Από την έντυπη έκδοση
Σε συνδυασμό με το γεγονός πως τα ακίνητα στην Ελλάδα έπιασαν τα χαμηλότερα επίπεδά τους και τις προοπτικές ανάκαμψης που υπάρχουν στην αγορά real estate, τα πιστωτικά προφίλ των ελληνικών τραπεζών πρόκειται να βελτιωθούν, αναφέρει η S&P. Γι’ αυτό και αυξάνει τις μακροπρόθεσμες πιστοληπτικές αξιολογήσεις για τις Alpha Bank, Eurobank και Εθνική Τράπεζα, με την προοπτική σε κάθε περίπτωση να είναι θετική. Αναθεωρεί, επίσης, τις προοπτικές για την Τράπεζα Πειραιώς από σταθερές σε θετικές, ενώ επιβεβαιώνει τις αξιολογήσεις της και για την Aegean Baltic Bank (με σταθερή προοπτική).
Ο οίκος θεωρεί ότι οι γενικοί οικονομικοί και χρηματοδοτικοί κίνδυνοι θα συνεχίσουν να περιορίζονται, ενώ εκτιμά πως ο αντίκτυπος για την πιστοληπτική ικανότητα κάθε τράπεζας θα διαφέρει, λόγω των δυνατών και αδύναμων σημείων της καθεμιάς.
Το rating
Ειδικότερα, η Εθνική Τράπεζα, η Eurobank και η Alpha Bank αναβαθμίζονται σε «Β» από «Β-», ενώ οι προοπτικές για κάθε τράπεζα είναι θετικές. H αξιολόγηση για την Τράπεζα Πειραιώς παρέμεινε σε «Β-», επίσης με θετικές προοπτικές. Ο οίκος εκτιμά ότι η συνεχιζόμενη ανάκαμψη στο οικονομικό και λειτουργικό περιβάλλον της Ελλάδας θα κερδίζει δυναμική, η οποία θα επιδράσει θετικά στις ελληνικές τράπεζες.
Η ελληνική οικονομία θα επιτύχει ανάπτυξη σε μέσο όρο περίπου 2,5% κατά τη διάρκεια της περιόδου 2019-2022, αρκετά πάνω από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης.
Παράλληλα, τα χρηματοοικονομικά δεδομένα για τις ελληνικές τράπεζες βελτιώνονται μετά τη λήξη του τριετούς προγράμματος σταθερότητας τον Αύγουστο του 2018 και την άρση των κεφαλαιακών περιορισμών που ακολούθησε τον Σεπτέμβριο του 2019 χωρίς αρνητική επίπτωση στις καταθέσεις.
Επίσης, η δέσμευση της πρώην και της νέας κυβέρνησης για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις αποφέρει καρπούς. Ως αποτέλεσμα, στις 25 Οκτωβρίου η S&P αύξησε τη μακροπρόθεσμη αξιολόγηση για την Ελλάδα σε «BB-» από «B+».
Πλέον, ο οίκος επισημαίνει πως θα μπορούσε να ενισχύσει περαιτέρω την αξιολόγησή του το προσεχές δωδεκάμηνο εάν η κυβέρνηση συνεχίσει να εφαρμόζει διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν τις προοπτικές ανάπτυξης.
Η αγορά ακινήτων
Παράλληλα, η S&P διακρίνει τάσεις ανάκαμψης και στην αγορά ακινήτων. Όπως σημειώνει, η διόρθωση των τιμών έληξε το τέταρτο τρίμηνο του 2017, μετά την πτώση άνω του 40% που κατέγραψε από το 2008.
Ο ρυθμός ανάκαμψης των τιμών κατοικιών και εμπορικών ακινήτων έχει σημασία για τις τέσσερις ελληνικές συστημικές τράπεζες, οι οποίες επιχειρούν να «καθαρίσουν» NPEs ύψους 75 δισ. ευρώ.
Εκτιμάται ότι η βελτίωση της αγοράς ακινήτων θα μπορούσε να στηρίξει τις τράπεζες στις προσπάθειές τους να μειώσουν τα επισφαλή δάνεια σε εξασφαλισμένες πωλήσεις χρεών σε εγχώριους και αλλοδαπούς αγοραστές χρεών.
Περίπου 20 εταιρείες ενδιαφέρονται να αγοράσουν χρέος και οι προοπτικές βελτιώνονται. Επίσης, βελτιώνει τις προοπτικές για εκατομμύρια δανειοληπτών ενυπόθηκων δανείων με αρνητικά ίδια κεφάλαια ή δάνεια που αφορούν μικρομεσαίες επιχειρήσεις με ενέχυρα ακίνητα, καθώς η αύξηση της τιμής των ακινήτων λειτουργεί ενισχυτικά της ανάκτησης.
Ενθαρρυμένες από αυτές τις τάσεις, οι ελληνικές τράπεζες έχουν επιταχύνει τα σχέδια απαλλαγής τους από τα NPEs. Εξ ου και η S&P υποθέτει ότι ο συνολικός λόγος NPEs προς το σύνολο των δανείων θα μπορούσε να μειωθεί κάτω από το 35% στο τέλος του 2020 και 25% έναν χρόνο μετά, από περίπου 46,7% στις 30 Σεπτεμβρίου.
Οι προσδοκίες του οίκου υποστηρίζονται επίσης από την πρόσφατη έγκριση της DG Comp για το πρόγραμμα «Ηρακλής». Η συμμετοχή των τραπεζών σε αυτό θα εξαρτηθεί από τις τελικές συνθήκες του σχεδίου. Ως εκ τούτου, η αναβάθμιση σε Alpha, Eurobank και Εθνική αντικατοπτρίζει την άποψη της S&P ότι οι τρεις τράπεζες είναι σε καλύτερη θέση προκειμένου να επωφεληθούν από την ανάκαμψη της οικονομίας.