H εντυπωσιακή κούρσα των ελληνικών ομολόγων συνεχίστηκε σήμερα με μεγαλύτερη ακόμη ορμή και τις αποδόσεις να διολισθαίνουν σε νέα ιστορικά χαμηλά επίπεδα. Η ραγδαία αποκλιμάκωση στο κόστος δανεισμού αναμένεται να δώσουν ακόμη περισσότερο ώθηση στις εισηγήσεις, που έχει στο τραπέζι του ο ΟΔΔΗΧ, για σταδιακή μείωση της έκθεσης του Δημοσίου στα έντοκα γραμμάτια του Ελληνικού Δημοσίου και για άμεση έξοδος στις αγορές αμέσως μετά τις εκλογές της 7ης Ιουλίου.
Όταν η απόδοση του δεκαετούς ομολόγου υποχώρησε στις αρχές του περασμένου Απριλίου κάτω από το 3,5%, στα χαμηλότερα επίπεδα από το 2006, οι προσδοκίες της αγοράς και των αρχών ταυτόχρονα για φθηνό δανεισμό σίγουρα ενισχύθηκαν. Ελάχιστοι όμως θα περίμεναν τότε να δουν την απόδοση να προσεγγίζει το 2%. Πόσο μάλλον όταν λίγες εβδομάδες αργότερα άρχιζε και πάλι να ακολουθεί την ανιούσα.
Τον τελευταίο ενάμιση μήνα και ειδικά μετά προκήρυξη των πρόωρων εθνικών εκλογών, με την αγορά να έχει σταθερά στραμμένο το βλέμμα προς την κάλπη το κόστος δανεισμού της χώρας μειώνεται με σταθερά και δη ταχεία βήματα. Σήμερα η απόδοση του δεκαετούς κατρακύλησε ενδοσυνεδριακά έως και το 2,09%, για να κλείσει τελικά στο 2,19%, μειωμένη κατά 11 μονάδες βάσης σε σχέση με το χθεσινό κλείσιμο. Έχει περιοριστεί κατά περισσότερο από 100 μονάδες βάσης το τελευταίο δίμηνο. Είναι δε περίπου 180 μονάδες χαμηλότερα σε σχέση με ένα χρόνο νωρίτερα.
Τα ελληνικά ομόλογα εξακολουθούν να αποτελούν μία άκρως ελκυστική επιλογή παρά το υπέρογκο χρέος της χώρας, καθώς το μεγαλύτερο κομμάτι των οφειλών είναι στα χέρια του λεγόμενου «επίσημου τομέα». Με τις αποδόσεις ισπανικών και πορτογαλικών δεκαετών να έχουν υποχωρήσει κοντά στο 0,3% και εκείνες των γερμανικών, των ολλανδικών, των γαλλικών και των αυστριακών να είναι κάτω από το μηδέν, σήμερα ουσιαστικά δύο μόνο χώρες στο ευρώ προσφέρουν ελκυστικό πρίμιουμ στους επενδυτές: η Ελλάδα και η Ιταλία, της οποίας η απόδοση του 10ετους υποχώρησε το τελευταίο διήμερο σημαντικά κάτω από το 2%, στο 1,87%.
Αρκετοί αναλυτές μάλιστα βλέπουν αρκετά υψηλότερο ρίσκο στην περίπτωση της Ιταλίας λόγων των διαρκών αντιπαραθέσεων με τις Βρυξέλλες, αλλά και μέσα στους κόλπους του κυβερνητικού συνασπισμού, όπως και των προβλέψεων για στασιμότητα της οικονομίας ή και ύφεση.
naftemporiki.gr