Tης Αγγελικής Κοτσοβού
[email protected]
Ο νέος κοροναϊός εξαπλώνεται με ταχείς ρυθμούς, τα κρούσματα και οι θάνατοι πολλαπλασιάζονται, τα χρηματιστηριακά ταμπλό «κοκκινίζουν» και οι επενδυτές στρέφονται προς ασφαλή καταφύγια, όπως ο χρυσός και τα κρατικά ομόλογα. Οι μνήμες από την επιδημία του SARS το 2002-2003 επανέρχονται εφιαλτικές και επισκιάζουν τις διεθνείς αγορές, αλλά και την παγκόσμια οικονομία. Ο κινεζικός «δράκος», ήδη αποδυναμωμένος από την εμπορική αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ, δέχεται ακόμη ένα χτύπημα. Και όταν ο «δράκος» λυγίζει, συμπαρασύρει μαζί του και το παγκόσμιο στερέωμα, επαναφέροντας στο προσκήνιο το σενάριο της ύφεσης.
Με δεκάδες πόλεις αποκλεισμένες λόγω του ιού και οδηγίες από τις αρχές του Πεκίνου προς τους κατοίκους να αποφεύγουν τις μετακινήσεις και τα ταξίδια, ο οικονομικός αντίκτυπος στις μεταφορές ήδη ορατός, επιβεβαιώνοντας τις ανησυχίες για τις ευρύτερες επιπτώσεις στην κινεζική οικονομία, τη δεύτερη μεγαλύτερη στον κόσμο.
Σύμφωνα με τον τελευταίο απολογισμό, περισσότεροι από 100 άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους εξαιτίας του κοροναϊού, ενώ τα επιβεβαιωμένα κρούσματα ανέρχονται τουλάχιστον σε 4.500 ανά τον κόσμο, με τα περισσότερα στην πόλη Βουχάν, από όπου εκτιμάται ότι άρχισε η διασπορά του ιού.
Η ταχεία εξάπλωσή του θυμίζει την επιδημία άτυπης πνευμονίας SARS που είχε σαρώσει την Ασία το 2002-2003, με περισσότερα από 8.000 κρούσματα παγκοσμίως και σχεδόν 800 θανάτους. Παρ’ όλα αυτά είναι ακόμη νωρίς για να καταλήξει κανείς σε ασφαλή συμπεράσματα για το πόσο μεγάλο θα είναι το στίγμα που θα αφήσει ο νέος ιός στο παγκόσμιο ΑΕΠ.
Στην περίπτωση του SARS ο οικονομικός αντίκτυπος ήταν περιορισμένος, λιγότερος από 50 δισ. δολάρια, όμως η οικονομία ήταν τότε λιγότερο παγκοσμιοποιημένη και περίπου στα δύο-τρίτα του μεγέθους που έχει σήμερα το παγκόσμιο ΑΕΠ –είχε όμως επηρεάσει σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό τις οικονομίες της Κίνας και του Χογκ-Κογκ.
Η επιδημία του Οξέος Αναπνευστικού Συνδρόμου(SARS) εκτιμάται ότι μείωσε περίπου κατά μία ποσοστιαία μονάδα την ανάπτυξη της κινεζικής οικονομίας το 2003, ενώ οι ρυθμοί ανάπτυξης στο Χογκ-Κογκ είχαν επιβραδυνθεί περίπου κατά 2,6%. Η επιδημία του ιού SARS είχε σχετικά μικρή διάρκεια. Το πρώτο κρούσμα αναφέρθηκε στην Κίνα τον Νοέμβριο του 2002 και έως το Ιούλιο του 2003 ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας είχε σημάνει τέλος στον συναγερμό επιδημίας.
Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είχε αφήσει βαθιές ουλές στην οικονομική δραστηριότητα σε Κίνα και τις οικονομίες της ευρύτερης περιοχής Ασίας-Ειρηνικού. Στο πρώτο τρίμηνο του 2003, η κινεζική οικονομία «έτρεχε» με ρυθμούς 11,1%, για να φρενάρει απότομα στο 9,1% στο δεύτερο τρίμηνο, κατά την κορύφωση του SARS.
Tότε, ο κινεζικός δράκος είχε καταφέρει να ανακτήσει τη δυναμική του. Στο σύνολο του 2003 το ΑΕΠ αναπτύχθηκε 9,1% και το 2004 οι ρυθμοί ανάπτυξης ξεπέρασαν το 10%. Εκείνη την εποχή, η παγκόσμια οικονομία αναπτύχθηκε με ρυθμούς 3,2% το 2003 και 4,1% το 2004.
