Από την έντυπη έκδοση
Του Νίκου Μπέλλου
Η συμφωνία που επιτεύχθηκε την Πέμπτη το βράδυ στο Εurogroup για το περιεχόμενο της ευρωπαϊκής απάντησης στην αντιμετώπιση των δραματικών επιπτώσεων της πανδημίας του κορωνοϊού στην οικονομία είναι θετική ως πρώτο βήμα και υπό την προϋπόθεση ότι αυτό που θα ακολουθήσει θα είναι κάτι ακόμη πιο ισχυρό.
Οι υπουργοί Οικονομικών χρειάστηκαν δύο συνεδριάσεις και 20 ώρες διαβουλεύσεων για να συμφωνήσουν σε πράγματα που στα μάτια των Ευρωπαίων πολιτών ήταν απολύτως αυτονόητα, δηλαδή μια πρώτη δέσμη μέτρων, όπως χορήγηση δανείων προς τα κράτη-μέλη από διαθέσιμα του ESM και στήριξη της απασχόλησης και των μμε. Και δεν έφτασαν σε συμφωνία αμέσως γιατί η διαπραγμάτευση κυριαρχήθηκε από τακτικισμούς, με τους βόρειους να βλέπουν στα αιτήματα των χωρών του Νότου μια προσπάθεια αμοιβαιοποίησης του χρέους μέσω της κοινής έκδοσης δανείων.
Η συμφωνία που θα πρέπει τώρα να επικυρωθεί από τους Ευρωπαίους ηγέτες ήταν απολύτως επιβεβλημένη και υπό την έννοια αυτή είναι θετική γιατί δίνει μια πρώτη ανάσα σε εκείνα τα κράτη-μέλη που χρειάζονται πολλά χρήματα για την ανάκαμψη της οικονομίας, αλλά δεν είχαν μεγάλες δημοσιονομικές δυνατότητες, μεταξύ αυτών είναι και η Ελλάδα. Τώρα με τα 540 δισ. ευρώ που θα αποδεσμευθούν σχετικά γρήγορα θα μπορούν να ξεκινήσουν την προσπάθεια ανασυγκρότησης, αμέσως μετά τη λήξη της πανδημίας.
Οι αποφάσεις
Τα χρήματα που θα έχουν τη μορφή δανείων θα προέλθουν από τρεις διαφορετικές πηγές προσωρινού χαρακτήρα:
1.Τα διαθέσιμα του ΕSM και πιο συγκεκριμένα την προληπτική γραμμή που διαθέτει, ενώ η υποχώρηση των Ολλανδών από τις ακραίες θέσεις τους θα επιτρέψει τη χορήγηση των δανείων χωρίς όρους (μνημόνια, ελέγχους και τρόικες), αρκεί αυτά να διατεθούν για τη χρηματοδότηση των άμεσων και έμμεσων δαπανών υγειονομικής περίθαλψης, θεραπείας και πρόληψης που σχετίζονται με την κρίση της πανδημίας του κορονοϊού. Η διατύπωση αυτή δίνει μεγάλα περιθώρια ευελιξίας στα κράτη-μέλη, ενώ τα δάνεια, που θα είναι διαθέσιμα τις επόμενες εβδομάδες, θα είναι με σχεδόν μηδενικά επιτόκια λόγω άριστης πιστοληπτικής ικανότητας του ΕSM και ευέλικτες περιόδους αποπληρωμής.
Κάθε κράτος-μέλος μπορεί να εκταμιεύσει ένα ποσό μέχρι 2% του ΑΕΠ του, που στην περίπτωση της Ελλάδας ισοδυναμεί με 4 δισ. ευρώ.
2.Τη θέσπιση, το συντομότερο δυνατό, ενός προσωρινού εργαλείου που θα στηρίζει τα κράτη-μέλη για την προστασία της απασχόλησηςσε συνθήκες έκτακτης ανάγκης. Θα παρέχει δάνεια μέχρι 100 δισ. ευρώ που θα διαχειρίζεται η Κομισιόν, τα οποία θα δίνονται με ευνοϊκούς όρους.
