Πολύς λόγος γίνεται τελευταία για το διυλιστήριο Σβεντ στην ομώνυμη πόλη που βρίσκεται στον ποταμό Όδηρα και συνορεύει με την Πολωνία. Σε συνέντευξή του στο δεύτερο τηλεοπτικό δίκτυο της δημόσιας τηλεόρασης ZDF, ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς φάνηκε ιδιαίτερα ανήσυχος για το ενδεχόμενο να κλείσει, στο πλαίσιο των κυρώσεων που πρότεινε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Γιατί άραγε; Ας τα πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Το διυλιστήριο, 100 χιλιόμετρα μακριά από το Βερολίνο, έχει συνηθίσει στις «φουρτούνες». Τροφοδοτούνταν κανονικά με πετρέλαιο από το 1962, μέσω αγωγών από τη Σοβιετική Ένωση, μέχρι το 1990. Αλλά τι θα γινόταν μετά; Κανείς δεν ήξερε. Ωστόσο κατάφερε να επιβιώσει χάρη στη στήριξη του Χέλμουτ Κολ.
Πανικός στους κατοίκους
Αλλά οικονομικά προβλήματα που ακολούθησαν, αύξησαν το ποσοστό ανεργίας στο Σβεντ γύρω στο 25% και προκάλεσαν σοβαρές κοινωνικές αναταραχές. Πολλοί κάτοικοι φοβούνται ότι μπορεί να συμβεί ξανά το ίδιο, σε περίπτωση που το διυλιστήριο θυσιαστεί στον βωμό του εμπάργκο ρωσικού πετρελαίου που προετοιμάζουν οι χώρες-μέλη της Ε.Ε. στο πλαίσιο του 6ου πακέτου κυρώσεων. Οι ντόπιοι διηγούνται χαρακτηριστικά ότι «όταν το διυλιστήριο, ο μεγαλύτερος εργοδότης του Σβεντ, βήχει, κολλάει γρίπη όλη η πόλη». Τώρα που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προτείνει σταδιακό εμπάργκο ρωσικού πετρελαίου, οι ημέρες του φαίνονται μετρημένες. «Γνωρίζω κάποιους φίλους μου που εργάζονται εκεί και φοβούνται μην χάσουν τη δουλειά τους, μπορώ να ελπίζω ότι οι υπεύθυνοι χάραξης ενεργειακής πολιτικής στο Βερολίνο, δεν θα λάβουν βεβιασμένες αποφάσεις που θα μας βλάψουν εδώ» είπε μια νεαρή γυναίκα στην Deutsche Welle. «Το κλείσιμο του διυλιστηρίου δεν θα ήταν μόνο ένα φριχτό νέο για τους εργαζόμενους εκεί, αλλά και για ολόκληρη την πόλη» προσθέτει ο ιδιοκτήτης μιας μικρής επιχείρησης τροφίμων στο κέντρο της πόλης. «Μιλάμε για χιλιάδες υπαλλήλους και προμηθευτές, πολλοί εξ αυτών είναι τακτικοί μου πελάτες».
Η Γερμανία κατάφερε να μειώσει το ποσοστό εισαγωγών πετρελαίου από τη Ρωσία από το 35% πριν ξεκινήσει ο πόλεμος στην Ουκρανία, στο 12% μέχρι τώρα. Το διυλιστήριο είναι ο μοναδικός «πελάτης» ρωσικού πετρελαίου της Γερμανίας. Ειδικοί στον τομέα ενέργειας υποστηρίζουν ότι η διακοπή τροφοδότησης του Σβεντ με ρωσικό πετρέλαιο, δεν θα πρέπει να σημαίνει απαραίτητα και λουκέτο. Αλλά πώς θα μπορούσε να γίνει αυτό; Παίρνοντας πετρέλαιο από δεξαμενόπλοια μέσω του λιμανιού στο Ρόστοκ στη Βαλτική και καλύπτοντας μέχρι και το 60% των αναγκών του μέσω του πολωνικού λιμανιού στο Γκντανσκ. Αυτές οι προμήθειες θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν ελαφρώς διαφορετικές ποιότητες πετρελαίου, κάτι που θα απαιτούσε κάποιες τεχνικού τύπου προσαρμογές στο διυλιστήριο. Ο Στέφαν Μπούκολντ, από το ίδρυμα έρευνας και συμβούλων EnergyComment, δήλωσε στην DW ότι είναι αξιοπερίεργο που όταν γίνεται λόγος για πιθανές προσαρμογές στο διυλιστήριο, ορισμένοι αναφέρονται αποκλειστικά σε ποιότητες πετρελαίου που δεν είναι κατάλληλες για το συγκεκριμένο διυλιστήριο, όπως πετρέλαιο από τη Βενεζουέλα ή τη Σαουδική Αραβία. «Αυτό το λένε οι πολιτικοί και προσπαθούν να μας κάνουν να το πιστέψουμε» λέει μια γυναίκα που ήθελε να διατηρήσει την ανωνυμία της, επισημαίνοντας ότι η οργάνωση μεταφοράς πετρελαίου άλλης ποιότητας και η απόκτηση κατάλληλων δεξαμενοπλοίων για μεγάλες ποσότητες θα μπορούσε να οδηγήσει πιθανότατα σε μείωση της λειτουργικότητας του διυλιστηρίου.
