Προσέλκυση περισσότερων επενδύσεων και ταχύτερη ανάπτυξη βλέπει η Scope Ratings για την ελληνική οικονομία το 2020, αν και δεν συμμερίζεται τον στόχο του 2,8% που έχει θέσει η κυβέρνηση, μένοντας πιο κοντά στις εκτιμήσεις της Κομισιόν και του ΔΝΤ.
Ο οίκος αξιολόγησης παραμένει εξαιρετικά επιφυλακτικός για τους εφετινούς ρυθμούς ανάπτυξης, κρατώντας τον πήχη στο 1,8%, ενώ βλέπει επιτάχυνση στο 2,3% το 2020, επισημαίνοντας ότι αυτή θα έρθει σε ένα περιβάλλον εξωτερικών προκλήσεων, αφού την ίδια χρονιά η Ευρωζώνη προβλέπεται να αναπτυχθεί με ρυθμούς μόλις 1,1%.
«Η διατήρηση σχετικά δυναμικής ανάπτυξης είναι καθοριστικής σημασίας για τις μακροπρόθεσμες προοπτικές των δημόσιων οικονομικών» σημειώνει ο Scope Ratings, αν και παραδέχεται πως η προπτική μίας μακράς περιόδου εξαιρετικά χαμηλού κόστους δανεισμού στις αγορές βοηθά επίσης τα μέγιστα. « Η Ελλάδα βρίσκεται σε μία ευνοϊκή θέση χάρη στην εμφάνιση πρωτογενών πλεονσμάτων και τη διατήρηση της εμπιστοσύνης των πιστωτών, αλλά και την προσέλκυση ξένων επενδυτών. Η προσπάθεια αυτή συμπίπτει με μία παρατεταμένη περιόδο εξαιρετικά χαμηλών επιτοκίων» σημειώνει.
Ο οίκος θυμίζει ότι η απόδοση του ελληνικού δεκαετούς έχει υποχωρήσει κοντά στο 1,4% και συμβάλλει στην βελτίωση της βιωσιμότητας του χρέους, που υπολογίζεται πλέον οτι θα υποχωρήσει στο 60% του ΑΕΠ το 2055 από 181,1 το 2018. Φέτος το χρέος είναι στο 173,3% του ΑΕΠ, ενώ το 2020 προβλέπεται ότι θα μειωθεί στο 167%.
Στις επενδύσεις το κλειδί για ανάπτυξη και βιωσιμότητα του χρέους
Ωστόσο οι αναλυτές του οίκου ξεκαθαρίζουν πως «είναι πρωτίστως η ανάπτυξη εκείνη που κρατάει το κλειδί για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους». Υπό τις συνθήκες αυτές εκφράζουν ικανοποίηση για κινήσεις της κυβέρνησης όπως α) η μείωση της γραφειοκρατίας, β) τα κίνητρα για ξένους επενδυτές και γ) η νέα ώθηση στην διαδικασία των ιδιωτικοποιήσεων, που είχε κολλήσει.
«Η πρόκληση για την Ελλάδα θα είναι να διατηρήσει τη θετική δυναμική ανάπτυξης μεσοπρόθεσμα» σημειώνουν, προσθέτοντας ότι αυτό εξαρτάται από την ενίσχυση των επενδύσεων. Το 2018 κάλυπταν μόλις το 12,9% του ΑΕΠ και ήταν οι χαμηλότερες στη ζώνη του ευρώ, όπου ο μέσος όρος είναι 20,6%. Στην κατεύθυνση αυτή, όπως επισημαίνουν, απαιτούνται περαιτέρω ιδιωτικοποιήσεις, αλλά και μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας και το φορολογικό σύστημα.
Στήριξη και από τον τραπεζικό τομέα
Σε Παράγοντα στήριξης της ανάπτυξης θα εξελίχθεί και ο τραπεζικός τομέας, χάρη στη δραστική μείωση των κόκκινων δανείων. Το απόθεμά τους έχει μειωθεί στα 75,4 δισ. ευρώ στα τέλη Ιουνίου (κατά 13,5 δισ. ή 15% σε σχέση με ένα χρόνο νωρίτερα), ενώ προβλέπεται να υποχωρήσει αισθητά μέσα στον επόμενο χρόνο. Οι τράπεζες θα μπορέσουν απαλλασσόμενες από το μεγάλο αυτό βάρος να ανοίξουν τις στρόφιγγες της χρηματοδότησης και να βοηθήσουν να κλείσει το επενδυτικό κενό, που λειτουργεί ως βαρίδι στις αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας.
naftemporiki.gr