Από την έντυπη έκδοση
Της Σοφίας Εμμανουήλ
[email protected]
Παρά τις επιτυχημένες επιχειρήσεις των αρμόδιων ελληνικών αρχών για την αντιμετώπιση της διακίνησης προϊόντων-μαϊμού, αποδεικνύεται ότι απαιτούνται θεσμικές μεταρρυθμίσεις και σύνθετες πολιτικές για την αποτελεσματική διαχείριση του φαινομένου και εντέλει την «έξοδο» της Ελλάδας από τη λίστα των σημαντικότερων οικονομιών εισόδου προϊόντων-μαϊμού στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Στην εν λόγω κατάταξη η Κίνα παραμένει ηγέτης, η Τουρκία διατηρεί τη θέση της, ενώ η αναβάθμιση χωρών όπως τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η Ινδία, το Μαρόκο και ο Παναμάς έχουν εκτοπίσει από το Top 10 την Ελλάδα, η οποία όμως από τη 14η θέση παραμένει στον χάρτη των χωρών με υψηλά επίπεδα οργανωμένης εγκληματικής δραστηριότητας. Αυτά είναι ορισμένα συμπεράσματα από την πρόσφατη έκθεση ΟΟΣΑ - EUIPO, απ’ όπου προκύπτει ότι η Ελλάδα παραμένει στη λίστα των 15 χωρών από τις οποίες εισάγονται οι μεγαλύτερες ποσότητες προϊόντων-μαϊμού στην Ευρώπη, με συντελεστή GTRIC-e 0,756, όταν το Χονγκ Κόνγκ και η Κίνα είναι στο 1,000 και 0,994 αντίστοιχα.
Ο συντελεστής GTRIC-e είναι η σταθμισμένη αξία δύο υποσυστημάτων, της αξίας των εξαγωγών παραχαραγμένων και πειρατικών προϊόντων από μια οικονομία σε απόλυτες τιμές και το μερίδιο του εμπορίου προϊόντων-μαϊμού στην οικονομία αυτή.
Η Ελλάδα ωστόσο στην τρέχουσα έκθεση (που καλύπτει την περίοδο 2014-2016) δεν είναι στο Top 10, όπως στην προηγούμενη έκθεση (2011-2013), κι έχει βελτιώσει τη θέση της μεταξύ των δύο περιόδων διερεύνησης, όπως και η Συρία.
Τα στοιχεία για την τάση των οικονομιών να εξάγουν παραποιημένα προϊόντα δείχνουν ότι η Ελλάδα στον χάρτη του παγκόσμιου εμπορίου εμφάνισε συντελεστή GTRIC-e 0,373 το 2016, βελτιωμένο ελαφρώς σε σχέση με το προηγούμενο έτος (0,425 το 2015 και 0,357 το 2014).
Τα στοιχεία που αναφέρονται στον συγκεκριμένο συντελεστή ειδικά για την Ευρώπη δείχνουν ότι η Ελλάδα βελτίωσε οριακά τις επιδόσεις της, με βαθμολογία 0,724 το 2016, έναντι 0,799 το 2015 και 0,745 το 2014.
Προφανώς, σε αυτήν τη -μικρή έστω- βελτίωση έχουν παίξει ρόλο οι επιτυχίες των ελληνικών διωκτικών αρχών. Είναι ενδεικτικό ότι οι διαφυγόντες δασμοί, τα τέλη και οι άλλοι φόροι, μόνο με τα περιστατικά εξάρθρωσης εγκληματικών οργανώσεων που δρουν στη διακίνηση και πώληση απομιμητικών και λαθραίων προϊόντων του 2019, υπολογίζονται συνολικά σε περίπου 2,5 εκατ. ευρώ.
Όμως το έργο των Αρχών μπορεί να γίνει ακόμη πιο αποτελεσματικό. Πηγές στη Διεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας μεταφέρουν στη «N» την ανάγκη αλλαγής της νομοθεσίας, ώστε η δίωξη για αδικήματα κατά της βιομηχανικής ιδιοκτησίας να γίνεται αυτεπαγγέλτως και όχι κατ’ έγκληση του δικαιούχου.
