Γιώργος Καρανίκας: Το ενεργειακό κόστος δοκιμάζει τις αντοχές του λιανικού εμπορίου

Ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ στη «Ν»
Δευτέρα, 01 Νοεμβρίου 2021 11:18
UPD:11:18

Από την έντυπη έκδοση

Του Φάνη Ζώη
[email protected]

Τη λήψη ισχυρότερων μέτρων προστασίας των επιχειρήσεων από το αυξημένο ενεργειακό κόστος ζητά ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ, Γιώργος Καρανίκας, εξηγώντας σε συνέντευξη που παραχώρησε στη «Ν» τους λόγους που ο συνδυασμός της ενεργειακής κρίσης και των παγκόσμιων προβλημάτων στην τροφοδοσία προβληματίζει έντονα την αγορά.  Όπως επισημαίνει, μεγάλοι κλάδοι του λιανεμπορίου έχουν αποτρέψει τη μετακύλιση των αυξήσεων στον καταναλωτή, αλλά είναι αμφίβολο για πόσο θα το καταφέρνουν. Σημειώνει δε πως τυχόν ελλείψεις σε προϊόντα τεχνολογίας δεν αποκλείονται στην Black Friday και θα εξαρτηθούν από το ύψος της ζήτησης. 

Τονίζει ακόμη πως το πλήγμα στην αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών, λόγω των ανατιμήσεων σε είδη σούπερ μάρκετ, καύσιμα και θέρμανση, μειώνει τις προσδοκίες του εμπορικού κόσμου για υψηλό τζίρο, τόσο στις ενδιάμεσες εκπτώσεις που ξεκινούν σήμερα όσο και την εορταστική περίοδο. 
Ο κ. Καρανίκας καλεί τις τράπεζες να αλλάξουν πλεύση, παρέχοντας φθηνή ρευστότητα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ενώ θεωρεί πως μόνο ένα μικρό ποσοστό ΜμΕ θα ωφεληθεί άμεσα από τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης, προχωρώντας σε συνενώσεις και συνεργατικά σχήματα. Εκτιμά δε πως η πανδημία προκάλεσε σε χιλιάδες ευάλωτες εμπορικές επιχειρήσεις συμπτώματα «οικονομικού Long Covid», μεγαλώνοντας και στο e-commerce την απόσταση που τις χωρίζει από τις ισχυρότερες.
 Υπενθυμίζει δε πως το λιανεμπόριο έμεινε εκτός ενίσχυσης με το Πρόγραμμα Επανεκκίνησης, σε αντίθεση με άλλους πληττόμενους κλάδους.
Αναλυτικότερα ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ στη συνέντευξή του αναφέρει:

Πόσο επηρεάζουν τις προοπτικές βιωσιμότητας των επιχειρήσεων η ενεργειακή κρίση και τα αυξημένα κόστη παραγωγής και προμηθειών πολλών προϊόντων; 

«Στην αγορά επικρατεί έντονος προβληματισμός, καθώς οι αυξήσεις στην ενέργεια και στις πρώτες ύλες επηρεάζουν όλες τις επιχειρήσεις, ενώ ταυτόχρονα οι αυξημένες δαπάνες για θέρμανση και ηλεκτρικό ρεύμα μειώνουν την αγοραστική δύναμη κάθε νοικοκυριού. Πρόκειται για νέο test αντοχής χιλιάδων μικρομεσαίων λιανεμπορικών επιχειρήσεων που καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε το αυξημένο κόστος παραγωγής να μη μετακυλισθεί στην τιμή των προϊόντων. Όσο καλά όμως κι αν τα καταφέρνουν μέχρι στιγμής μεγάλοι κλάδοι, όπως η ένδυση - υπόδηση, το πορτοφόλι του καταναλωτή αδειάζει από τις ανατιμήσεις στα είδη σούπερ μάρκετ και στα καύσιμα, χωρίς να διαφαίνεται σενάριο -σταδιακής έστω- αποκλιμάκωσης των τιμών. Επιπλέον, δεν μπορείς να απορροφάς συνεχώς το αυξημένο κόστος παραγωγής, προμηθειών και λειτουργίας της επιχείρησης θέτοντας σε κίνδυνο την ελάχιστη κερδοφορία που απαιτείται για την επιβίωσή της». 

