Τι σηματοδοτεί η παραίτηση Βάιντμαν

To timing και τα σενάρια για τους λόγους της πρόωρης αποχώρησης του Γερμανού κεντρικού τραπεζίτη
Πέμπτη, 21 Οκτωβρίου 2021 06:00
REUTERS/LISI NIESNER

Από την έντυπη έκδοση

Της Έφης Τριήρη
[email protected]

Σταθερός επικριτής της υπερβολικά χαλαρής νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ, σφοδρός πολέμιος του «σούπερ» Μάριο Ντράγκι, ενίοτε και «χαμηλών τόνων» ή συμβιβαστικός στη γραμμή που χάραξε η νυν πρόεδρος της κεντρικής τράπεζας της Ευρωζώνης Κριστίν Λαγκάρντ. Ο λόγος για το «γεράκι των γερακιών», τον πρόεδρο της Μπούντεσμπανκ και μέλος του Δ.Σ. της ΕΚΤ, Γενς Βάιντμαν, που ανακοίνωσε χθες αιφνιδιαστικά την παραίτησή του από το «τιμόνι» της κεντρικής τράπεζας της Γερμανίας, επικαλούμενος προσωπικούς λόγους. 

Η παραίτηση Βάιντμαν, περίπου πέντε χρόνια προτού λήξει η θητεία του, λαμβάνει χώρα σε μία ιδιαίτερα κομβική στιγμή για το μέλλον του έκτακτου προγράμματος στήριξης ΡΕΡΡ, καθώς έχουν ήδη αρχίσει οι συζητήσεις για το εάν τελικά θα λήξει, όπως έχει προγραμματιστεί στα τέλη Μαρτίου του 2022, θα αναπροσαρμοστεί ή θα περάσει μέρος της ευελιξίας του στο κανονικό πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης ΑΡΡ. Η έξοδός του συμπίπτει όμως και με την εξέλιξη των πολιτικών διαβουλεύσεων για τον σχηματισμό νέας κυβέρνησης μεταξύ των Σοσιαλδημοκρατών, των Φιλελευθέρων και των Πρασίνων. 

Προφανώς και δεν είναι τυχαία η χρονική συγκυρία της παραίτησης και προφανώς υπάρχει πολύ παρασκήνιο, με πολλά αναπάντητα ερωτήματα που έχουν να κάνουν τόσο με την ίδια την ΕΚΤ, αλλά και πιο ευρύτερα με την πολιτική αλλαγή στη Γερμανία μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου. Δεν εισακούγεται πλέον η φωνή του μέσα στους κόλπους τους Δ.Σ., καθώς η πρόεδρος Κριστίν Λαγκάρντ προσπάθησε, επιτυχώς όπως φαίνεται μέχρι τώρα, να κρατήσει λεπτές ισορροπίες; Ή είναι φυσικό επακόλουθο του νέου πολιτικού σκηνικού που αναδεικνύεται στη Γερμανία, μετά την αποχώρηση των Χριστιανοδημοκρατών; Και εάν ισχύει αυτό, πρόκειται για αλλαγή προσώπου ή για αλλαγή σελίδας; 

Η συμμετοχή των Πρασίνων στον κυβερνητικό σχηματισμό με τους Σοσιαλδημοκράτες και τους Φιλελευθέρους, εάν βεβαίως ευοδωθούν οι επίσημες διαπραγματεύσεις που έχουν ξεκινήσει, καθιστά πιο μετριοπαθές το προφίλ της νέας κυβέρνησης, με μεγαλύτερο άνοιγμα προς την Ευρώπη, με όλα όσα συνεπάγεται αυτό για τα δημοσιονομικά, την οικονομία και τη νομισματική πολιτική. Μήπως λοιπόν χρειάζονται και πιο μετριοπαθή πρόσωπα στις καίριες θέσεις που θα διαμορφώσουν τις νέες πολιτικές της Ευρωζώνης μετά την κρίση του κορονοϊού; 

