Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Την πρόθεση της κυβέρνησης να αντιμετωπίσει τη δίδυμη κρίση -ενεργειακή/πληθωριστική και υγειονομική- χωρίς όμως να υπάρξει εκτροχιασμός του κρατικού προϋπολογισμού, τουλάχιστον όχι με το ξεκίνημα της νέας χρονιάς, αποτυπώνουν τα μέτρα που ανακοινώθηκαν από τον πρωθυπουργό και εξειδικεύτηκαν χθες από τα συναρμόδια υπουργεία Οικονομικών, Εργασίας και Ανάπτυξης.
Αντίθετα, το κράτος θα επωφεληθεί από την άνοδο της κατανάλωσης που θα επιφέρει η αύξηση του κατώτατου μισθού, όπως επίσης και από τα αυξημένα φορολογικά έσοδα. Το πακέτο συμπληρώνεται, προσωρινά, με τα νέα μέτρα αντιμετώπισης των συνεπειών της πανδημίας, προϋπολογισμού περίπου 80 εκατ. ευρώ.
Από όλες αυτές τις παρεμβάσεις, ο προϋπολογισμός δέχεται ελεγχόμενο πλήγμα σε αντίθεση με το 2020 και το πρώτο μισό του 2021, όταν οι ενισχύσεις παρέχονταν γενναιόδωρα και οριζόντια. Παρατηρείται έτσι φέτος μια σημαντική ποιοτική διαφορά υπέρ των στοχευμένων και λελογισμένων στηρίξεων για δημοσιονομικούς λόγους.
Το μεν πακέτο επιδότησης νοικοκυριών και επιχειρήσεων για να αποπληρώσουν τους φουσκωμένους λογαριασμούς ενέργειας καλύπτεται χρηματοδοτικά από τους πόρους του Ταμείου Ενεργειακής Μετάβασης, οι οποίοι με τη σειρά τους προκύπτουν από τα πρόσθετα έσοδα που αφήνει η κατακόρυφη αύξηση στην τιμή των ρύπων, η δε αύξηση του κατώτατου μισθού είναι παρέμβαση που θα κληθούν να πληρώσουν οι εργοδότες.
Ακόμη και το μεγαλύτερο μέρος του χθεσινού πακέτου στήριξης για να καλυφθεί η ζημιά από τους πρόσφατους περιορισμούς στην οικονομική δραστηριότητα θα χρηματοδοτηθεί από το ΕΣΠΑ και το React EU. Από τις κυβερνητικές επιλογές καθίσταται σαφές ότι σε αυτή τη φάση προτεραιότητα του οικονομικού επιτελείου είναι να μην εκτροχιαστεί ο κρατικός προϋπολογισμός με το ξεκίνημα της χρονιάς, σε μια περίοδο που διακυβεύονται η έξοδος της χώρας από τη μεταμνημονιακή εποπτεία, οι δημοσιονομικοί στόχοι που θα πρέπει να επιτυγχάνει η χώρα τα επόμενα πολλά χρόνια, καθώς και η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας για τα ελληνικά ομόλογα. Ο προϋπολογισμός προβλέπει ότι το πρωτογενές έλλειμμα θα πρέπει να συγκρατηθεί φέτος στην περιοχή του 1%-1,5% και ιδανικά να μην ξεπεράσει τα 2 δισ. ευρώ, καθώς κάτι τέτοιο θα σήμαινε την ανάγκη αύξησης του δανεισμού. Το να υπάρξουν αποκλίσεις δεν αποκλείεται. Άλλωστε, διανύουμε μια χρονιά με πολλές αβεβαιότητες. Ωστόσο, φαίνεται να αποτελεί κεντρική επιλογή να μην προστεθούν από τώρα βάρη στον προϋπολογισμό που δεν θα μπορούν να καλυφθούν με την πάροδο των μηνών.
Το οικονομικό επιτελείο δεν αποκλείει το ενδεχόμενο να χρειαστούν πρόσθετα μέτρα στήριξης το επόμενο διάστημα, είτε για την αντιμετώπιση της πανδημίας είτε για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης και του πληθωριστικού κύματος.
«Παράθυρο» για πρόσθετες παρεμβάσεις
Στο μέτωπο του πληθωρισμού, γίνεται αντιληπτό ότι μόνο η αύξηση του κατώτατου μισθού δεν καλύπτει το σύνολο των νοικοκυριών που θα πληγούν, ειδικά των πιο αδύναμων. Για παράδειγμα, με την αύξηση του κατώτατου μισθού αναπροσαρμόζεται και το επίδομα ανεργίας ισόποσα, καθώς είναι συνδεδεδεμένο με το ημερομίσθιο του ανειδίκευτου εργάτη.
Όμως, οι μακροχρόνια άνεργοι και οι χαμηλοσυνταξιούχοι δεν θα δουν κάποια αύξηση στις αποδοχές τους, κάτι που σημαίνει ότι είναι πολύ πιθανό να χρειαστούν πρόσθετες παρεμβάσεις, ειδικά αν επιβεβαιωθούν οι εκτιμήσεις ότι τα χειρότερα στο μέτωπο του πληθωρισμού είναι μπροστά.
Σε κάθε περίπτωση, η κυβέρνηση θα επιδιώξει να κερδίσει χρόνο ώστε να ξεκαθαρίσει το τοπίο στα βασικά μέτωπα (δηλαδή να φανεί πιο καθαρά πότε ολοκληρώνεται και το νέο κύμα της πανδημίας, αλλά και σε ποιο επίπεδο θα κορυφωθεί το ράλι των τιμών) και να καταγραφεί με όσο το δυνατόν περισσότερη ακρίβεια η έκταση του προβλήματος. Στην κυβέρνηση εκτιμούν ότι το 2021 μπορεί να κλείσει και με χαμηλότερο πρωτογενές έλλειμμα από τον στόχο που έχει αποτυπωθεί στον προϋπολογισμό (δηλαδή ένα ποσοστό χαμηλότερο από το 7%), κάτι που ενδεχομένως να δημιουργήσει και πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο και για τον προϋπολογισμό του 2022.