17 χρόνια μετά και έχουν αλλάξει πολλά. Η οικονομία του Χογκ-Κογκ είναι σε ύφεση εξαιτίας των πολιτικών διαδηλώσεων, ενώ η οικονομία της Κίνας έχει ήδη «λυγίσει» υπό το βάρος του εμπορικού πολέμου με τις ΗΠΑ αλλά και τις προσπάθειες των αρχών του Πεκίνου να διορθώσει κάποιες στρεβλώσεις. Το 2019 αναπτύχθηκε μόλις κατά 6,1%, τους βραδύτερους ρυθμούς από το 1990.
Μία ακόμη διαφορά του τότε με το τι ισχύει τώρα είναι και το γεγονός ότι η Κίνα σήμερα είναι πολύ πιο σημαντική για την παγκόσμια οικονομία από ό,τι το 2003. Το μερίδιό της στο παγκόσμιο ΑΕΠ έχει σχεδόν διπλασιασθεί και είναι πολύ περισσότερο διασυνδεδεμένη με τις οικονομίες Ασίας-Ειρηνικού και την παγκόσμια οικονομία από ό,τι το 2003. Η Κίνα αποτελεί την μεγαλύτερη εξαγωγική δύναμη, με συνολικές εξαγωγές σχεδόν 2,5 τρισ. δολαρίων το 2018, με βάση στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας. Είναι παράλληλα η δεύτερη μεγαλύτερη χώρα εισαγωγής αγαθών, με εισαγωγές 2,2 τρισ. δολαρίων(στοιχεία 2018). Αυτό σημαίνει ότι η Κίνα είναι βασική κινητήριος δύναμη για το παγκόσμιο εμπόριο και την παγκόσμια ανάπτυξη.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, στην τελευταία έκθεσή του για τις παγκόσμιες οικονομικές προοπτικές είχε αναθεωρήσει επί τα χείρω τις οικονομικές του εκτιμήσεις, αναμένοντας όμως υψηλότερες ταχύτητες για φέτος και το 2021. Σύμφωνα με την έκθεση του ΔΝΤ για τις παγκόσμιες οικονομικές προοπτικές(WEO), για το 2019 το Ταμείο αναμένει ρυθμούς ανάπτυξης 3% -το χαμηλότερο επίπεδο από την εποχή της πιστωτικής κρίσης του 2008. Για το 2020 προβλέπει επιτάχυνση στο 3,3% και στο 3,4% για το 2021.
Η ραγδαία εξάπλωση του νέου, επικίνδυνου ιού θέτει σε κίνδυνο τις παραπάνω προβλέψεις, ενώ επαναφέρει στο προσκήνιο και το σενάριο περί ύφεσης.
Πόσο σοβαρή είναι η «μόλυνση» των αγορών;
Ένα μείζον ερώτημα στο μυαλό των επενδυτών είναι εάν –ή πότε- ο νέος κοροναϊός θα αποδειχθεί αρκετά μεταδοτικός ώστε να μολύνει και τις αγορές. Τα πρώτα σημάδια δεν είναι διόλου ενθαρρυντικά: Ο ιός εξαπλώθηκε στη Wall Street, βάζοντας φρένο στο ράλι και τα αλλεπάλληλα ρεκόρ, με τον Dow Jones να χάνει όλα τα κέρδη που είχε εξασφαλίσει από τις αρχές του έτους. Τα ταμπλό «κοκκινίζουν» και στην Ευρώπη, με τον πανευρωπαϊκό STOXX 600 να χάνει κεφαλαιοποίηση σχεδόν 180 δισ. ευρώ(198 δισ. δολάρια).
Η κρίση με την επιδημία SARS είχε κοστίσει στις διεθνείς αγορές περίπου 40 δισ. δολάρια, σύμφωνα με ανάλυση που επικαλείται το δίκτυο NBC. Παρότι είναι ακόμη πολύ νωρίς για να προβεί κανείς σε εκτιμήσεις, φαίνεται ότι ο νέος ιός τρομάζει αγορές και επενδυτές, καταφέρνοντας να βάλει φρένο –έστω και προσωρινά- στο μακροβιότερο ράλι στην ιστορία της Wall Street και οδηγώντας στις μεγαλύτερες εκροές των δύο τελευταίων μηνών στα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια. Οι αναταράξεις στις αγορές έχουν οδηγήσει το πετρέλαιο σε ναδίρ τριών μηνών και τους επενδυτές να προσφεύγουν στη λάμψη του χρυσού και στο καταφύγιο των κρατικών ομολόγων.