Αλυσιδωτές αρνητικές επιδράσεις επιφέρει στην αγορά των ομολόγων το ενδεχόμενο η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να προχωρήσει εντός του 2022 σε αύξηση των επιτοκίων, όπως διεφάνη χθες στη συνέντευξη Τύπου της Κριστίν Λαγκάρντ.
Σήμερα όλες σχεδόν οι μεγάλες επενδυτικές τράπεζες, με διαφοροποιήσεις μεταξύ τους ως προς τον χρόνο και τον τρόπο, προέβλεψαν ότι θα επέλθει κλιμακωτή αύξηση 0,5% κατά τη διάρκεια του έτους.
Η στροφή αυτή της ΕΚΤ προς μία πιο περιοριστική κατεύθυνση ξεκίνησε ήδη να δημιουργεί ισχυρές αναταράξεις στις αγορές των ομολόγων οι οποίες κυρίως τα τελευταία δύο χρόνια (από το Νοέμβριο του 2109) είχαν στηριχθεί από τα προγράμματα αγοράς ομολόγων που εφάρμοζε η Κεντρική Τράπεζα. Αξίζει να αναφερθεί ότι μέσω του προγράμματος ΑPP η ΕΚΤ έχει αγοράσει ομόλογα από τη δευτερογενή αγορά ονομαστικής αξίας άνω των 3 τρισ. ευρώ, ενώ μέσω του προγράμματος πανδημίας τα ομόλογα που απέσυρε από την αγορά ξεπερνούν το 1,6 δισ. ευρώ
Και μεν για το πρόγραμμα της πανδημίας (το γνωστό PEPP στο οποίο μετέχουν και τα ελληνικά κρατικά ομόλογα) είχε ήδη αποφασιστεί και ανακοινωθεί ότι θα τερματιστεί τον Μάρτιο. Όμως για το μεγαλύτερο πρόγραμμα το ΑΡΡ (Asset Purchase Program) η προσδοκία που είχε καλλιεργηθεί ήταν ότι επρόκειτο να συνεχιστεί για αρκετό καιρό ακόμη.
Ωστόσο, η ΕΚΤ έχει ξεκαθαρίσει ότι «άνοδος των επιτοκίων θα ξεκινήσει μετά τη λήξη του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης». Όπερ σημαίνει ότι πριν ξεκινήσει η ΕΚΤ να αυξάνει τα επιτόκια της, νωρίτερα θα έχει σημάνει την «λήξη του προγράμματος» ποσοτικής χαλάρωσης. Το πότε θα δοθεί το σήμα για την αύξηση των επιτοκίων ουδείς είναι σε θέση να το γνωρίζει από σήμερα καθώς οι σχετικές αποφάσεις αναμένεται να ληφθούν από το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ που θα συνεδριάσει στις 10 Μαρτίου
Οι προβλέψεις.
Deutsche Bank, BNP Paribas, BofA και Commerzbank, συμπίπτουν στο ότι η πρώτη αύξηση του επιτοκίου από την ΕΚΤ θα γίνει το Σεπτέμβριο. Άλλες πάλι όπως η JP Morgan, Citi, ING, και η Danske Bank, είναι πιο αισιόδοξες βλέποντας μία μικρότερη αύξηση του επιτοκίου (κατά 0,25%), και την τοποθετούν στο τέλος του χρόνου.
Μετά ταύτα η απόδοση του ελληνικού 10ετούς ομολόγου, υπό το βάρος μαζικών ρευστοποιήσεων ξεπέρασε σήμερα το 2%, και το περιθώριο έναντι των αντίστοιχων γερμανικών τίτλων διευρύνθηκε σημαντικά. Ανάλογα κινήθηκαν και οι υπόλοιπες αγορές ομολόγων της ευρωζώνης, μηδέ εξαιρουμένης της γερμανικής.
Στο Ηλεκτρονικό Σύστημα Συναλλαγών της Τραπέζης της Ελλάδος (ΗΔΑΤ) σήμερα καταγράφηκαν συναλλαγές 252 εκατ. ευρώ εκ των οποίων τα 178 εκατ. ευρώ αφορούσαν σε εντολές πώλησης. Η απόδοση του 10ετούς ομολόγου αναφοράς διαμορφώθηκε στο 2,25% έναντι 0,22% του αντίστοιχου γερμανικού με αποτέλεσμα το περιθώριο να διαμορφωθεί στο 2,03%.
Στην αγορά συναλλάγματος η «πιο επιθετική στάση της ΕΚΤ» οδηγεί σε σημαντική ανατίμηση του ευρώ, το οποίο από χθες διαπραγματεύεται σταθερά πάνω από τα 1,14 δολ. Νωρίς το απόγευμα βρισκόταν στα 1,1445 δολ. από τα 1,1423 δολ. που άνοιξε η αγορά.
Η ενδεικτική τιμή για την ισοτιμία ευρώ/δολαρίου που ανακοινώνει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα διαμορφώθηκε στα 1,1464 δολ.