Η κλιμάκωση της έντασης στη Μέση Ανατολή ωθεί προς τα πάνω τις τιμές του πετρελαίου, αυξάνοντας το κόστος εισαγωγής καυσίμων για πολλές χώρες και προσθέτοντας ακόμη ένα βάρος στην παγκόσμια οικονομία, που ήδη «λυγίζει» από τον εμπορικό πόλεμο και την αποδυνάμωση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης.
Η παγκόσμια ανάπτυξη απειλείται ήδη από τον εμπορικό πόλεμο, την εξασθένηση της ζήτησης και την ευρύτερη γεωπολιτική αβεβαιότητα. Το τελευταίο πράγμα που χρειάζεται είναι μια νέα πρόκληση, όπως το ακριβό πετρέλαιο.
Οι επιθέσεις στα δύο τάνκερ στον Κόλπο του Ομάν έβαλαν φωτιά στις τιμές του πετρελαίου, με άνοδο 4%, αν και οι ανησυχίες για μείωση της ζήτησης λόγω οικονομικής επιβράδυνσης έβαλαν φρένο στα κέρδη.
Την ίδια στιγμή, ο Αμερικανός πρόεδρος, Ντόναλντ Τραμπ, πέραν του ανοικτού «μετώπου» με την Κίνα έχει στρέψει τα βέλη του και εναντίον άλλων εμπορικών εταίρων, με την πολιτική προστατευτισμού της Ουάσιγκτον να αυξάνει τις πιθανότητες για μια νέα ύφεση. «Πέραν των εμπορικών εντάσεων, η κατάσταση στη Μέση Ανατολή γίνεται όλο και πιο αβέβαιη, αφότου ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, Μάικ Πομπέο, κατηγόρησε το Ιράν για τις επιθέσεις στα δύο τάνκερ πετρελαίου», επισημαίνουν οικονομολόγοι της UniCredit.
Παρότι οι προβλέψεις της Διεθνούς Υπηρεσίας Ενέργειας(ΙΕΑ) για προσφορά αργού μεγαλύτερη της ζήτησης συγκράτησαν την Παρασκευή τις τιμές, με το αμερικανικό αργό να κλείνει με εβδομαδιαίες απώλειες σχεδόν 3%. Ακόμη και πριν από την κλιμάκωση της έντασης στη Μέση Ανατολή, αναλυτές σε έρευνα του Reuters τον προηγούμενο μήνα προέβλεπαν ότι το πετρέλαιο θα είναι πιο ακριβό φέτος, καθώς οι κίνδυνοι που απειλούν την προσφορά αντισταθμίζονται από τους κινδύνους στη ζήτηση λόγω της σινο-αμερικανικής εμπορικής διαμάχης.
«Βλέπουμε ότι οι αγορές είναι στο “κόκκινο”, με τους traders να αντιδρούν στις εξελίξεις στον Κόλπο του Ομάν, καθώς οι ΗΠΑ δεν διστάζουν να ρίξουν το φταίξιμο στο Ιράν», αναφέρει στο Reuters στρατηγικός αναλυτής.
Οι επενδυτές στρέφονται προς ασφαλή καταφύγια, όπως τα κρατικά ομόλογα, ο χρυσός και το γιέν. Ο χρυσός άγγιξε τα υψηλότερα επίπεδα από τον Απρίλιο του 2018 και οι ομολογιακές αποδόσεις χωρών υψηλής επενδυτικής διαβάθμισης –όπως η Γερμανία- έχουν υποχωρήσει σε ιστορικό ναδίρ και σε επίπεδα κάτω του μηδενός.
Οι υψηλότερες τιμές πετρελαίου αποτελούν «βαρίδι» για την ανάπτυξη, αυξάνοντας το κόστος παραγωγής και μειώνοντας τη ζήτηση.
Οι κεντρικές τράπεζες ανά τον κόσμο προετοιμάζονται να ανταποκριθούν στις νέες συνθήκες με μειώσεις επιτοκίων και μέτρα νομισματικής στήριξης. Στις ΗΠΑ, αυξάνονται οι πιθανότητες για στροφή της FED προς την κατεύθυνση της μείωσης του κόστους δανεισμού, ενώ τα επιτόκια έχουν ήδη μειωθεί σε Ινδία, Νέα Ζηλανδία και Ρωσία. Την Πέμπτη συνεδριάζει η κεντρική τράπεζα της Ιαπωνίας και είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα διατηρήσει αμετάβλητη την ήδη υπέρ-χαλαρή νομισματικής της πολιτική. Στάση αναμονής προβλέπουν οι αναλυτές και για την Τράπεζα της Αγγλίας, που επίσης συνεδριάζει εντός της εβδομάδας.