Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Δυσκολίες στον σχηματισμό κυβέρνησης μετά τις εκλογές του Ιουλίου βλέπει η Citi. Ωστόσο προσθέτει ότι αυτές μπορούν να ξεπεραστούν χάρη και στο μπόνους των 50 εδρών, προσθέτει και εκτιμά ότι μία κυβέρνση της Ν.Δ. θα μπορούσε να εξασφαλίσει από τους Ευρωπαίους πιστωτές τη χαλάρωση των στόχων για το πρωτογενές πλεόνασμα. Παράλληλα επιμένει στις εκτιμήσεις της για βραδείς ρυθμούς ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας φέτος και τα επόμενα χρόνια, γεγονός που έχει να κάνει εν μέρει και με το διεθνές περιβάλλον της έντονης αβεβαιότητας.
Σε έκθεσή της για τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας η αμερικανική επενδυτική τράπεζα προειδοποιεί για την «ολοένα και πιο εύθραυστη» παγκόσμια ανάπτυξη, καθώς οι πιέσεις στην μεταποίηση εντείνονται και αρχίζουν να απειλούν και τις υπηρεσίες. Και ενώ οι αναδυόμενες οικονομίες μάχονται να ανακάμψουν, οι ανεπτυγμένες κατεβάζουν κι άλλο ταχύτητα.
Το πολιτικό σκηνικό στην Ελλάδα και τα πρωτογενή πλεονάσματα
Στην περίπτωση της Ελλάδας η έκθεση εστιάζει, όπως είναι αναμενόμενο στις εκλογές. «Η βελτίωση των οικονομικών συνθηκών έχει ενισχύσει την πρόθεση ψήφου για τον αριστερό ΣΥΡΙΖΑ σε σχέση με τα χαμηλά του 2017, κοντά στο 28%, αλλά όχι αρκετά ώστε να ξεπεράσει το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, τη Ν.Δ., που οι δημοσκοπήσεις το θέλουν κοντά στο 37%» αναφέρουν οι αναλυτές της Citi και προσθέτουν: «Μία συντηρητική κυβέρνηση θα ήταν πιο φιλική για τις αγορές και τις επιχειρήσεις σε σχέση με την υφιστάμενη, αλλα θα είναι δύσκολο να σχηματιστεί, δεδομένου ότι το κοινοβούλιο εμφανίζεται κατακερματισμένο». Σε συνοδευτικό σημείωμα πάντως σημειώνει πως το μπόνους των 50 εδρών θα μπορούσε τελικά να δώσει την αυτοδυναμία στη Ν.Δ., ενώ σχολιάζει πως το πολιτικό ρίσκο στη χώρα είναι πια πολύ περιορισμένο, καθώς η μεγάλη πλειοψηφία στηρίζει τη συνεργασία με τους Ευρωπαίους πιστωτές.
Εκτιμά επίσης πως οι φοροελαφρύνσεις και η πιο φιλική προς τις επιχειρήσεις ατζέντα της Ν.Δ. θα μπορούσαν να προσελκύσουν περισσότερες επενδύσεις από το εξωτερικό και αυτό με τη σειρά του να επιτρέψει στους Ευρωπαίους να δείξουν περισσότερη ευελιξία και να χαλαρώσουν τους όρους της μεταπρογραμματικής εποπτείας και ειδικά αυτούς για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ. «Κάτι τέτοιο θα ενίσχυε τις προσδοκίες ανάπτυξης τόσο στο εσωτερικό όσο και μεταξύ των διεθνών πιστωτών» σημειώνει.
Παρά τις ανησυχίες που έχουν εκφράσει το τελευταίο διάστημα Κομισιόν και ESM, η Citi προβλέπει ότι τελικά θα πιάσουμε τους στόχους, εμφανίζοντας πρωτογενές πλεόνασμα 3,9% φέτος και 3,8% την επόμενη χρονιά.