Εκτιμάτε ότι θα είναι διαφορετική φέτος η Black Friday, λόγω των προβλημάτων που υπάρχουν παγκοσμίως στην εφοδιαστική αλυσίδα; Φοβάστε για ελλείψεις στα ράφια; Σας ανησυχεί το ενδεχόμενο η παράταση αυτής της κατάστασης να επηρεάσει και την εορταστική αγορά Χριστουγέννων - Πρωτοχρονιάς;

«Αυτό που σήμερα γνωρίζουμε είναι ότι η παγκόσμια έλλειψη ημιαγωγών προκαλεί προβλήματα στις μεγάλες τεχνολογικές εταιρείες. Καταγράφονται σημαντικές καθυστερήσεις και αυξήσεις των ναύλων στα φορτία από την Κίνα. Όλα αυτά ήδη επηρεάζουν την παραγωγή και τροφοδοσία των καταστημάτων με ορισμένους κωδικούς δημοφιλών προϊόντων. Από την άλλη πλευρά όλες οι εγχώριες εμπορικές αλυσίδες έχουν προσπαθήσει εδώ και καιρό να στοκάρουν, για λόγους επάρκειας και συγκράτησης των τιμών, τόσο για την Black Friday όσο και για την περίοδο των Χριστουγέννων. Το αν θα καταγραφούν ελλείψεις θα εξαρτηθεί κυρίως από το πόσο μεγάλη θα είναι η ζήτηση. Έχει επίσης σχέση με το πόσες μέρες θα είναι στην πράξη η περίοδος των προσφορών, καθώς κάθε χρόνο η Black Friday εξελίσσεται σε “Black Week”». 

Μετρήσεις καταγράφουν ήδη την ανησυχία των νοικοκυριών εν όψει του δύσκολου χειμώνα. Με τις ενδιάμεσες εκπτώσεις να ξεκινούν σήμερα, ποιος πιστεύετε ότι θα είναι ο αντίκτυπος στην καταναλωτική κίνηση;

«Με τις δυσκολίες που περιγράψαμε σε τροφοδοσία και ενέργεια, ο τζίρος των εμπορικών καταστημάτων τον χειμώνα θα είναι χαμηλότερος από ό,τι προσδοκούσαμε και χρειαζόμασταν. Αυτό θα καθυστερήσει περαιτέρω την ήδη αργή ανάκαμψη των μικρομεσαίων εμπορικών επιχειρήσεων από τις επιπτώσεις της πανδημίας. Στο πλαίσιο αυτό, υπεισέρχεται βέβαια και η εκπεφρασμένη βούληση της κυβέρνησης να αυξήσει τα μέτρα στήριξης επιχειρήσεων και νοικοκυριών. Οι αποφάσεις της πρέπει να ληφθούν ταχύτατα και να αντισταθμίζουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερο ποσοστό του αυξημένου ενεργειακού κόστους. Όταν η αύξηση στο ηλεκτρικό ρεύμα ισοδυναμεί με δεύτερο ενοίκιο για μία μικρή εμπορική επιχείρηση που δεν έχει αποθέματα ρευστότητας, τότε κλονίζεται άμεσα η βιωσιμότητά της. Θεωρούμε πάντως ότι εξαιτίας ακριβώς αυτής της έκτακτης κατάστασης, οι καταναλωτές πρέπει να εκμεταλλευθούν την ευκαιρία που τους δίνεται στις ενδιάμεσες εκπτώσεις, για να βρουν φθηνότερες τιμές και ποιοτικά προϊόντα. Παρ’ όλο που η πάγια θέση της ΕΣΕΕ είναι ότι ο θεσμός των εκπτώσεων θα ενισχυθεί στα μάτια του καταναλωτή όταν μόνο δύο φορές τον χρόνο ισχύουν οι τακτικές εκπτώσεις, και μόνον αυτές». 

Ως κατ’ εξοχήν εκπρόσωπος της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας, η ΕΣΕΕ είναι ικανοποιημένη από την προσπάθεια που καταβάλλουν τελευταία κυβέρνηση και τράπεζες να βρεθεί λύση στο μείζον ζήτημα της παροχής ρευστότητας προς τις ΜμΕ; 

«Δεν μπορεί μία χώρα να αναμένει βιώσιμη ανάπτυξη αν η ραχοκοκαλιά της οικονομίας της μένει εκτός τραπεζικής χρηματοδότησης. Δεν είναι αποδεκτό το γεγονός ότι στο σύνολο των 16,2 δισ. ευρώ που δόθηκαν ως δάνεια το 2020, τα 10,2 δισ. κατευθύνθηκαν σε μεγάλες επιχειρήσεις και μόνο τα 6 δισ. ευρώ σε μικρομεσαίες. Συμμετέχουμε όλο αυτό το διάστημα στον πολυμερή διάλογο που συγκάλεσε η κυβέρνηση με τους φορείς της αγοράς και με τα πιστωτικά ιδρύματα. Η διαπίστωση είναι κοινή: Στη χώρα μας κατέχουμε σταθερά ένα από τα υψηλότερα ευρωπαϊκά ρεκόρ αποκλεισμού μικρομεσαίων επιχειρήσεων από τον τραπεζικό δανεισμό. Δεν αρκούν οι διαπιστώσεις. Απαιτείται αλλαγή πλεύσης των τραπεζών, με μεγαλύτερη ευελιξία στα κριτήρια, από τη στιγμή που η δική τους ρευστότητα έχει τονωθεί επαρκώς με την αύξηση των καταθέσεων κατά 27 δισ. ευρώ μέσα σε έναν χρόνο και με την ιδιαίτερα ενισχυμένη χρηματοδότησή τους από το Ευρωσύστημα».  

