ΙCAP: Αυξήθηκε η ζήτηση για χρώματα και βερνίκια οικοδομής το 2006

Τετάρτη, 11 Ιουλίου 2007 12:38

Ο κλάδος των χρωμάτων – βερνικιών οικοδομής και επιπλοποιίας σε γενικές γραμμές παρουσιάζει ανάπτυξη στην χώρα μας, η οποία ήταν εντονότερη την διετία 2003-2004, λόγω των έργων που πραγματοποιήθηκαν για την Ολυμπιάδα της Αθήνας.

Η αγορά καλύπτεται στο μεγαλύτερο τμήμα της από τα εγχωρίως παραγόμενα προϊόντα. Πρόκειται για έναν υποκλάδο που χαρακτηρίζεται από μάλλον υψηλό βαθμό συγκέντρωσης, εφόσον λίγες μεγάλες βιομηχανίες ελέγχουν ουσιαστικά την αγορά, κατέχοντας (από κοινού) πλειοψηφικό μερίδιο. Τα συμπεράσματα αυτά προέκυψαν από μελέτη την οποία εκπόνησε πρόσφατα η Διεύθυνση Μελετών Οικονομικού Περιβάλλοντος της ICAP:

Στον κλάδο δραστηριοποιούνται και πολλές μικρού μεγέθους επιχειρήσεις, οι περισσότερες από τις οποίες βρίσκονται στην περιφέρεια και διαθέτουν τα προϊόντα τους στην τοπική αγορά. Οι μεγάλες μονάδες παραγωγής διαθέτουν σύγχρονες εγκαταστάσεις και εξοπλισμό, τμήματα έρευνας και ανάπτυξης και συνεργάζονται με οίκους του εξωτερικού για την απόκτηση τεχνογνωσίας. Οι εισαγωγικές επιχειρήσεις του κλάδου είναι κυρίως μεσαίου μεγέθους, οι περισσότερες από τις οποίες εμπορεύονται χρώματα και βερνίκια όλων των κατηγοριών (βιομηχανικά, ειδικών χρήσεων, χρώματα και βερνίκια αυτοκινήτων κ.α.), συμπεριλαμβανομένων και οικοδομικών χρωμάτων. Αντίθετα, μικρός είναι ο αριθμός των εταιρειών που ασχολούνται αποκλειστικά με τις εισαγωγές χρωμάτων και βερνικιών οικοδομής και επιπλοποιίας.

Η εγχώρια αγορά χρωμάτων – βερνικιών οικοδομής και επιπλοποιίας ακολούθησε ανοδική πορεία την περίοδο 1997-2006, με μέσο ετήσιο ρυθμό ανόδου 4% περίπου. Οι εισαγωγές χρωμάτων και βερνικιών οικοδομής και επιπλοποιίας είναι αρκετά περιορισμένες καθώς το 2006 κάλυψαν το 7,1% της συνολικής αγοράς.

Η κατηγορία των πλαστικών – ρελιέφ – τσιμεντοχρωμάτων – μονωτικών και υποστρωμάτων καταλαμβάνει διαχρονικά το μεγαλύτερο μέρος της αγοράς χρωμάτων και βερνικιών οικοδομής και επιπλοποιίας. Το 2006 εκτιμάται ότι η συγκεκριμένη κατηγορία χρωμάτων αντιπροσώπευσε το 69,4% της συνολικής εγχώριας αγοράς και ακολούθησε η κατηγορία των βερνικοχρωμάτων και υποστρωμάτων, με ποσοστό 15,8%.

Μία θετική εξέλιξη που έχει σημειωθεί τα τελευταία έτη αφορά την πορεία των μεγεθών του εξωτερικού εμπορίου των χρωμάτων και βερνικιών. Η εισαγωγική διείσδυση χαρακτηρίζεται από σχετική σταθερότητα, ενώ παράλληλα διαπιστώνεται αύξηση των εξαγωγών με εντονότερο ρυθμό, γεγονός που είχε σαν αποτέλεσμα τον εμφανή περιορισμό του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου των προϊόντων του κλάδου.

Για αρκετά χρόνια, ο συγκεκριμένος υποκλάδος παρουσίασε σημαντικούς ρυθμούς ανάπτυξης, κυρίως δε την περίοδο 2003-2004 λόγω των έργων που πραγματοποιήθηκαν για τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Στη συνέχεια, η «αναθέρμανση» της ιδιωτικής οικοδομικής δραστηριότητας στα τέλη του 2005 (λόγω των αλλαγών του φορολογικού καθεστώτος ακινήτων) και κατά το 2006 έδωσε εκ νέου ώθηση στον κλάδο, η δε υλοποίηση των οικοδομικών αδειών που εκδόθηκαν σε αυτό το διάστημα εκτιμάται ότι θα ενισχύσει και κατά το 2007 τη ζήτηση των (δομικών κυρίως) χρωμάτων. Εντούτοις, όπως τονίζουν εκπρόσωποι της αγοράς, από το 2008 εκτιμάται ότι θα επέλθει σταθεροποίηση ενώ δεν αποκλείεται στη συνέχεια ο κλάδος σταδιακά να παρουσιάσει ύφεση, καθώς δεν θα συντρέχουν πλέον ιδιαίτεροι λόγοι αυξημένης ζήτησης. Επομένως, προβλέπεται ότι η κατανάλωση θα επανέλθει σταδιακά στα «φυσιολογικά» επίπεδα.

Στα πλαίσια της μελέτης έγινε και χρηματοοικονομική ανάλυση των επιχειρήσεων του κλάδου βάσει επιλεγμένων αριθμοδεικτών. Επίσης, συντάχθηκαν ομαδοποιημένοι ισολογισμοί βάσει αντιπροσωπευτικού δείγματος 24 παραγωγικών και 7 εισαγωγικών επιχειρήσεων του κλάδου, για τις οποίες υπήρχαν διαθέσιμα στοιχεία ισολογισμών των χρήσεων 2004 και 2005. Από την ανάλυση των στοιχείων των ομαδοποιημένων ισολογισμών φαίνεται ότι οι πωλήσεις των παραγωγικών επιχειρήσεων του δείγματος αυξήθηκαν κατά 2,5% το 2005 σε σχέση με το 2004. Την ίδια περίοδο το κέρδος προ φόρου εισοδήματος παρουσίασε μείωση 8,6%. Οι πωλήσεις των εισαγωγικών επιχειρήσεων του δείγματος αυξήθηκαν το 2005 κατά 4,8%, ενώ το κέρδος προ φόρου εισοδήματος διπλασιάσθηκε σε σχέση με το 2004.

Οι δείκτες αποδοτικότητας ιδίων και απασχολούμενων κεφαλαίων των παραγωγικών επιχειρήσεων του δείγματος παρουσίασαν επιδείνωση το 2005, διαμορφούμενοι σε 20,57% (αποδοτικότητα ιδίων κεφαλαίων) και 17,43% (αποδοτικότητα απασχολούμενων κεφαλαίων). Οι αντίστοιχοι δείκτες των εισαγωγικών επιχειρήσεων διαμορφώθηκαν το 2005 σε 14,12% και 9,93%. Το περιθώριο μικτού και λειτουργικού κέρδους των παραγωγικών επιχειρήσεων δεν παρουσίασε ουσιώδη μεταβολή το 2005 και διαμορφώθηκε σε 34,8% και 11,5% αντίστοιχα, ενώ για τις εισαγωγικές επιχειρήσεις οι αντίστοιχοι δείκτες διαμορφώθηκαν σε 30,39% και 3,54% το 2005.



Προτεινόμενα για εσάς





Σχολιασμένα