Από την έντυπη έκδοση
Της Νικόλ Λειβαδάρη
[email protected]
«Σήμα» κλιμάκωσης του οικονομικού πολέμου Δύσης και Κίνας στέλνει η Ουάσιγκτον, με την κυβέρνηση Μπάιντεν να απευθύνει προειδοποίηση περί ανάληψης υψηλού ρίσκου στις αμερικανικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στο Χονγκ Κονγκ. Σε απάντηση, το Πεκίνο σφίγγει ακόμη περισσότερο τον κλοιό στους κινεζικούς τεχνολογικούς κολοσσούς και επιχειρεί να κόψει πλήρως τους δεσμούς τους με τα δυτικά χρηματιστήρια, ενώ παράπλευρες «απώλειες» στη μάχη κινδυνεύουν να γίνουν μεγάλες ευρωπαϊκές επιχειρήσεις -κυρίως του κλάδου των τηλεπικοινωνιών- όπως η Ericsson.
Στην Ουάσιγκτον η κυβέρνηση Μπάιντεν εξέδωσε χθες σύσταση-οδηγία προς τις αμερικανικές επιχειρήσεις, τονίζοντας τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν εάν συνεχίσουν να διατηρούν δραστηριότητες στο Χονγκ Κονγκ.
Στη σχετική ανακοίνωση τονίζεται ότι οι επιχειρήσεις θα πρέπει να προσμετρήσουν τις συνέπειες που θα έχει τόσο στο κύρος τους όσο και σε οικονομικό και νομικό επίπεδο η διατήρηση δραστηριότητας και προσωπικού στο Χονγκ Κονγκ, όπου -όπως τονίζεται- με βάση την κινεζική νομοθεσία εθνικής ασφάλειας αρκετοί Αμερικανοί πολίτες έχουν ήδη συλληφθεί.
«Οι πολιτικές που εφαρμόζει η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας στο Χονγκ Κονγκ υπονομεύουν το νομικό και οικονομικό πλαίσιο που είναι αναγκαίο για την ελεύθερη λειτουργία των επιχειρήσεων» δήλωσε σύμφωνα με το Reuters αξιωματούχος της κυβέρνησης Μπάιντεν.
Το μήνυμα της Ουάσιγκτον έρχεται έναν χρόνο αφότου η προηγούμενη κυβέρνηση Τραμπ είχε ακυρώσει το ειδικό, ευνοϊκό εμπορικό status που έδινε η αμερικανική νομοθεσία στο Χονγκ Κονγκ καταγγέλλοντας το Πεκίνο για επιβολή αυταρχικού και κατασταλτικού δόγματος στην πρώην βρετανική αποικία. Έρχεται επίσης μια εβδομάδα μετά την έτερη προειδοποίηση του Λευκού Οίκου προς τις επιχειρήσεις που διατηρούν μονάδες παραγωγής ή επενδύσεις στην περιοχή της Σινγιάνγκ ότι αντιμετωπίζουν επίσης αυξημένους κινδύνους σε περιβάλλον παραβίασης των εργασιακών και ατομικών δικαιωμάτων.
«Βουτιά» της Didi
Η κλιμάκωση της σύγκρουσης από τον Λευκό Οίκο ήρθε ταυτόχρονα με την ανακοίνωση του Πεκίνου για νέο, ενδελεχή έλεγχο στα δεδομένα ασφαλείας της Didi Global, του τεχνολογικού κολοσσού που μπήκε στο στόχαστρο των κινεζικών ρυθμιστικών αρχών μετά τη δημόσια εγγραφή του στη Wall Street. Χθες, η κινεζική κυβέρνηση έστειλε κλιμάκιο από επτά υπουργεία για να ελέγξει πλήρως τα συστήματα κυβερνοασφάλειας της Didi, η οποία εγκαλείται από το Πεκίνο για πλημμελή προστασία των προσωπικών δεδομένων των Κινέζων πολιτών και πελατών της. Η μετοχή της Didi, η οποία έχει σήμερα κεφαλαιοποίηση 60 δισ. δολαρίων, βυθίστηκε μετά το κατέβασμα των εφαρμογών της απ’ όλες τις κινεζικές πλατφόρμες με εντολή της Ρυθμιστικής Αρχής Κυβερνοασφάλειας της χώρας.
«Θύμα» και η Ericsson
Σ’ αυτό το περιβάλλον του «ακήρυχτου» οικονομικού πολέμου μεταξύ Δύσης και Πεκίνου, η σουηδική Ericsson προειδοποίησε χθες ότι αναμένει μείωση του μεριδίου της στην κινεζική αγορά και δεν προσβλέπει πλέον σε ουσιαστικά κέρδη από τη συμμετοχή της στα νέα δίκτυα 5G της Κίνας. Οι σχετικές αδειοδοτήσεις καθυστερούν, ενώ όπως δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας Καρλ Μελάντερ (φωτογραφία) η Ericsson αναμένει και αντίποινα από τις κινεζικές αρχές μετά τον αποκλεισμό της Huawei από την αγορά 5G της Σουηδίας.
Ήδη, οι πωλήσεις της Ericsson στην Κίνα μειώθηκαν στο δεύτερο τρίμηνο της χρονιάς, στα 2,5 δισ. δολάρια, ενώ μετά τις ανακοινώσεις η μετοχή έχασε 8%.