Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Από την αρχή ξαναέγραψε το οικονομικό επιτελείο τον προϋπολογισμό της φετινής χρονιάς, με τις ελπίδες να εστιάζονται πλέον στο να μην παραστεί η ανάγκη εκ νέου αναθεώρησης των βασικών προβλέψεων.
Η παράταση των περιοριστικών μέτρων για 5ο διαδοχικό μήνα -μπορεί από χθες να επαναλειτουργεί η εστίαση, ωστόσο είναι τόσα πολλά τα μέτρα προστασίας που ουσιαστικά υποχρεώνουν το οικονομικό επιτελείο να κρατήσει ενεργά τα μέτρα στήριξης και για τον Μάιο- ήταν δεδομένο ότι θα εκτροχιάσει τον προϋπολογισμό.
Μετά όμως την κατάθεση του προγράμματος δημοσιονομικής σταθερότητας στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η «ζημιά» που προκαλεί και φέτος η πανδημία σε δημοσιονομικό επίπεδο έχει πλέον ποσοτικοποιηθεί. Ο πήχης των φορολογικών εσόδων κατεβαίνει αισθητά στα 44,6 δισ. ευρώ (δηλαδή κατά περίπου 3 δισ. ευρώ σε σχέση με τις αρχικές εκτιμήσεις), οι δαπάνες εκτινάσσονται λόγω της αύξησης του «λογαριασμού» των μέτρων στήριξης στα 15 δισ. ευρώ, οπότε και το πρωτογενές έλλειμμα αναμένεται να φτάσει πλέον σε επίπεδο άνω του 7% του ΑΕΠ, που σημαίνει ότι θα ξεπεράσει τα 12 δισ. ευρώ, επιβαρύνοντας ανάλογα και το ύψος του δημόσιου χρέους, το οποίο για τη φετινή χρονιά αναμένεται ότι θα εκτιναχθεί πάνω από τα 352 δισ. ευρώ.
Νέες τροπολογίες
Μετά την αναθεώρηση του προϋπολογισμού -σε πρακτικό επίπεδο αναμένεται να κατατεθούν και νέες τροπολογίες στη Βουλή προκειμένου να προσαρμοστούν οι δαπάνες στα καινούργια δεδομένα που έχουν δημιουργηθεί- το «βασικό σενάριο» για τη φετινή χρονιά προβλέπει επιστροφή σε θετικό ρυθμό ανάπτυξης από το β’ τρίμηνο της φετινής χρονιάς, αλλά και για ολόκληρο το β’ εξάμηνο ώστε να διασφαλιστεί μια θετική μεταβολή του ΑΕΠ της τάξεως του 3,6% για το σύνολο του έτους. Σε δημοσιονομικό επίπεδο, η συγκράτηση του πρωτογενούς ελλείμματος στην περιοχή του 7% του ΑΕΠ προϋποθέτει με τη σειρά της ότι ο επικαιροποιημένος λογαριασμός των μέτρων στήριξης (δηλαδή τα 15 δισ. ευρώ) δεν θα χρειαστεί να αναθεωρηθεί εκ νέου. Άλλωστε, στα 15 δισ. ευρώ περιλαμβάνονται πλέον και μέτρα τα οποία θα «ξεδιπλωθούν» στην πράξη ακόμη και μέχρι το τέλος του έτους.
Επίσης, στις βασικές παραδοχές του αναθεωρημένου φετινού προϋπολογισμού περιλαμβάνεται και η εκτίμηση ότι τα έσοδα από τον τουρισμό θα διαμορφωθούν τουλάχιστον στο 40%-50% των αντίστοιχων εσόδων του 2019, φτάνοντας κοντά στα 8-10 δισ. ευρώ.
Τα φορολογικά έσοδα
Το αρχικό σχέδιο του προϋπολογισμού, που είχε καταρτιστεί τον περασμένο Νοέμβριο, προέβλεπε ότι τα φορολογικά έσοδα τη φετινή χρονιά θα αυξάνονταν κατά τουλάχιστον 5 δισ. ευρώ, όχι με την επιβολή νέων φορολογικών μέτρων αλλά χάρη στην «απόσυρση» των περσινών μέτρων στήριξης αλλά και την ανάπτυξη της οικονομίας. Σε αριθμούς, αυτό σημαίνει ότι τα φορολογικά έσοδα θα ξεπερνούσαν τα 47,5 δισ. ευρώ έναντι 42,4 δισ. ευρώ το 2020.
Αυτή η εκτίμηση έχει ήδη αναθεωρηθεί προς το χειρότερο για τρεις λόγους. Πρώτον, η πορεία της οικονομίας κατά το πρώτο 5μηνο της φετινής χρονιάς θα είναι χειρότερη σε σχέση με αυτή που αναμενόταν και αυτό θα αποτυπωθεί με μειωμένα έσοδα κυρίως από την έμμεση φορολογία. Δεύτερον, διότι παρά τις αρχικές εκτιμήσεις, τελικώς ούτε φέτος αποφεύχθηκαν τα μέτρα στήριξης που έχουν επίπτωση στα φορολογικά έσοδα.
Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα, η πρόσφατη εξαγγελία για μείωση των συντελεστών υπολογισμού των προκαταβολών φόρου, που θα επηρεάσει τις εισπράξεις και από τον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων και από τον φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων κατά τουλάχιστον 900 εκατ. ευρώ. Ο 3ος ουσιαστικός λόγος είναι η διαφαινόμενη σημαντική μείωση των δηλωθέντων εισοδημάτων στις φετινές φορολογικές δηλώσεις οι οποίες θα ξεκινήσουν πιθανότατα από την επόμενη εβδομάδα. Μάλιστα, η μείωση των εισοδημάτων εκτιμάται ότι θα «γεννήσει» την ανάγκη για τις μεγαλύτερες επιστροφές φόρου των τελευταίων ετών.
Επικαιροποιημένες προβλέψεις
Με βάση τις επικαιροποιημένες προβλέψεις για την πορεία των φορολογικών εσόδων όπως αυτές ενσωματώθηκαν στο πρόγραμμα σταθερότητας:
1. Οι φόροι στην παραγωγή και στις εισαγωγές αναμένεται ότι θα αποδώσουν τελικώς περί τα 29,7 δισ. ευρώ μέσα στο 2021 έναντι 27,214 δισ. ευρώ το 2020. Αναμενόταν σαφώς μεγαλύτερη αύξηση, ωστόσο η πρόβλεψη του περασμένου Νοεμβρίου έχει ήδη διορθωθεί. Για το β’ εξάμηνο της φετινής χρονιάς δεν υπάρχουν σημαντικές αποκλίσεις συγκριτικά με τις αρχικές εκτιμήσεις. Ωστόσο, η «ζημιά» έχει ήδη γίνει τόσο στον ΦΠΑ όσο και στους ειδικούς φόρους κατανάλωσης και ειδικά αυτούς που αφορούν τα καύσιμα λόγω των μειωμένων μετακινήσεων.
2. Υπεραισιόδοξη αποδεικνύεται με βάση τα νέα δεδομένα και η εκτίμηση ότι τα έσοδα από τους φόρους στο εισόδημα θα απέφεραν τελικώς περισσότερα έσοδα συγκριτικά με πέρυσι. Με τις αναστολές των συμβάσεων εργασίας επί 5μηνο, την εφαρμογή μειωμένων συντελεστών προκαταβολής στα φυσικά και στα νομικά πρόσωπα, αλλά και την εφαρμογή μέτρων στήριξης που θα υλοποιηθούν υπό μορφή «κουπονιών» για συμψηφισμούς με φόρους (π.χ., πρόγραμμα επιδότησης παγίων δαπανών και πρόσθετη χρηματοδότηση ίση με το 35% των ενισχύσεων που δόθηκαν στο πλαίσιο των τριών πρώτων επιστρεπτέων προκαταβολών), η καινούργια πρόβλεψη κατεβάζει τον πήχη των εσόδων από την άμεση φορολογία στα 14,759 δισ. ευρώ από 15,022 δισ. ευρώ που ήταν πέρυσι. Η αρχική πρόβλεψη του περασμένου Νοεμβρίου ανέβαζε τον πήχη των εσόδων κοντά στα 16 δισ. ευρώ.
3. Προς τα κάτω διορθώνονται οι προβλέψεις και για τις ασφαλιστικές εισφορές, οι οποίες εκτιμάται ότι θα αποδώσουν τελικώς 25,056 δισ. ευρώ φέτος από 25,665 δισ. ευρώ πέρυσι. Αυτό οφείλεται βέβαια και στο μέτρο της μείωσης του συντελεστή κατά τρεις ποσοστιαίες μονάδες το οποίο ήταν ούτως ή άλλως προϋπολογισμένο από πέρυσι τον Νοέμβριο.
Οι συνολικές δαπάνες
Οι δαπάνες της γενικής κυβέρνησης αναμένεται να διατηρηθούν σε πολύ υψηλά επίπεδα για δεύτερη διαδοχική χρονιά ακριβώς λόγω των μέτρων στήριξης αλλά και των αυξημένων δαπανών για την υγειονομική περίθαλψη που προκαλεί η πανδημία.
Από τα 100,2 δισ. ευρώ που είναι το εκτιμώμενο ύψος των δαπανών για το 2020 (περίπου 60,4% του ΑΕΠ) αναμένεται να φτάσουμε και φέτος κοντά στα 102 δισ. ευρώ ή στο 59,4% του ΑΕΠ.
Το πρωτογενές αποτέλεσμα
Το πρωτογενές έλλειμμα για φέτος εκτιμάται πλέον ότι θα εκτοξευτεί στο 7,2% του ΑΕΠ ήτοι πάνω από τα 12 δισ. ευρώ, όταν ο αρχικός προϋπολογισμός προέβλεπε συγκράτησή του φέτος στα 6,67 δισ. ευρώ ή στο 3,9% του ΑΕΠ. Η προσπάθεια εξάλειψης των ελλειμμάτων θα ξεκινήσει από του χρόνου. Για το 2022, το σχέδιο δημοσιονομικής προσαρμογής προβλέπει οριακό πρωτογενές έλλειμμα μόλις 0,3% και πρωτογενή πλεονάσματα 2% και 2,9% αντίστοιχα για τη διετία 2023 και 2024.