιβάλλεται πρόστιμο ύψους 2.500 ευρώ ανεξαρτήτως του πλήθους ΦΗΜ.



Προτεινόμενα για εσάς





Σχολιασμένα