Αυστηρή είναι η απάντηση της ελληνικής πλευράς μέσω του εκπροσώπου της χώρας, Μιχάλη Ψαλιδόπουλου. Στην επιστολή του, που δόθηκε μαζί την έκθεση του ΔΝΤ, επισημαίνεται ότι οι ειδικοί του Ταμείου δίνουν υπερβολική έμφαση στο παρελθόν και σε πιθανές προκλήσεις και υποτιμούν τις θετικές πρόσφατες εξελίξεις οι οποίες βελτιώνουν σημαντικά τις βραχυπρόθεσμες και μεσοπρόθεσμες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Καλεί δε το ΔΝΤ στις επόμενες εκθέσεις του να προβεί σε «πιο ισορροπημένη αποτίμηση».
Η ελληνική πλευρά στην απάντησή της υπογραμμίζει ότι η κυβέρνηση «έχει την ιδιοκτησία της μεταρρυθμιστικής της ατζέντας και έχει εκλεγεί με εντολή να την εφαρμόσει και ως εκ τούτου υπάρχει ισχυρή κοινωνική συναίνεση», ενώ επιμένει στους δικούς της στόχους για την ανάπτυξη (2% φέτος και 2,8% το 2020).
Χαρακτηρίζει δε εξαιρετικά απαισιόδοξη την αξιολόγηση της βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους, επισημαίνοντας ότι αυτή δεν λαμβάνει υπόψη τη ραγδαία πτώση στις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων και των επιτοκίων δανεισμού που παρατηρήθηκαν τους τελευταίους δεκαοκτώ μήνες και ειδικότερα τους τελευταίους τρεις μήνες.
Συνολικά εκτιμά ότι «παρά τις θετικές αναφορές της η έκθεση δίνει υπερβολικά μεγάλο βάρος στο παρελθόν και στις προκλήσεις και υποτιμά τις πρόσφατες θετικές εξελίξεις που βελτιώνουν σημαντικά τις βραχυπρόθεσμες και μεσοπρόθεσμες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας», προσθέτοντας ότι «οι εξελίξεις στην αγορά, οι ελληνικές οικονομικές προοπτικές είναι πολύ πιο ευνοϊκές από αυτές που παρουσιάζονται στην έκθεση».
naftemporiki.gr