Σύμφωνα με τη νεοκλασική οικονομική θεωρία, ο αποπληθωρισμός προκαλείται από ένα συγκεκριμένο συνδυασμό μεταξύ της προσφοράς και ζήτησης αγαθών και της προσφοράς και ζήτησης χρήματος.
Με βάση τα ιστορικά στοιχεία, το φαινόμενο του αποπληθωρισμού συνδέεται με την αύξηση της προσφοράς των αγαθών η οποία όμως δεν συνοδεύεται από αύξηση της προσφοράς του χρήματος ή (όπως συνέβη στη Μεγάλη Ύφεση και ενδεχομένως στην Ιαπωνία στις αρχές του 1990) με μείωση της προσφοράς αγαθών και μείωση της προσφοράς χρήματος.
Για τις οικονομίες που βασίζονται στις πιστώσεις, μείωση στην προσφορά χρήματος σημαίνει κατακόρυφη πτώση του δανεισμού, γεγονός που οδηγεί σε ακόμη μεγαλύτερη πτώση της προσφοράς χρήματος και σε δραματική μείωση της ζήτησης αγαθών. Το τελικό αποτέλεσμα είναι η υποχώρηση της ζήτησης είναι η μείωση των τιμών λόγω της πλεονάζουσας προσφοράς. Με αυτόν τον τρόπο ξεκινά το αποπληθωριστικό σπιράλ, όταν οι τιμές πέφτουν κάτω από το κόστος χρηματοδότησης της παραγωγής. Οι επιχειρήσεις, όπως είναι αναμενόμενο, αδυνατούν να καταγράψουν κέρδη σε αυτά τα επίπεδα τιμών και οδηγούνται στη χρεοκοπία.
REUTERS
Αποπληθωρισμός στην Ιαπωνία
Ο αποπληθωρισμός έκανε την εμφάνισή του στην Ιαπωνία στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Η Τράπεζα της Ιαπωνίας και η κυβέρνηση προσπάθησαν να αντιμετωπίσουν το φαινόμενο με μείωση των επιτοκίων (στο πλαίσιο της ποσοτικής χαλάρωσης των επιτοκίων), πολιτική που αποδείχθηκε ατελέσφορη για περισσότερο από μία δεκαετία. Τον Ιούλιο 2006, η πολιτική των μηδενικών επιτοκίων εγκαταλείφθηκε και ο πληθωρισμός στην Ιαπωνία το 2008 πέρασε και πάλι σε θετικό έδαφος.
Τα συστημικά αίτια που θεωρείται ότι οδήγησαν τη χώρα σε μακροχρόνιο αποπληθωρισμό συνοψίζονται ως εξής:
• Πτώση στις τιμές των στοιχείων ενεργητικού. Στην Ιαπωνία παρατηρούνταν σ τη δεκαετία του 1980 φαινόμενα «φούσκας» τόσο στην αγορά μετοχών όσο και ακινήτων (με αποκορύφωμα το 1989). Όταν η αξία των στοιχείων ενεργητικού μειώνεται, η προσφορά χρήματος συρρικνώνεται οδηγώντας σε αποπληθωριστικές τάσεις.
• Χρεοκοπία επιχειρήσεων: Οι τράπεζες δάνειζαν επιχειρήσεις και μεμονωμένα άτομα για να επενδύουν σε ακίνητα. Όταν υποχώρησαν οι αξίες των ακινήτων, τα δάνεια δεν εξυπηρετούνταν. Οι τράπεζες προσπαθούσαν να ενισχύσουν τις εξασφαλίσεις τους (με προσημειώσεις γης), μέτρο που δεν απέφερε όμως άμεσα έσοδα στις τράπεζες. Οι τράπεζες καθυστερούσαν να λάβουν σε δραστικά μέτρα αναμένοντας αύξηση στις τιμές των ακινήτων. Η κωλυσιεργία αυτή συνέβαινε με την ανοχή των κρατικών εποπτικών αρχών της τραπεζικής αγοράς. Ορισμένες τράπεζες, μάλιστα, χορήγησαν επιπλέον δάνεια στις επιχειρήσεις για να μπορέσουν να ανταποκριθούν στις υφιστάμενες δανειακές τους υποχρεώσεις. Η συνεχιζόμενη αυτή κατάσταση είναι γνωστή ως συντήρηση «μη πραγματοποιθέντων ζημιών» και μέχρι τα στοιχεία ενεργητικού να ανατιμηθούν ή και να εκποιηθούν (και να ρευστοποιηθούν οι ζημίες), με αποτέλεσμα να εξακολουθούν να ασκούνται αποπληθωριστικές πιέσεις στην οικονομία. Για την αντιμετώπιση του φαινομένου έχουν προταθεί (από τον Economist) διάφορα μέτρα όπως αναθεώρηση της νομοθεσίας περί πτώχευσης και μεταβίβασης γης καθώς της φορολογίας με στόχο την επίσπευση της διαδικασίας προκειμένου να εξέλθει η οικονομία από το φαύλο κύκλο του αποπληθωρισμού.
• Πτώχευση τραπεζών: Οι τράπεζες με υψηλό ποσοστό επισφαλειών στο δανειακό τους χαρτοφυλάκιο δεν εισπράττουν δόσεις έναντι των δανείων χωρίς όμως να προχωρούν και σε διαγραφές, με αποτέλεσμα να μην έχουν δυνατότητα νέων χορηγήσεων γιατί πρέπει να αυξήσουν τα ρευστά τους διαθέσιμα για αντιστάθμιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
• Φόβος για πτώχευση τραπεζών: Οι Ιάπωνες φοβούνται ότι οι τράπεζες θα καταρρεύσουν και προτιμούν να αγοράζουν χρυσό ή γραμμάτια (αμερικάνικου ή ιαπωνικού) δημοσίου παρά να διατηρούν τα χρήματά τους σε τραπεζικούς λογαριασμούς. Κατά συνέπεια, τα ρευστά διαθέσιμα προς δανεισμό μειώνονται δραστικά και δεν υπάρχει δυνατότητα χρηματοδότησης της οικονομική ανάπτυξης. Τα υψηλά επιτόκια καταθέσεων οδηγούν σε συγκράτηση της κατανάλωσης χωρίς, ωστόσο, τα κεφάλαια να διοχετεύονται σε νέες επενδύσεις στην οικονομία. Οι πολίτες αποταμιεύουν χρήματα αγοράζοντας ακίνητα εις βάρος της οικονομικής ανάπτυξης και οδηγώντας σε αύξηση τις τιμές των ακινήτων.
• Εισαγόμενος αποπληθωρισμός: Η Ιαπωνία εισάγει φτηνά καταναλωτικά αγαθά και πρώτες ύλες από την Κίνα και άλλες χώρες (λόγω των χαμηλών ημερομισθίων και του υψηλού ρυθμού ανάπτυξης σε αυτές). Συνεπώς, εισάγονται προϊόντα με συνεχώς χαμηλότερες τιμές. Οι εγχώριοι παραγωγοί είναι αναγκασμένοι να μειώσουν ακόμη περισσότερο τις τιμές τους για να είναι ανταγωνιστικοί. Έτσι παρατηρείται περεταίρω μείωση των τιμών στην ευρύτερη οικονομία με αποτέλεσμα να συντηρείται η αποπληθωριστική εικόνα.