Για δεύτερη φορά σε μία εβδομάδα η Τουρκία παρενέβη στις αγορές συναλλάγματος, σε μια προσπάθεια να στηρίξει τη λίρα.
Η κεντρική τράπεζα της χώρας σημείωσε ότι οι «μη υγιείς διακυμάνσεις των τιμών» την οδήγησαν στην απόφαση να παρέμβει προχωρώντας στην πώληση ξένων «σκληρών» νομισμάτων, όπως το δολάριο ή το ευρώ.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Goldman Sachs, η κεντρική τράπεζα ξόδεψε περίπου 1 δισ. δολάρια για την πρώτη παρέμβασή της την Τετάρτη, με την οποία επέστρεψε στην αμφιλεγόμενη πολιτική της «καύσης» των συναλλαγματικών αποθεμάτων της χώρας για τη στήριξη της λίρας.
Η λίρα σημείωσε άνοδο έως και 3% στις άκρως ασταθείς συναλλαγές την Παρασκευή, αλλά άρχισε να χάνει τα κέρδη της. Αργότερα αρχισε να υποχωρεί 0,5%, στις 13,6 λίρες ανά δολάριο, κοντά δηλαδή στο πρόσφατο ιστορικό χαμηλό της.
Το νόμισμα έχει χάσει περίπου το 40% της αξίας του από τις αρχές Σεπτεμβρίου, όταν η κεντρική τράπεζα, ενεργώντας υπό την πίεση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, άρχισε να μειώνει τα επιτόκια παρά τον αυξανόμενο πληθωρισμό, ο οποίος εκτινάχθηκε τον Νοέμβριο.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία που δόθηκαν στη δημοσιότητα ο πληθωρισμός σκαρφάλωσε στο 21,31% τον Νοέμβριο, με τις τιμές καταναλωτή να αυξάνονται 3,51% σε σχέση με τον Οκτώβριο. Η αύξηση ήταν μεγαλύτερη ακόμη και από εκείνη που προέβλεπαν οι ειδικοί.
Παρά την ανεξέλεγκτη πορεία του πληθωρισμού η κεντρική τράπεζα της χώρας επιμένει στην πολιτική των χαμηλών επιτοκίων. Αυτή τη γραμμή υπηρετεί πιστά και ο νέος υπουργός Οικονομικών της χώρας, Νουρεντίν Νεμπάτι, που ανέλαβε τα ηνία μετά την καρατόμηση του Λουτφί Ελβάν.
Οι κίνδυνοι που προκαλεί η νομισματική πολιτική που ακολουθεί η κυβέρνηση της Τουρκίας και ιδιαίτερα η συνεχιζόμενη αύξηση του πληθωρισμού, οδήγησαν τον αμερικανικό οίκο αξιολόγησης Fitch στην υποβάθμιση της προοπτικής (outlook) της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας σε «αρνητική».
naftemporiki.gr