Γιατί έχει παγιδευθεί η οικονομία σε χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης
Η Citi δεν είναι καθόλου αισιόδοξη για τους εφετινούς ρυθμούς ανάπτυξης, τους οποίους και «κατεβάζει» στο 1,4%. Προβλέπει ελαφρά επιτάχυνση στο 1,6% για το 2020 (προς τα πάνω αναθεώρηση κατά 0,1 πμ) και το 2021, για να κατεβάσει εκ νέου ταχύτητα η οικονομία στο 1,4% το 2022 και στο 1,6% το 2023.
Citi έκθεση θυμίζει ότι το πραγματικό ΑΕΠ της Ελλάδας αναπτύχθηκε 1,9% το 2018, με τους ταχύτερους ρυθμούς από το 2007, αλλά παραμένει περίπου 25% χαμηλότερα από τα προ κρίσεως επίπεδα. Την ανάπτυξη στηρίζουν οι εξαγωγές και πρωτίστως οι τουριστικές εισπράξεις, ενώ η ιδιωτική κατανάλωση εξακολουθεί να αυξάνεται με πολύ χαμηλούς ρυθμούς του 1% και δεν προβλέπεται να επιταχυνθεί τα επόμενα χρόνια, δεδομένων των αρνητικών δημογραφικών τάσεων και των χαμηλών επιπέδων αποταμίευσης. Επιμένουν δε και οι διαρθρωτικές αδυναμίες, παρά τις μεταρρυθμίσεις, ενώ παρά την τεράστια εσωτερική υποτίμηση, η ανταγωνιστικότητα βελτιώθηκε λιγότερο από ό,τι σε άλλες μνημονιακές χώρες.
Παράλληλα εξακολουθεί να καταγράφεται πιστωτική συρρίκνωση, καθώς οι τράπεζες βαρύνονται με μεγάλο όγκο κόκκινων δανείων και δεν μπορούν ακόμη να στηρίξουν την πραγματική οικονομία.
Υποτονικός προβλέπεται και ο πληθωρισμός, μόλις 0,5% φέτος και 0,8% την επόμενη χρονιά. Ελαφρώς καλύτερη η εικόνα τα επόμενα χρόνια, στο 1,1% το 2021, στο 1,2% το 2022 και στο 1,3 το 2023.
Όσον αφορά στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών η Citi «βλέπει» διαρκή ελλείμματα, τα οποία όμως θα περιορίζονται σταδιακά ως ποσοστό του ΑΕΠ. Φέτος υπολογίζει ότι το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών θα είναι 2,8%, για να υποχωρήσει στο 2,6% το 2020, στο 2,4% το 2021, στο 2,3% το 2022 και στο 2,1% του ΑΕΠ το 2023.
Στο δημοσιονομικό πεδίο, αναμένει πλεόνασμα 0,3% του ΑΕΠ την εφετινή χρονιά, ύστερα από 1,1% πέρυσι. Για την περιόδο από το 2020 έως και το 2022 βλέπει το δημοσιονομικό πλεόνασμα στο 0,2% του ΑΕΠ, ενώ το 2023 υπολογίζει οριακό έλλειμμα (0,1%).
To διεθνές περιβάλλον
Η αμερικανική επενδυτική τράπεζα υποβαθμίζει την εκτίμησή της για τους εφετινούς ρυθμούς ανάπτυξης των ανεπτυγμένων οικονομιών στο 1,8% και των αναδυόμενων στο 4,3%. Αναιμική θα είναι φέτος η ανάπτυξη στην Ευρωζώνη με ρυθμούς μόλις 1,1%. Το 2020 ο ανεπτυγμένος κόσμος θα κατεβάσει στο σύνολό του περαιτέρω ταχύτητα στο 1,5%. Ωστόσο στη ζώνη του ευρώ η ανάπτυξη θα επιταχυνθεί ελαφρά στο 1,3%. Το 2021 θα ανεβάσει ταχύτητα στο 1,6%, αλλά την επόμενη διετία θα εμφανίσει και πάλι επιβράδυνση στο 1,5% και 1,4% αντίστοιχα.
naftemporiki.gr