Σημαντικές μεταρρυθμίσεις προς τον ψηφιακό και πράσινο μετασχηματισμό της οικονομίας δρομολογούνται ήδη και θα πολλαπλασιαστούν τα επόμενα χρόνια μέσω των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης και του νέου ΕΣΠΑ. Πόσο κοντά στις προσδοκίες του επιχειρηματικού κόσμου είναι τα κριτήρια και οι προϋποθέσεις που τίθενται για το ποιοι και πόσο θα ωφεληθούν από την υλοποίηση των προβλεπόμενων έργων; 

«Το Ταμείο Ανάκαμψης και το νέο ΕΣΠΑ είναι δύο πολύ ισχυροί μοχλοί ανάπτυξης της οικονομίας. Ωστόσο, μόνον οι μεγάλες επιχειρήσεις με εγνωσμένη πιστοληπτική ικανότητα θα λάβουν τις προβλεπόμενες επιδοτήσεις και τα δάνεια του Ταμείου, αφού έχουν τα ίδια κεφάλαια που απαιτούνται. Στον αντίποδα, για εκατοντάδες χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που έχουν ανοιχτές τις πληγές της δεκαετούς οικονομικής κρίσης και της συνεχιζόμενης πανδημίας, το Ταμείο Ανάκαμψης δεν θα προσφέρει άμεση βοήθεια. Ένα μικρό ποσοστό ΜμΕ θα εκμεταλλευθεί το θετικό οικονομικό κλίμα και θα αναπτυχθεί. Κάποιες από αυτές θα προχωρήσουν σε συνενώσεις και συνέργειες για να ισχυροποιηθούν και να επιτύχουν οικονομίες κλίμακος. Όλα δείχνουν όμως πως η μεγάλη πλειονότητα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων θα μείνει πολύ πίσω στην κούρσα του ψηφιακού και πράσινου μετασχηματισμού, λόγω έλλειψης ρευστότητας. Με ό,τι δυσάρεστο θα σημάνει αυτό για τις συνθήκες ανταγωνισμού, την απασχόληση και την κοινωνική συνοχή».

 Έχει ξεπεράσει οριστικά το λιανεμπόριο τις επιπτώσεις της πανδημίας; Σας ανησυχεί το ενδεχόμενο έξαρσης των κρουσμάτων;

 «Η έξαρση των κρουσμάτων είναι ανησυχητική, αλλά ευτυχώς η κυβέρνηση παραμένει σταθερή στη θέση της ότι δεν θα έχουμε ξανά lockdown. Το γεγονός όμως ότι δεν είχαμε έξαρση λουκέτων ως τώρα δεν πρέπει να δημιουργεί την εντύπωση ότι οι μικρομεσαίες εμπορικές επιχειρήσεις έχουν “αναρρώσει” από τον Covid. Ο φόβος του κορονοϊού έπληξε τις εμπορικές αγορές, ακόμη και μετά την ισχυρή αύξηση των τουριστικών αφίξεων, τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο. Από την αρχή της πανδημικής κρίσης η μεγάλη άνοδος του ηλεκτρονικού εμπορίου ωφέλησε κυρίως τις ισχυρές εγχώριες και πολυεθνικές εταιρείες. Παράλληλα προκάλεσε συμπτώματα “οικονομικού Long Covid” στις πιο ευάλωτες: Αφενός έχουν απολέσει σημαντικό μερίδιο αγοράς στο φυσικό κατάστημα εξαιτίας των περιοριστικών μέτρων και αφετέρου δεν δύνανται, λόγω έλλειψης τεχνογνωσίας και κεφαλαίων, να ανταγωνιστούν τις μεγαλύτερες. Εδώ μπαίνει επιτακτικά όχι μόνο το ζήτημα της τραπεζικής χρηματοδότησης, αλλά και των μέτρων στήριξης από την Πολιτεία, μιας και το λιανεμπόριο δεν έχει λάβει ενίσχυση με Πρόγραμμα Επανεκκίνησης, σε αντίθεση με άλλους πληττόμενους κλάδους».  
 



Προτεινόμενα για εσάς





Σχολιασμένα