Το εργαλείο, που ονομάζεται SURE, θα στηρίξει πρωτίστως τις προσπάθειες που αφορούν την προστασία των θέσεων εργασίας, τους εργαζόμενους και τους αυτοαπασχολούμενους από τον κίνδυνο απόλυσης και απώλειας εισοδήματος. Οι επιχειρήσεις θα είναι σε θέση να μειώσουν προσωρινά τις ώρες εργασίας των εργαζομένων ή να αναστείλουν συνολικά την εργασία, με τη στήριξη του εισοδήματος που παρέχεται από το κράτος για τις ώρες που δεν εργάστηκαν. Οι αυτοαπασχολούμενοι θα λάβουν αναπλήρωση εισοδήματος για την τρέχουσα κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Το SURE θα αποσυρθεί με την έξοδο από την κρίση, ενώ θα αντικατασταθεί σε μόνιμη βάση από το ευρωπαϊκό σύστημα αντασφάλισης της ανεργίας, που προετοιμάζεται από την Κομισιόν και θα είναι έτοιμο σύντομα για να υποβληθεί για έγκριση.
3.Τη δημιουργία από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ETEπ) ενός πανευρωπαϊκού ταμείου εγγυήσεων ύψους 25 δισ. ευρώ, το οποίο μέσω μόχλευσης στις αγορές θα μπορούσε να στηρίξει χρηματοδοτικούς πόρους 200 δισ. ευρώ για επιχειρήσεις, με επίκεντρο τις μμε, σε ολόκληρη την Ε.Ε., μεταξύ άλλων μέσω των εθνικών αναπτυξιακών τραπεζών.
Ταμείο ανάκαμψης
Αναφορικά με τη δυνατότητα κοινής έκδοσης χρέους, που είναι και το μεγάλο ζητούμενο, στη συνεδρίαση της Πέμπτης δεν έγινε συζήτηση επί της ουσίας, δεδομένου ότι πρόκειται για μια πολιτικά σημαντική απόφαση, η οποία θα πρέπει να συζητηθεί και να εγκριθεί στο ανώτατο πολιτικό επίπεδο, δηλαδή στους Ευρωπαίους ηγέτες, οι οποίοι θα συνεδριάσουν εκτάκτως στις 23 Απριλίου.
Το βέβαιο είναι πως ό,τι κι αν αποφασιστεί δεν θα λέγεται ούτε «κορονο-ομόλογο», ούτε «ευρωομόλογο», γιατί οι λέξεις αυτές είναι ταμπού για το Βορρά της Ευρωζώνης, ο οποίος σε οποιοδήποτε αίτημα για κοινή έκδοση χρέους βλέπει μια προσπάθεια του Νότου για αμοιβαιοποίηση του δημόσιου χρέους. Η αναφορά που υπάρχει στη δήλωση του Εurogroup μπορεί να μη δεσμεύει ως προς την τελική έκβαση, ωστόσο είναι μια πολύ θετική εξέλιξη, γιατί όλοι αναγνωρίζουν την ανάγκη ενός προσωρινού κοινού ταμείου για την ανάκαμψη της οικονομίας.
Οι υπουργοί Οικονομικών θα εργαστούν, όπως τονίζουν, για τη σύσταση ενός ταμείου ανάκαμψης, το οποίο θα παρέχει χρηματοδότηση μέσω του προϋπολογισμού της Ε.Ε. σε προγράμματα που έχουν σχεδιαστεί για την επανεκκίνηση της οικονομίας σε ευθυγράμμιση με τις ευρωπαϊκές προτεραιότητες και διασφαλίζοντας την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη με τα κράτη-μέλη που έχουν πληγεί περισσότερο. Όπως επισημαίνεται, ένα τέτοιο ταμείο θα είναι προσωρινό, στοχευμένο και ανάλογου μεγέθους με το τεράστιο κόστος της τρέχουσας κρίσης και θα βοηθήσει να καταμεριστεί σε βάθος χρόνου μέσω κατάλληλης χρηματοδότησης.
