Τον Ρόμπερτ Ζέλικ, πρώην υφυπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ, επέλεξε ο αμερικανός πρόεδρος Τζορτζ Μπους για να ηγηθεί της Παγκόσμιας Τράπεζας.
Ο Ζέλικ θα αντικαταστήσει τον Πολ Γούλφοβιτς, ο οποίος παραιτήθηκε μετά τη θύελλα των επικρίσεων για τις μισθολογικές αυξήσεις της συντρόφου του.
Σύμφωνα με δημοσιεύματα του αμερικανικού Τύπου, ο πρόεδρος Μπους αναμένεται να γνωστοποιήσει την πρότασή του για τον Ζέλικ πριν από την έναρξη των εργασιών της συνόδου των οκτώ πιο ανεπτυγμένων βιομηχανικών χωρών, της «G8», που θα διεξαχθούν στο Πότσνταμ της Γερμανίας.
Ο διορισμός του Ζέλικ στο αξίωμα του προέδρου της Παγκόσμιας Τράπεζας πρέπει να επικυρωθεί και από το 24μελες εκτελεστικό συμβούλιο του διεθνούς οργανισμού, αν και ουσιαστικά η Ουάσιγκτον είναι αυτή που ορίζει τον επικεφαλής της τράπεζας.
Αντιθέτως, ο πρόεδρος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου - του «δίδυμου» οργανισμού της Παγκόσμιας Τράπεζας - προέρχεται από ευρωπαϊκή χώρα.
Πρόσφατα, πάντως, ύστερα από τη δημοσιοποίηση του σκανδάλου με τη σύντροφο του Γούλφοβιτς, πολλοί εκπρόσωποι χωρών - μελών της τράπεζας ζήτησαν να γίνει η εκλογή του νέου προέδρου με ανοιχτές διαδικασίες, κάτι που δεν αποδέχτηκε η Ουάσινγκτον.
Ο 53χρονος Ζέλικ διετέλεσε από το 2001 έως τα τέλη του 2004 εμπορικός επιτετραμμένος των ΗΠΑ. Μετά τη θητεία του στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου - χειρίστηκε τις διαπραγματεύσεις για την είσοδο της Κίνας στον ΠΟΕ - ορίστηκε την 1η Ιανουαρίου του 2005 από τον Αμερικανό πρόεδρο ως υφυπουργός Εξωτερικών. Πλην όμως, ο γνωστός και από τις στενές σχέσεις που διατηρεί με την οικογένεια Μπους πολιτικός, τον Ιούλιο του 2006, εγκατέλειψε το αξίωμά του, ώστε να εργαστεί στο επιτελείο της επενδυτικής τράπεζας Goldman Sachs.
Επιπλέον, ο Ζέλικ θεωρείται ότι ανήκει στα «γεράκια» της Ουάσινγκτον, καθώς το 1998 είχε στείλει, μαζί με το Γούλφοβιτς και τον πρώην Αμερικανό υπουργό ¶μυνας, Ντόναλντ Ράμσφελντ, επιστολή στον τότε πρόεδρο Κλίντον, ζητώντας του να ανατρέψει το Σαντάμ Χουσεΐν.
Ο ρόλος της Παγκόσμιας Τράπεζας είναι να προωθεί την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών, παρέχοντας σ’ αυτές χρηματοδότηση, τεχνική βοήθεια, καθώς και συμβουλές για τη διαχείριση των προβλημάτων τους.
Ετησίως, η Παγκόσμια Τράπεζα χορηγεί σε διάφορα κράτη κονδύλια που κυμαίνονται γύρω στα 20 δισεκατομμύρια δολάρια.
ΑΠΕ-ΜΠΕ, Γερμανικό Πρακτορείο, Reuters