Της Κατερίνας Τζωρτζινάκη
Την άνοιξη του 2007 όλα έδειχναν ότι η κρίση θα περιοριζόταν στην αγορά ακινήτων των ΗΠΑ. Τον Απρίλιο του 2007, όταν έσκασε η αγορά στεγαστικών δανείων χαμηλής εξασφάλισης με τη χρεοκοπία αρχικά της επενδυτικής τράπεζας New Century Financial, ανησύχησαν μόνο οι μυημένοι. Ακόμη, όμως, και στις 15 Σεπτεμβρίου του 2008 που βούλιαξε ο κολοσσός, κανείς δεν ήταν πιο σοφός. Επικρατούσε πλήρης άγνοια για το «δέον γενέσθαι».
Αν ο τότε επικεφαλής της Fed Μπεν Μπερνάνκι δεν υποτιμούσε την κρίση στην αγορά ακινήτων, αν πολιτικοί και κεντρικοί τραπεζίτες ήταν τεχνίτες, αν είχαν γίνει ενέργειες ώστε να αποτραπεί η χρεοκοπία της Lehman, αν ο τότε υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Χένρι Πόλσον, πρώην επικεφαλής της επενδυτικής τράπεζας Goldman Sachs, είχε πράξει αλλιώς, αν... αν... αν... η παγκόσμια οικονομία δεν θα παρασυρόταν σε βαθιά ύφεση, οι τράπεζες και οι ασφαλιστικές εταιρείες δεν θα ενισχύονταν με δισεκατομμύρια από την «τσέπη» των φορολογουμένων, που ξαναπλήρωσαν τον λογαριασμό με λιτότητα, η «θωρακισμένη» δεν θα παράδερνε στις αγορές χαμένη και στα μνημόνια δεμένη.
Το θέμα είναι τι συνέβη μετά το κραχ και αν το πάθημα έγινε μάθημα. Αμφιβάλλω.
Στις 15 Σεπτεμβρίου του 2008 βούλιαξε ο κολοσσός. Αρχή νυκτός. Μια χρηματοοικονομική κρίση μετατράπηκε σε δημοσιονομική και μετατοπίστηκε εντέχνως αλλού η προσοχή.
Πριν από τις 15 Σεπτεμβρίου του 2008, την ημέρα που η υπεραιωνόβια Lehman υπέβαλε αίτημα υπαγωγής στο κεφάλαιο 11 του πτωχευτικού κώδικα και πυροδότησε τη βαθύτερη οικονομική επιδείνωση μετά τον B’ Παγκόσμιο Πόλεμο, λίγοι πίστευαν ότι οι αρχές θα επέτρεπαν σε έναν κολοσσό να καταρρεύσει. Η φράση «too big to fail» έκανε μεγάλη καριέρα, έγινε τίτλος ενός bestseller και μιας ταινίας. Δεν θα περίμενε κανείς κάτι λιγότερο για τη μεγάλη χρεοκοπία. Η «πολύ μεγάλη για να καταρρεύσει» ήταν «πολύ μεγάλη για να σωθεί». Σημάδι ότι υπήρχε ακόμη ελεύθερη αγορά στην Αμερική, τουλάχιστον για μια μέρα, όπως δήλωσε ειρωνικά αργότερα ο Μπάρνεϊ Φρανκ, μέλος του Κογκρέσου; Η AIG ήταν επίσης μεγάλη, η μεγαλύτερη ασφαλιστική, αλλά έπρεπε να σωθεί. Είχε επενδύσει σε στοιχήματα κι αν η πιστοληπτική της ικανότητα υποβαθμιζόταν –όπως αναμενόταν- θα δεχόταν καταιγισμό απαιτήσεων για πρόσθετες εξασφαλίσεις δισεκατομμυρίων, τα οποία δεν είχε.
Η AIG είχε πρόβλημα ρευστότητας, η Lehman διπλό, ρευστότητας και κεφαλαιοποίησης.
Το κυριακάτικο απόγευμα της 14ης Σεπτεμβρίου, αφότου ο Πόλσον είπε στον επικεφαλής της Fed Νέας Υόρκης, Γκάιτνερ (ΥΠΟΙΚ επί διακυβέρνησης Ομπάμα) και τον Κρίστοφερ Κοξ, επικεφαλής της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, ότι η Lehman έπρεπε να καταθέσει αίτηση πτώχευσης, ο Φαλντ έστειλε ανθρώπους του στη Fed Nέας Υόρκης, για να βεβαιωθεί ότι ο Γκάιτνερ είχε καταλάβει τις επιπτώσεις από την κατάρρευση.
Τι δεν καταλαβαίνεις, δηλαδή; «Όποιος προσπαθεί να κατανοήσει την άνοδο και την πτώση πρέπει να χωνέψει το γεγονός ότι η παγκόσμια οικονομία είναι μια ζούγκλα: οι κατακτήσεις, οι καταστροφές και ο θόρυβος είναι μέρος της κανονικότητάς της». (Ρουσίρ Σάρμα, αναλυτής στη Μοrgan Stanley) Αυτή η κανονικότητα είναι που επέτρεψε στον Ντικ Φαλντ, το αφεντικό της Lehman, τον επονομαζόμενο «γορίλα», να διοικεί τη δική του συμβουλευτική, αφού όπως κατέθεσε ενώπιον του Κογκρέσου «ο πόνος θα με βασανίζει μέχρι το τέλος της ζωής. Τι θα μπορούσα να είχα κάνει;»
Αυτή η κανονικότητα είναι που επέτρεψε στους CEO της Γουόλ Στριτ να επιστρέφουν όσο πιο γρήγορα μπορούσαν τα χρήματα του ΤΑRP, για να γυρίσουν πάλι τον τροχό της ρουλέτας. Πώς το είπε ο Λόιντ Μπλάνκφεϊν της Goldman Sachs στον χρεοκοπημένο Φαλντ; «Σκέψου το σαν πλυμμύρα. Η Bear βρισκόταν στον πρώτο όροφο κι εσείς στον δεύτερο. Εμείς ήμασταν στον πέμπτο. Τα νερά τραβήχτηκαν προτού η πλημμύρα φτάσει στον πέμπτο».