Άλλωστε, ο ίδιος δεν θα επέλεγε την παραίτηση, γιατί, όπως είχε πει, είναι κάτι που δεν του ταιριάζει. «Δεν είναι στο στιλ μου να παραιτούμαι», είχε πει πριν από μερικά χρόνια όταν είχε έρθει σε σφοδρή σύγκρουση με τον τότε πρόεδρο της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι. Η ίδια η επιστολή που έστειλε στους συναδέλφους του μέσω της οποίας κοινοποιεί την απόφαση της παραίτησής του, «λέει πολλά». Δεν είναι τυχαίο ότι υπογραμμίζει τη δυσαρέσκειά του ως προς τη λήψη αποφάσεων στους κόλπους της ΕΚΤ, τόσο στη διάρκεια της πανδημίας όσο και στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας. «Μία νομισματική πολιτική με ζητούμενο τη σταθερότητα θα είναι εφικτή μακροπρόθεσμα μόνο εάν διασφαλιστεί η ενότητα σε επίπεδο δράσης και ευθυνών, εάν η νομισματική πολιτική σέβεται τη στενή εντολή της και δεν μπλέκεται στα δίχτυα της πολιτικής ή των χρηματοοικονομικών αγορών. Τα μέτρα στήριξης με την άνευ προηγουμένου ευελιξία ταιριάζουν μόνο στην έκτακτη κατάσταση για την οποία και δημιουργήθηκαν», αναφέρει. 

Το αποχαιρετιστήριο μήνυμά του ήταν φυσικό να αποτυπώνει την απαρέγκλιτη σταθερότητα των αρχών του και την παραδοσιακή «ορθοδοξία» της Μπούντεσμπανκ, γι' αυτό και δεν έχασε την ευκαιρία να υπερτονίσει τον κίνδυνο του επίμονου πληθωρισμού. «Θα ήταν ζωτικής σημασίας να μην κοιτάζουμε μόνο τους αποπληθωριστικούς κινδύνους, αλλά και να μην απομακρύνουμε την προσοχή μας και από τον κίνδυνο των επικείμενων πληθωριστικών πιέσεων», είπε χαρακτηριστικά. Για μία ολόκληρη δεκαετία η ΕΚΤ προσπαθούσε να αντιμετωπίσει τον βραδύ ρυθμό αύξησης των τιμών, κάτι που άλλαξε άρδην τους τελευταίους μήνες, με τον πληθωρισμό να εκτινάσσεται στα ύψη και να αγγίζει το 3,4% τον Σεπτέμβριο.

Λύπη στο Βερολίνο

Τη λύπη της για την αποχώρηση του Γενς Βάιντμαν από τη θέση του προέδρου της Bundesbank εξέφρασε χθες η καγκελάριος Άγκελα Μέρκελ, διά του εκπροσώπου της, ο οποίος τόνισε ότι ο απερχόμενος επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας «εκπροσώπησε την Bundesbank με εξαιρετικό τρόπο, τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο». Η Μέρκελ «τον ευχαριστεί για το έργο του σε αυτά τα πολύ δύσκολα χρόνια της θητείας του σε ό,τι αφορά τη νομισματική και δημοσιονομική πολιτική. Τώρα είναι καθήκον της μελλοντικής ομοσπονδιακής κυβέρνησης να βρει τον διάδοχό του», επισήμανε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος. Σύμφωνα με τη σχετική νομοθεσία, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση πρέπει να προτείνει έναν υποψήφιο για το αξίωμα, ενώ ο διορισμός γίνεται από τον ομοσπονδιακό πρόεδρο. Στο ίδιο πνεύμα, εκπρόσωπος του υπουργείου Οικονομικών ανέφερε πάντως ότι η υπηρεσιακή πλέον κυβέρνηση λειτουργεί, όπως απαιτείται, με αυτοσυγκράτηση, αφήνοντας να εννοηθεί ότι ο νέος επικεφαλής της Bundesbank θα επιλεγεί από την επόμενη κυβέρνηση. 
 



Προτεινόμενα για εσάς





Σχολιασμένα