Από την έντυπη έκδοση
Του Νίκου Μπέλλου
[email protected]
Οι παραπάνω διαπιστώσεις προκύπτουν τόσο από τη χθεσινή συνεδρίαση του Εurogroup όσο και από τις τοποθετήσεις Ευρωπαίων αξιωματούχων και κυρίως της Κομισιόν. Ερωτηθείς σχετικά με την επιθυμία της κυβέρνησης να μειωθεί το ύψος του πρωτογενούς πλεονάσματος ο επικεφαλής του ΕSM εμφανίστηκε αρνητικός, ενώ έμμεσα και ο πρόεδρος του Εurogroup απάντησε το ίδιο. Σύμφωνα με τον κ. Ρέγκλινγκ, το ετήσιο πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 3,5% του ΑΕΠ, για το οποίο δεσμεύθηκε η Ελλάδα στο πλαίσιο του τρίτου προγράμματος διάσωσης, είναι βασική παράμετρος της βιωσιμότητας του χρέους, το οποίο δύσκολα θα μπορούσε να καταστεί βιώσιμο χωρίς αυτά τα πρωτογενή πλεονάσματα.
Ο κ. Ρέγκλινγκ εμφανίστηκε ιδιαίτερα ανήσυχος με τις παροχές της προηγούμενης κυβέρνησης, τονίζοντας ότι ορισμένες απ’ αυτές δεν ήταν καλές για την ανάπτυξη, ενώ άφησε σαφέστατα να εννοηθεί ότι ένα μέρος του υπερπλεονάσματος δημιουργήθηκε από τη μη χρησιμοποίηση των κονδυλίων των δημόσιων επενδύσεων, ενώ αναφέρθηκε και στον αργό ρυθμό αποπληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου. Όπως είπε, όλα θα κριθούν στο δεύτερο εξάμηνο, οπότε η νέα κυβέρνηση θα προετοιμάσει τον προϋπολογισμό του 2020, ο οποίος θα δώσει και το στίγμα για την πορεία της ελληνικής οικονομίας. Ο ίδιος αποκάλυψε ότι την επόμενη εβδομάδα θα επισκεφθεί την Αθήνα προκειμένου να μιλήσει σε διάσκεψη και με την ευκαιρία αυτή θα συναντηθεί με μέλη της νέας κυβέρνησης.
Για το ίδιο θέμα, ο πρόεδρος του Εurogroup Μάριο Σεντένο απέφυγε να τοποθετηθεί ευθέως, είπε όμως ως γενική αρχή ότι οι χώρες πρέπει να τηρούν τις δεσμεύσεις για να προστατεύουν την αξιοπιστία τους.
Το χθεσινό Eurogroup
Η Ελλάδα ήταν στην ημερήσια διάταξη της χθεσινής συνεδρίασης, δεδομένου ότι έπρεπε να ενημερωθούν επίσημα οι υπουργοί Οικονομικών σχετικά με τα αποτελέσματα της τρίτης αξιολόγησης της ενισχυμένης μεταμνημονιακής εποπτείας, η οποία μάλλον ήταν η χειρότερη από τις τρεις, προφανώς εξαιτίας των παροχών της προηγούμενης κυβέρνησης. Ελλείψει συνομιλητή, ωστόσο, αφού τη χώρα εκπροσώπησε ο απερχόμενος αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Γιώργος Χουλιαράκης, δεν έγινε ουσιαστική συζήτηση.
Το κλίμα τόσο στις δημόσιες δηλώσεις όσο και στη διάρκεια της συνεδρίασης ήταν καλό, παρά τον προβληματισμό που έχουν προκαλέσει οι παροχές της προηγούμενης κυβέρνησης, οι οποίες απειλούν την επίτευξη του στόχου του πρωτογενούς πλεονάσματος ύψος 3,5% του ΑΕΠ το 2019.
Επισήμως, το ελληνικό ζήτημα, δηλαδή η διαπραγμάτευση με την κυβέρνηση για τα αποτελέσματα της τρίτης αξιολόγησης, θα τεθεί επί τάπητος στην προσεχή συνεδρίαση του Εurogroup, στις 13 Σεπτεμβρίου, στο Ελσίνκι. Στους δύο μήνες που μεσολαβούν προφανώς θα γίνουν πολλές συναντήσεις και συζητήσεις σε όλα τα επίπεδα, αλλά όπως ανέφερε χθες στις Βρυξέλλες πηγή της Ευρωζώνης με πρόσβαση στις συζητήσεις, οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι και οι εταίροι περιμένουν να δουν και να κρίνουν τα πρώτα δείγματα γραφής της κυβέρνησης της Ν.Δ. Από την αποφασιστικότητα που θα επιδείξει η Αθήνα στο «τρέξιμο» μεταρρυθμίσεων θα κριθούν πολλά και σίγουρα θα επηρεάσουν θετικά ή αρνητικά και τη διάθεση των εταίρων να ανταποκριθούν στο κρίσιμο θέμα της μείωσης του πρωτογενούς πλεονάσματος. Όπως είπε ο πρόεδρος του Εurogroup Μάριο Σεντένο, οι εταίροι περιμένουν τη νέα κυβέρνηση για να συνεργαστούν εποικοδομητικά και να ακούσουν τις προτεραιότητες της πολιτικής της.
