Από την έντυπη έκδοση
Του Γιώργου Κούρου
[email protected]
Τη διαγραφή φόρων, προστίμων και άλλων ποινών που τους έχουν επιβληθεί από τις φορολογικές αρχές επιχειρούν κάθε χρόνο δεκάδες χιλιάδες φορολογούμενοι, οι οποίοι, για να αποφύγουν τον δρόμο της Δικαιοσύνης ο οποίος είναι χρονοβόρος και μάλιστα «κοστίζει», επιλέγουν αυτόν της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι τα τελευταία χρόνια, από το 2018 μέχρι και το 2021, το ποσοστό των ενδικοφανών προσφυγών που κάνει αποδεκτές η ΔΕΔ ανέρχεται στο 40%, γεγονός που σημαίνει ότι περίπου οι μισές υποθέσεις κλείνουν σε διοικητικό επίπεδο και όχι με προσφυγή στη Δικαιοσύνη.
Προτίμηση των πολιτών
Για τον λόγο αυτό άλλωστε, ολοένα και αυξάνεται ο αριθμός των φορολογουμένων οι οποίοι για να λύσουν τις «διαφορές» τους με την εφορία προτιμούν να κάνουν χρήση του άρθρου 63 του ν. 4174/2014 (Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας), που προβλέπει ότι «ο υπόχρεος, εφόσον αμφισβητεί οποιαδήποτε πράξη που έχει εκδοθεί σε βάρος του από τη Φορολογική Διοίκηση ή σε περίπτωση σιωπηρής άρνησης, οφείλει να υποβάλει ενδικοφανή προσφυγή με αίτημα την επανεξέταση της πράξης στο πλαίσιο διοικητικής διαδικασίας από την Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης της Φορολογικής Διοίκησης».
Στο πλαίσιο αυτό και πέρυσι περίπου τέσσερα στα δέκα πρόστιμα της εφορίας τα διέγραψε η ΔΕΔ, αφού από το σύνολο των 10.268 προσφυγών -αριθμός σχεδόν διπλάσιος από το 2020 οπότε και ήταν 4.951- για τις οποίες έχουν εκδοθεί αποφάσεις οι 3.658 έγιναν δεκτές εν όλω ή εν μέρει. Από τις υπόλοιπες, 4.721 προσφυγές απορρίφθηκαν, 1.812 δεν ελέγχθηκαν εντός της προβλεπόμενης από τον νόμο προθεσμίας και έτσι απορρίφθηκαν σιωπηρώς και 77 υποθέσεις μπήκαν στο αρχείο λόγω παραίτησης των υπόχρεων. Εκκρεμεί ακόμη η έκδοση απόφασης για 3.291 προσφυγές.
Επισημαίνεται εξάλλου ότι 3.069 φορολογούμενοι των οποίων οι αγωγές απορρίφθηκαν από τη ΔΕΔ έχουν ήδη προσφύγει στα διοικητικά Δικαστήρια.
Θα πρέπει βέβαια να υπογραμμιστεί ότι ο λόγος αύξησης τα τελευταία χρόνια των προσφυγών οφείλεται κυρίως στις αποφάσεις για τα αναδρομικά των συνταξιούχων, καθώς περίπου όσοι φορολογούμενοι είχαν προσφύγει στο ΣτΕ προσέφυγαν και δικαιώθηκαν και στη ΔΕΔ, αφού μόνο πέρυσι ήταν περίπου 3.500.
Άλλες επίσης αιτίες προσφυγής αφορούν λάθη ή και παραλείψεις από τις φορολογικές αρχές, που έχουν ως αποτέλεσμα τον καταλογισμό πρόσθετων φόρων και προστίμων, καθώς και αποφάσεις του ΣτΕ οι οποίες έχουν κρίνει αντισυνταγματικές διατάξεις των ετών 2000 - 2016 με τις οποίες παρατάθηκαν πέραν της πενταετίας οι προθεσμίες παραγραφής χιλιάδων φορολογικών υποθέσεων.
Η ΔΕΔ μάλιστα πρέπει να θεωρείται δεδομένο ότι θα απορρίψει οποιοδήποτε πρόστιμο έχει επιβληθεί για καθαρά τυπικούς λόγους, όπως το αυτοτελές των 100 έως 500 ευρώ που επιβάλλεται για παραλείψεις πληροφοριακού χαρακτήρα που οδηγούν στην υποβολή τροποποιητικών φορολογικών δηλώσεων.
Σε αριθμούς
Η θετική στάση της ΔΕΔ σε προσφυγές που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια πιστοποιείται και από τα στοιχεία της ΑΑΔΕ, από τα οποία προκύπτει ότι το 2018 από τις 8.170 προσφυγές που εκδικάστηκαν έγιναν αποδεκτές 3.179 ή 38,9%, το 2019 από 7.138 προσφυγές έγιναν αποδεκτές 2.465 ή 34,5%, το 2020 από 4.951 προσφυγές έγιναν δεκτές 1.886 ή 38,1%, ενώ πέρυσι από τις 10.268 προσφυγές έγιναν δεκτές 3.658 ή 35,89%.