Από την έντυπη έκδοση
Της Δανάης Αλεξάκη
[email protected]
Από το 2012 η εταιρεία Natuevo «καλλιεργεί» καινοτομία στο Βασιλεώνοικο της Χίου, καθώς αποτελεί τον μοναδικό παραγωγό «φρέσκου» βιολογικού χυμού aloe vera. Η διαφοροποίηση του χυμού αλόης με λεμόνι και μαστίχα Χίου έγκειται στο γεγονός ότι δεν περιέχει συντηρητικά και διαδικασίες υψηλής θερμικής επεξεργασίας. Επί της ουσίας αποτελεί το μοναδικό «φρέσκο» προϊόν της κατηγορίας με περιορισμένη διατηρησιμότητα 60 ημερών, ενώ οι περισσότερες παραγωγικές διαδικασίες είναι χειροποίητες. Με βασικό «συντηρητικό» το λεμόνι και το μαστιχέλαιο -από την Ένωση Μαστιχοπαραγωγών- που δίνει τη γεύση και το άρωμα, η Natuevo μέσα από έναν μονάχα κωδικό προσδοκά να βελτιώσει τις διατροφικές συνήθειες των καταναλωτών, υιοθετώντας αειφόρες και βιώσιμες πρακτικές καλλιέργειας.
Όπως αναφέρει, μιλώντας στη «Ν», ο δημιουργός της Natuevo, Μιχάλης Φετοκάκης, «τα οφέλη της αλόης είναι πολλά. Στον χυμό αλόης κυρίαρχα είναι τα πεπτικά ένζυμα που περιέχει, τα οποία αναπλάθουν τα κύτταρα του στομάχου και του εντέρου, ενεργοποιώντας τον μεταβολισμό, συμβάλλοντας στη σωστή λειτουργία του πεπτικού συστήματος και συντελώντας σημαντικά στην ενίσχυση του ανοσοποιητικού συστήματος».
Από την ιδέα στην πράξη
Το εγχείρημα της Natuevo από την πρώτη φύτευση χρειάστηκε περίπου τέσσερα χρόνια για να ολοκληρωθεί, με το τελικό λανάρισμα στην αγορά να γίνεται το 2016. Ο χυμός της Natuevo, που φέρει τις απαραίτητες πιστοποιήσεις (ISO, bio), βρίσκεται σε επιλεγμένα εγχώρια ράφια σε περίπου 50 σημεία και όπως επισημαίνει ο κ. Φετοκάκης «έχουμε αναπτύξει σταθερές και ποιοτικές συνεργασίες. Επιδιώκουμε να αναπτυχθούμε σε όλη την επικράτεια μέσα από αυτό το μοντέλο πιστών συνεργασιών και σε αυτό το πλαίσιο δεν δρομολογείται η δημιουργία ηλεκτρονικού καταστήματος. Σε ηλεκτρονικό επίπεδο αξιοποιούμε τη δυναμική όλων των μέσων κοινωνικής δικτύωσης προκειμένου να επικοινωνήσουμε με τους καταναλωτές μας».
Η παραγωγική δυναμική σε όρους καλλιέργειας έχει υψηλές δυνατότητες υποστήριξης έως και δεκαπλάσιας ζήτησης, ενώ ήδη δρομολογείται και ο εκσυγχρονισμός του εργαστηρίου με νέα γραμμή παραγωγής, επένδυση που έχει ενταχθεί στο πρόγραμμα Leader Bορείου Αιγαίου με προϋπολογισμό περί τις 160 χιλ. ευρώ. «Η συγκομιδή των φύλλων της αλόης γίνεται καθ' όλη τη διάρκεια του χρόνου, συνεπώς έχουμε τη δυνατότητα να καλύψουμε αυξημένες ανάγκες. Προτεραιότητά μας είναι η επέκταση εντός Ελλάδας, ωστόσο αναζητάμε και διανομέα ώστε να προωθηθούμε δυνητικά και στο εξωτερικό».
Σε επίπεδο διεύρυνσης του κωδικολογίου ήδη γίνεται η προετοιμασία για το λανσάρισμα ακόμα μίας γεύσης στον χυμό αλόης, ωστόσο τα πλάνα δεν προβλέπουν επέκταση σε άλλη υποκατηγορία της αλόης, όπως για παράδειγμα τα καλλυντικά. «Μένουμε προσηλωμένοι σε αυτό που ξέρουμε να κάνουμε καλά. Ξέρουμε να κάνουμε ένα προϊόν με τέτοιο τρόπο και σε τέτοιες ποσότητες ώστε να μην αλλοιωθεί ποτέ», αναφέρει ο κ. Φετοκάκης.
Η συγκυρία της πανδημίας
Το ντεμπούτο της Natuevo έγινε στη συγκυρία της ύφεσης και όπως επισημαίνει ο δημιουργός της «κάποια ελληνικά προϊόντα ευνοήθηκαν από την κρίση, καθώς οι καταναλωτές στράφηκαν στους εγχώριους παραγωγούς. Στη Natuevo δεν βιώσαμε καμία ζημιογόνα χρήση. Ακολούθησε το ξέσπασμα της πανδημίας, που ενίσχυσε σημαντικά την κατανάλωση προϊόντων για την ενίσχυση του ανοσοποιητικού συστήματος, εξέλιξη που εξίσου ενδυνάμωσε τις προοπτικές του χυμού αλόης Natuevo. Η κατηγορία των χυμών αλόης εδραιώνεται και αποκτά μια σταθερή ωριμότητα. Το ρίσκο της Natuevo αφορά το ότι επέλεξε να δραστηριοποιηθεί στο πεδίο του "φρέσκου" χυμού, διαφοροποίηση η οποία αποτελεί και το ανταγωνιστικό πλεονέκτημά της στην αγορά». Η εταιρεία, που εμφανίζει δυναμική τζίρου περί τις 60-70 χιλ. ευρώ, προσβλέπει στον τριπλασιασμό των εσόδων σε βάθος τριετίας.
Εξίσου σημαντικό στοιχείο διαφοροποίησης της Natuevo είναι η προσήλωση σε βέλτιστες πρακτικές καλλιέργειας. «Η βιωσιμότητα, η αειφορία και εν γένει ο σεβασμός προς το περιβάλλον είναι σημαντικά στοιχεία της στρατηγικής μας. Το κτήμα μας είναι επισκέψιμο και δίνεται η δυνατότητα σε μαθητές, σπουδαστές, νέους αγρότες, τουρίστες κ.ά. να βιώσουν την εμπειρία της παραγωγικής διαδικασίας που έχει στόχο την αυτάρκεια και την αειφορία, αφήνοντας όσο το δυνατόν μικρότερο οικολογικό αποτύπωμα», καταλήγει ο κ. Φετοκάκης.