Κάποια στιγμή θα έρθει το τέλος
Κι αυτό με τη σειρά του θα μπορούσε να έχει καταστροφικές επιπτώσεις στις προμήθειες καυσίμων σε ορισμένα γερμανικά κρατίδια. Αυτή τη στιγμή 9 στα 10 αυτοκίνητα στο Βερολίνο, το Βρανδεμβούργο και το Μεκλεμβούργο-Πομερανία κινούνται με ντίζελ από το Σβεντ. Ακόμη και το νέο αεροδρόμιο της γερμανικής πρωτεύουσας προμηθεύεται κηροζίνη από το ίδιο διυλιστήριο. Η προμήθεια πετρελαίου από άλλες χώρες και όχι από τη Ρωσία θα οδηγούσε πιθανότατα σε αύξηση των τιμών καυσίμων στα πρατήρια βενζίνης. «Οι τιμές στην αγορά ενέργειας είναι πιθανόν να αυξηθούν για προϊόντα που εξαρτώνται από το πετρέλαιο, αλλά δεν μιλάμε για 30% ή ακόμη και 50%, αλλά για πολύ λιγότερο» υποστηρίζει ο Μπούκολντ. Υπάρχει βέβαια κι ένα άλλο εμπόδιο που πρέπει να ξεπεραστεί προτού το διυλιστήριο κάνει σκέψεις να συνεχίσει τη λειτουργία του χωρίς ρωσικό πετρέλαιο, διότι ανήκει κατά πλειοψηφία στη εταιρεία ρωσικών συμφερόντων Rosneft και θα ήταν πολύ απίθανο να συναινούσε στη συνέχιση λειτουργίας με πετρέλαιο από άλλες χώρες. Αυτός είναι ο λόγος που η γερμανική κυβέρνηση δεν θα αποφύγει πιθανότατα το ενδεχόμενο να θέσει το Σβεντ υπό κρατικό έλεγχο.
Η κυβέρνηση ψήφισε πρόσφατα νόμο που διευκολύνει πολύ μια τέτοια διαδικασία για δομές που χαρακτηρίζονται κρίσιμες για τον ενεργειακό εφοδιασμό. Ωστόσο, κανείς από τους κατοίκους του Σβεντ, με τους οποίους συνομίλησε η DW, δεν ήταν υπέρ της αλλαγής ιδιοκτησιακού καθεστώτος. «Δύο λάθη δεν κάνουν ένα σωστό». είπε ο ιδιοκτήτης του καταστήματος τροφίμων, αναφερόμενος στον πόλεμο στην Ουκρανία και την απαλλοτρίωση του διυλιστηρίου. «Δεν θα μου άρεσε η ιδέα να έρθει κάποιος και να μου αρπάξει έτσι απλά τα περιουσιακά μου στοιχεία» λέει χαρακτηριστικά. Έτσι όπως πάνε τα πράγματα, το Σβεντ θα πρέπει να ζήσει για πολύ ακόμη σε περίοδο αβεβαιότητας. Όπως είπε η δήμαρχος της πόλης Ανεκατρίν Χόπε «αυτή τη στιγμή υπάρχουν περισσότερες ερωτήσεις από απαντήσεις». Ο Στέφαν Μπούκολντ ωστόσο επισημαίνει τις βραχυπρόθεσμες και τις μακροπρόθεσμες προοπτικές. «Δεν νομίζω ότι το διυλιστήριο βρίσκεται στα πρόθυρα να κλείσει με όλες τις εναλλακτικές, τώρα που η Ε.Ε. προτείνει σταδιακό εμπάργκο πετρελαίου» υποστηρίζει. «Αλλά γενικά πάντως, ούτως ή άλλως, τα διυλιστήρια που επεξεργάζονται ορυκτά καύσιμα θα πρέπει κάποια στιγμή να κλείσουν, εάν θέλουμε να είμαστε σοβαροί με τους στόχους μας για την προστασία του κλίματος».