Τι ισχύει σήμερα
Ειδικότερα, σήμερα, οι κυριότεροι εθνικοί φορείς που δραστηριοποιούνται για την προστασία των Δικαιωμάτων Διανοητικής Ιδιοκτησίας (ΔΔΙ) από την αντιγραφή και την πειρατεία είναι τα τελωνεία και η Ειδική Γραμματεία του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (Ε.Γ. ΣΔΟΕ). Όπως μας μεταφέρουν αρμόδιες πηγές, για τα αδικήματα κατά της πνευματικής ιδιοκτησίας η δίωξη γίνεται αυτεπαγγέλτως και για τα αδικήματα κατά της βιομηχανικής ιδιοκτησίας κατ’ έγκληση του δικαιούχου. Η Ε.Γ. ΣΔΟΕ μεταξύ άλλων είναι αρμόδια για την έκδοση καταλογιστικών πράξεων αναφορικά με τα αδικήματα προσβολής δικαιωμάτων της πνευματικής ιδιοκτησίας, ελέγχει την ορθή άσκηση υπαίθριων εμπορικών δραστηριοτήτων συμμετέχοντας στο Συντονιστικό Κέντρο Εποπτείας Αγοράς και Αντιμετώπισης Παραεμπορίου (ΣΥΚΕΑΑΠ), συμπεριλαμβάνεται στις εποπτεύουσες αρχές για τον έλεγχο οικονομικών δραστηριοτήτων και για τον έλεγχο και τη ρύθμιση της αγοράς προϊόντων - υπηρεσιών και για τη δίωξη του παρεμπορίου (απομιμητικά, παραποιημένα, πειρατικά).
Οι τελωνειακές αρχές μπορούν να αναστείλουν τη χορήγηση άδειας παραλαβής ή να δεσμεύσουν εμπορεύματα για τα οποία έχουν υπόνοιες ότι παραβιάζουν δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας δρώντας αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν κατάθεσης αίτησης παρέμβασης του δικαιούχου, ενώ από την πλευρά της η Ελληνική Αστυνομία, μέσω των υπηρεσιών της, επιλαμβάνεται τον χειρισμό σχετικών υποθέσεων με τη διενέργεια προανακρίσεων, στο πλαίσιο των οποίων διεξάγει έρευνες και κατασχέσεις και σχηματίζει δικογραφίες σε βάρος των παραβατών της νομοθεσίας, παραπέμποντάς τους ενώπιον των αρμόδιων εισαγγελικών αρχών για την άσκηση ποινικής δίωξης.
Πρακτικά, στην περίπτωση των προϊόντων-μαϊμού για να στοιχειοθετηθεί κατηγορία, που θα κινητοποιήσει τους μηχανισμούς δίωξης για να τιμωρηθούν οι δράστες, θα πρέπει η εταιρεία της οποίας βλάπτονται τα συμφέροντα από την αντιγραφή του εμπορικού της σήματος να κάνει έγκληση. Ωστόσο η βλάβη δεν αφορά μόνον τα συμφέροντα της εταιρείας, είναι ευρύτερη, καθώς οι παραπάνω πράξεις συνεπάγονται παράπλευρες απώλειες για την οικονομία, που χάνει δασμούς και φορολογικά έσοδα, για την αγορά εργασίας, που χάνει θέσεις, λόγω του αθέμιτου ανταγωνισμού που πλήττει τις νόμιμα λειτουργούσες επιχειρήσεις και εντέλει για την κοινωνία και το καταναλωτικό κοινό, λόγω έλλειψης προστασίας και έκθεσης σε κινδύνους.
Αν και τα απομιμητικά προϊόντα εξελίσσονται από εξειδικευμένα κυκλώματα που έχουν αναγάγει την αντιγραφή σε επιστήμη πλησιάζοντας ολοένα και περισσότερο τα χαρακτηριστικά του πρωτότυπου, οι κίνδυνοι εξαπάτησης του καταναλωτικού κοινού είναι σοβαροί, καθώς αγγίζουν συχνά θέματα υγείας (π.χ. από απομιμητικά φάρμακα, παιχνίδια, ρούχα κ.ά.).
