ΤΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ επιχειρηματικού ρίσκου που διαχειρίζονται ο Steven Cohen και ο Kenneth Griffin κέρδισαν πλέον του 30% πέρυσι, έχοντας τις καλύτερες επιδόσεις στον κλάδο από το 2003, περίοδο κατά την οποία το μεγαλύτερο κεφάλαιο της Goldman Sachs Group Inc., υποχώρησε για πρώτη φορά σε επτά χρόνια.
Η SAC Capital Advisors LLC του Cohen απέφερε 34% και η Citadel Investment Group LLC του Griffin, επίσης υπερέβη απόδοση του 30%, αποτέλεσμα των τοποθετήσεων στον κλάδο της ενέργειας, μετά την κατάρρευση της Amaranth Advisors LLC τον Σεπτέμβριο, σύμφωνα με επενδυτές των κεφαλαίων. Η ναυαρχίδα της Goldman, Global Alpha Fund, έκλεισε το έτος με απώλειες 6%.
Ο μέσος όρος των κεφαλαίων επιχειρηματικού ρίσκου αυξήθηκε 13% πέρυσι, περισσότερο από το 9,3% το 2005, σύμφωνα με τα στοιχεία της Hedge Fund Research Inc., που εδρεύει στο Σικάγο. Τα κεφάλαια αυτά, που επενδύουν σε αναπτυσσόμενες αγορές, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας και της Βραζιλίας και σε εταιρείες που εμπλέκονται σε εξαγορές, ξεπέρασαν εκείνα που προσπάθησαν να προβλέψουν τις κινήσεις τιμών των ομολόγων, των νομισμάτων και των εμπορευμάτων φυσικής παραγωγής. Τα στοιχήματα ότι οι μετοχές θα υποχωρήσουν, βρέθηκαν αντιμέτωπα με αγοραπωλησίες που τροφοδότησαν την άνοδο της αγοράς.
Κι ενώ τα περισσότερα hedge funds, υστέρησαν της ανόδου 15,8% του Standard & Poor's 500 Index το 2006, το χάσμα δεν τα έβλαψε από την άντληση κεφαλαίων από τους επενδυτές. Συνολικά τα τρία πρώτα τρίμηνα του 2006, προσήλκυσαν 111 δισ. δολ., έναντι 47 δισ. δολ. ολόκληρο το 2005, σύμφωνα με τα στοιχεία της Hedge Fund Research.
Ο Cohen, 50 ετών, ίδρυσε την SAC to 1992 και έχει δημιουργήσει μία από τις μεγαλύτερες εταιρείες του κλάδου με περιουσιακά στοιχεία 12 δισ. δολάρια. Οι επενδύσεις πέρυσι περιελάμβαναν την Time Warner Inc. και την μεταλλουργία Phelps Dodge Corp. O Cohen είναι αντίθετος της εξαγοράς ύψους 25,5 δισ. δολ. της Phelps από την Copper & Gold Inc. Ο ίδιος αρνήθηκε να σχολιάσει το θέμα.
O Griffin, 38 ετών, ξεκίνησε τη Citabel το 1990 με λιγότερα από 5 εκατ. δολ. και τώρα διαχειρίζεται 12,8 δισ. δολ. που μπορούν να επενδυθούν οπουδήποτε, από μετοχές και ομόλογα έως ξένο συνάλλαγμα και φυσικό αέριο.