Η Κομισιόν
Η θετική προσέγγιση των Ευρωπαίων αξιωματούχων και εταίρων φάνηκε πριν από τη συνεδρίαση του Eurogroup από την τοποθέτηση της εκπροσώπου της Κομισιόν. Μιλώντας στο όνομα του οργάνου που εκπροσωπεί, έστειλε ένα σαφέστατο μήνυμα συνεργασίας με τη νέα κυβέρνηση για την επίτευξη των στόχων χωρίς πολιτικές προκαταλήψεις, όπως είπε.
Η εκπρόσωπος αναφέρθηκε καταρχήν στο συγχαρητήριο τηλεγράφημα του προέδρου Ζαν Κλοντ Γιούνκερ στην κυβέρνηση, όπου γίνεται αναφορά στις προσπάθειες που κατέβαλε η Κομισιόν και ο ίδιος προσωπικά, ώστε να παραμείνει η Ελλάδα στην Ευρωζώνη (καλοκαίρι 2015). Στη συνέχεια τόνισε ότι οι οικονομικοί δείκτες της χώρας έχουν βελτιωθεί σημαντικά, αλλά υπάρχουν ακόμη πολλά που πρέπει να γίνουν.
Η εκπρόσωπος υπενθύμισε επίσης πως ο κ. Γιούνκερ διαβεβαίωσε τη νέα κυβέρνηση ότι μπορεί να βασίζεται στην πλήρη υποστήριξη της Κομισιόν για να εξασφαλιστεί ότι οι πολίτες και η χώρα θα δρέψουν τους καρπούς των προσπαθειών. Συνεχίζοντας, συμπλήρωσε ότι η Κομισιόν εργάζεται με όποια κυβέρνηση είναι άμεσα εκλεγμένη, ανεξαρτήτως της πολιτικής οικογένειας στην οποία ανήκει.
Η στάση Μοσκοβισί
Από την πλευρά του, ο επίτροπος Πιερ Μοσκοβισί επισήμανε ότι στο διάστημα μετά την έξοδο της Ελλάδας από το πρόγραμμα διάσωσης (Αύγουστος 2018) μέχρι τώρα έχουν γίνει πολλά, ωστόσο απομένουν, όπως είπε, να γίνουν ακόμη αρκετά. Στη συνέχεια αναφέρθηκε στο μήνυμα που έστειλε στον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, όπου αφού τον συγχαίρει για την ευρεία νίκη στις εκλογές, τον διαβεβαίωσε ότι η Κομισιόν, όπως πάντα, θα είναι δίπλα στην κυβέρνηση και στις προσπάθειές της για ενίσχυση της ανάπτυξης και την αύξηση της απασχόλησης.
Αναφερόμενος στη νέα κυβέρνηση, επισήμανε ότι ελπίζει σε μια πολύ εποικοδομητική συνεργασία. «Ανυπομονούμε να συναντηθούμε με τον νέο υπουργό Οικονομικών (σ.σ.: Χρήστο Σταϊκούρα), τον οποίο γνωρίζω από συνεργασία που είχα μαζί του σε προηγούμενη ελληνική κυβέρνηση», είπε, προσθέτοντας ότι οι Έλληνες πολίτες επιθυμούν τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης και την τόνωση της ανάπτυξης.
Ερωτηθείς σχετικά με τη θέση που έχει εκφράσει η νέα κυβέρνηση για μείωση του ύψους του πρωτογενούς πλεονάσματος (έχει οριστεί στο 3,5% του ΑΕΠ ετησίως μέχρι και το 2022), ο κ. Μοσκοβισί απάντησε ότι πρόκειται για μια συμφωνία που επιτεύχθηκε στο Εurogroup και μόνο αυτό, όπως είπε, μπορεί να την τροποποιήσει. Άφησε ανοικτό, ωστόσο, το ενδεχόμενο να γίνει συζήτηση βάσει συγκεκριμένου ελληνικού αιτήματος.
Αναφορικά με την τρίτη αξιολόγηση, ανώτερος αξιωματούχος της Ευρωζώνης ανέφερε χθες στις Βρυξέλλες ότι πέρα από τον δημοσιονομικό κίνδυνο, δηλαδή τη μη επίτευξη του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα, ορισμένες μεταρρυθμίσεις έχουν καθυστερήσει, ενώ κάποιες άλλες έχουν, όπως είπε, αντιστραφεί.