Καινοτόμα εργαλεία
Τον λόγο τώρα έχουν, σύμφωνα με τη δήλωση, οι ηγέτες οι οποίοι καλούνται να δώσουν καθοδήγηση για τις νομικές και πρακτικές πτυχές ενός τέτοιου ταμείου, συμπεριλαμβανομένης και της σχέσης του με τον προϋπολογισμό της Ε.Ε., τις πηγές χρηματοδότησής του και για καινοτόμα χρηματοοικονομικά εργαλεία. Βασικά στοιχεία που θα κρίνουν πλέον και τη σπουδαιότητα αυτού του ταμείου είναι το μέγεθος, όπου οι Γάλλοι έχουν προτείνει να φτάνει στο 3% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ (γύρω στα 500 δισ. ευρώ) και φυσικά οι πηγές χρηματοδότησης, δηλαδή αν θα αναζητηθούνχρήματα μόνο από τον κοινοτικό προϋπολογισμό με μόχλευση στις αγορές ή αν θα υπάρξει και κάποιας μορφής έκδοση χρέους ή ακόμη μια περαιτέρω αύξηση του Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου (ΠΔΠ) της περιόδου 2021-2027.
Οι υπουργοί Οικονομικών συμφώνησαν ότι το επόμενο ΠΔΠ θα πρέπει να διαδραματίσει καίριο ρόλο στην οικονομική ανάκαμψη, να αντανακλά τον αντίκτυπο της κρίσης και το μέγεθος των προκλήσεων που είναι μπροστά μας. Στο πλαίσιο αυτό καλωσόρισαν την πρόθεση της Κομισιόν να αναπροσαρμόσει την αρχική της πρόταση για το ΠΔΠ στα νέα δεδομένα. Υπενθυμίζεται ότι η αρχική πρόταση καθόριζε τις κοινοτικές δαπάνες για την επταετία στα 1.134 δισ. ευρώ, ωστόσο δεν είχε εγκριθεί από το Συμβούλιο γιατί την απέρριπταν πριν από την κρίση του κορονοϊού οι χώρες του Βορρά (Ολλανδία, Γερμανία, Αυστρία, Φινλανδία).
Σχετικά με το ΠΔΠ, ο επίτροπος Προϋπολογισμού, Γιοχάνες Χαν, δήλωσε ότι οι κοινοτικές δαπάνες θα μπορούσαν να αυξηθούν κατά 1,5 τρισ. ευρώ εάν τα κράτη-μέλη χαλαρώσουν προσωρινά τους κανόνες σχετικά με το ποσό που τα θεσμικά όργανα της Ε.Ε. μπορούν να αντλήσουν μέσω μόχλευσης στις κεφαλαιαγορές. «Πρόκειται για ένα πραγματικό πυροβόλο όπλο», επισήμανε ο ίδιος, αναφερόμενος στα σχέδια της Ε.Ε. να βοηθήσει τις ιδιωτικές επιχειρήσεις και τα κρατικά ταμεία που πλήττονται από την κρίση, καθώς επίσης και στην ενίσχυση της αντίστασης σε μελλοντικές πανδημίες. Η αύξηση του δανεισμού αναμένεται να τεθεί στις συζητήσεις που θα γίνουν τις επόμενες μέρες σχετικά με το ταμείο ανάκαμψης. Είναι προφανές ότι η χώρα μας γίνεται πλέον μέρος της λύσης που θα δοθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο, και υπό αυτήν την έννοια η χθεσινή απόφαση θα φέρει σημαντικά ποσά, τα οποία θα προστεθούν στις άλλες χρηματοδοτήσεις από τα διαρθρωτικά ταμεία, αλλά και στις διευκολύνσεις που αποφάσισε η Κομισιόν, όπως τη διάθεση των πόρων που δεν είχαν απορροφηθεί και θα επέστρεφαν στον κοινοτικό προϋπολογισμό. Από το μέγεθος του ταμείου ανάκαμψης θα εξαρτηθούν πολλά στη συνέχεια, γιατί η χώρα μας θα επωφεληθεί αυτών των δανείων, τα οποία μαζί με τα 37 δισ. ευρώ που διεκδικούμε από το επόμενο ΠΔΠ θα μπορούσαν να βοηθήσουν σε μεγάλο βαθμό στην επανεκκίνηση της οικονομίας.