Υπό αυτή την έννοια όσο πιο ευνοϊκό είναι το πλαίσιο για την απόδοση ευθυνών τόσο πιο αποτελεσματική θα είναι η παρέμβαση των Αρχών στην αντιμετώπιση του εγκλήματος. «Σήμερα δεν υπάρχει κατηγορία εάν δεν υπάρχει η έγκληση της εταιρείας της οποίας τα κυκλώματα έχουν αντιγράψει το σήμα. Συχνά λόγω του κόστους, ακόμη και για την καταστροφή των προϊόντων, οι εταιρείες δεν προσέρχονται στις Αρχές ή δεν προσέρχονται εγκαίρως…», αναφέρει χαρακτηριστικά στη «N» στέλεχος της ΔΟΑ, εξηγώντας ότι στις περισσότερες των περιπτώσεων οι Αρχές οδηγούνται σε μικρότερης τιμωρίας παραβάσεις, όπως π.χ. νόθευση αγαθών και άλλα αδικήματα, χωρίς να φαίνεται ότι η υπόθεση αφορά απομιμητικά προϊόντα. «Οι ποινές πρέπει να γίνουν αυστηρές… Υπάρχει ατιμωρησία, ανάλογα με την έκταση της υπόθεσης και την αξία των αντικειμένων που είναι προς πώληση», προσθέτει χαρακτηριστικά, τονίζοντας και το πρόβλημα με τις χώρες transit (ενδιάμεσου προορισμού) που συνδέεται με περιορισμούς στους ελέγχους, οι οποίοι συχνά παρακάμπτονται με πρόσχημα τη διεξαγωγή τους στη χώρα τελικού προορισμού. Μια αρχή που παραβιάζεται, όταν τα προϊόντα τελικά δεν διαμετακομίζονται και παραμένουν στη χώρα transit.
Αυξητική τάση στο φαινόμενο παραποιημένων αγαθών
Η κοινή μελέτη του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) και του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO) για το 2019 αναφέρει ότι χώρες όπως η Ελλάδα, το Νεπάλ και το Τοκέλαου (στον Νότιο Ειρηνικό) κρίθηκαν λίγο ως πολύ σημαντικά εποχιακά σημεία μεταφοράς προϊόντων-μαϊμού στον χάρτη του παγκόσμιου εμπορίου.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι κριτήρια της έκθεσης ήταν, μεταξύ άλλων, η εφαρμογή μέτρων από τις Αρχές κατά της παραποίησης/απομίμησης, οι τεχνικές αντιστοίχισης του κινδύνου, η εξέλιξη των εμπορικών ροών και η εμφάνιση νέων, πιο βολικών οδών εμπορίας απομιμητικών προϊόντων.
Πιο συγκεκριμένα, η έκθεση διαπιστώνει συνολικά αύξηση στην παραγωγή και τη διακίνηση παραποιημένων αγαθών, που φθάνουν πλέον στο 3,3% του παγκόσμιου εμπορίου, σε σύγκριση με το 2,5% που είχε καταγραφεί σε προηγούμενη έρευνα. Η εισαγωγή παραποιημένων προϊόντων στην Ε.E. αγγίζει τα 121 δισ. ευρώ ή 6,8% των συνολικών εισαγωγών της.
Παράλληλα, η έκθεση με τίτλο «Trends in Trade in Counterfeit and Pirated Goods» επικαιροποιεί την αρχική μελέτη που πραγματοποιήθηκε από το EUIPO και τον ΟΟΣΑ και κυκλοφόρησε το 2016, η οποία εκτιμούσε ότι η συνολική αξία του παγκόσμιου εμπορίου παραποιημένων εμπορευμάτων έφτανε μέχρι τα 338 δισ. ευρώ (στην τρέχουσα έρευνα υπολογίζεται 460 δισ.). Στην Ε.E., το 6,8% όλων των εισαγωγών από τρίτες χώρες εκτιμάται ότι είναι παραποιημένα αγαθά αξίας έως 121 δισ. ευρώ. Αυτό, σε σύγκριση με το 5% των εισαγωγών στην Ευρωπαϊκή Ένωση που παρουσιάστηκε στην έκθεση του 2016, συνιστά μια απότομη άνοδο.
Τέλος, όσον αφορά τις κατηγορίες προϊόντων που επηρεάζονται περισσότερο από την εγκληματική δράση της διακίνησης παραποιημένων προϊόντων, οι παρακάτω είναι οι βασικότερες και παραμένουν οι ίδιες στις περιόδους διερεύνησης 2014-16 και 2011-13:
- υποδήματα, είδη ένδυσης,
- δερμάτινα, ηλεκτρικά είδη,
- ρολόγια, γυαλιά ηλίου,
- αρώματα, καλλυντικά
- παιχνίδια.