Από την έντυπη έκδοση
Της Ειρήνης Σακελλάρη
[email protected]
Απειλές ή πραγματικότητα και με ποιες συνέπειες είναι τα βασικά ερωτήματα που δημιουργούνται σχετικά με το θεσμικό πλαίσιο για την προστασία της πρώτης κατοικίας και την πρόθεση της κυβέρνησης να προχωρήσει έστω και μονομερώς στη νομοθέτηση του νέου πλαισίου, αν δεν υπάρξει συμφωνία με τους θεσμούς. Την ίδια στιγμή τα τεχνικά κλιμάκια ανταπαντούσαν αυστηρά κορυφώνοντας την ένταση.
Αργά χθες το βράδυ, το σίριαλ μεταξύ κυβέρνησης - θεσμών ήρθε να κατευνάσει η πολιτική ηγεσία της Ε.Ε. με μια δήλωση του αρμόδιου επιτρόπου Πιερ Μοσκοβισί, ο οποίος έκανε λόγο για «σημαντική πρόοδο» στις διαβουλεύσεις μεταξύ των θεσμών και της κυβέρνησης για το ζήτημα της νομοθεσίας που θα αντικαταστήσει τον νόμο Κατσέλη. Σε γραπτή του δήλωση ο επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων, Πιερ Μοσκοβισί, εκφράζει την πεποίθηση ότι θα επιτευχθεί συμφωνία πριν από το Eurogroup της 5ης Απριλίου.
«Σε συνέχεια της εντολής που έδωσε το Eurogroup την περασμένη εβδομάδα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας βρίσκονται σε στενή επαφή με τις ελληνικές αρχές για την ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων που συμφωνήθηκαν το 2018», δήλωσε ο Π. Μοσκοβισί, σημειώνοντας ότι στο επίκεντρο των συνομιλιών βρίσκεται η νομοθεσία για την προστασία της πρώτης κατοικίας.
«Η επίτευξη μιας ισορροπημένης συμφωνίας σχετικά με αυτό το νομοσχέδιο είναι κλειδί τόσο για τους πολίτες όσο και για το τραπεζικό σύστημα στην Ελλάδα», επισημαίνει και καταλήγει: «Έχουμε σημειώσει σημαντική πρόοδο και είμαι βέβαιος ότι θα μπορέσουμε να ολοκληρώσουμε τις συνομιλίες μας τις επόμενες ημέρες, εν όψει του Eurogroup στις 5 Απριλίου».
Η ένταση ξεκίνησε όταν νωρίτερα πηγές της κυβέρνησης ανέφεραν πως η ρύθμιση για την προστασία της πρώτης κατοικίας, στη βάση της συμφωνίας κυβέρνησης - τραπεζών, αναμένεται να κατατεθεί στη Βουλή αύριο 22 Μαρτίου.
Με βάση το παραπάνω το περιθώριο συνέχισης της συζήτησης με τους θεσμούς περιορίζεται μέχρι την Παρασκευή για την εξεύρεση λύσεων στις διμερείς διαφωνίες.
Ως εξαιρετικά δύσκολη εκτιμούσαν κύκλοι της αγοράς μια μονομερή ενέργεια από την πλευρά της κυβέρνησης που θα οδηγούσε σε ένα σημαντικό πισωγύρισμα των σχέσεών της με την Ευρώπη. Και βεβαίως το πρόβλημα δεν είναι μόνον ο κίνδυνος να μην εισέλθει το 1 δισ. ευρώ στα κρατικά ταμεία ώστε να αποπληρωθεί το ΔΝΤ, αλλά κυρίως ένα αρνητικό μήνυμα στις αγορές, που δεν θα επέτρεπε μια ακόμη πιθανή αναβάθμιση από την S&P στις 26 Απριλίου. Μια τέτοια αναβάθμιση θα οδηγήσει πιο κοντά στην επενδυτική βαθμίδα τη χώρα, αλλά και πιθανόν εξ αυτού του λόγου σε μια νέα ομολογιακή έκδοση.
Υπάρχουν συνέπειες
Οι τόνοι όμως δεν έμελλε να ανεβούν μόνον από την κυβέρνηση αλλά και από τους θεσμούς που υπονόησαν εμμέσως πλην σαφώς πως η χώρα βρίσκεται εκτός μνημονίου και άρα η κυβέρνηση μπορεί να νομοθετήσει - όχι πάντως χωρίς συνέπειες.
Μήνυμα λοιπόν πως οι μονομερείς ενέργειες δεν θα μείνουν αναπάντητες έστειλε από την Αθήνα αξιωματούχος της Κομισιόν, μετά τις πληροφορίες που διοχετεύτηκαν από το Μαξίμου.
Το πιθανότερο, όπως είπε, είναι η πλευρά των δανειστών, παρά τις καλές διαθέσεις που υπάρχουν, να μπλοκάρει στο Eurogroup της 5ης Απριλίου το 1 δισ. της δόσης από τα ελληνικά ομόλογα, γεγονός που θα χαλάσει το καλό κλίμα που έχει δημιουργηθεί και θα εκπέμψει αρνητικό μήνυμα για τις αγορές. Επίσης, η Αθήνα δεν θα λάβει το πράσινο φως από τον ESM που είναι αναγκαίο για την πρόωρη εξόφληση μέρους ή του συνόλου των δανείων που έχει η χώρα απέναντι στο ΔΝΤ.
Στη συνέχεια και κατά τη χθεσινή διαπραγμάτευση με τους θεσμούς, μία από τις πολλές των τελευταίων ημερών, επικράτησαν χαλαρότεροι τόνοι, μολονότι οι διαπραγματεύσεις δεν κατέληξαν τελικώς σε συμφωνία.
Η πρόθεση στο τελευταίο Eurogroup έτσι κι αλλιώς ήταν και συνεχίζει να είναι υπέρ του να προχωρήσουμε όσο γίνεται συντομότερα προς μία συμφωνία για την προστασία της πρώτης κατοικίας, στο πλαίσιο της τακτοποίησης των μη εξυπηρετούμενων δανείων, ανέφεραν έγκυρες ευρωπαϊκές πηγές και μετέδιδε το ΑΠΕ.
Με δεδομένη αυτήν την πρόθεση, είναι πιθανόν στο επόμενο Eurogroup της 5ης Απριλίου να υπάρξει τελικώς συμφωνία.
Επίσης, όπως διευκρινίζουν οι ευρωπαϊκές πηγές, ένα θέμα είναι τι θα κατατεθεί στο Κοινοβούλιο, και άλλο τι τελικά θα νομοθετηθεί.
Το πνεύμα, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, είναι ότι οι τράπεζες, οι κρατικές αρχές και η Επιτροπή, όλοι, πρέπει να δουλέψουν μαζί, αλλά η τελική απόφαση είναι πολιτική και ανήκει στην κυβέρνηση. Επίσης σημειώνουν ότι εκτός από τη συμφωνία των τραπεζών χρειάζεται και η έγκριση της ΕΚΤ που εποπτεύει το ελληνικό τραπεζικό σύστημα.
Οι ίδιες ευρωπαϊκές πηγές διαχωρίζουν τα αμιγώς στεγαστικά δάνεια από τα επιχειρηματικά και τίθενται ερωτήματα ως προς το εύρος των περιουσιακών στοιχείων που θα συμπεριληφθούν για την επιλεξιμότητα των δικαιούχων, δεδομένου ότι δεν πρέπει να σταλούν αρνητικά μηνύματα στους συνεπείς δανειολήπτες.
Η απόφαση ανήκει στην Ελλάδα, η οποία είναι πλέον εκτός προγράμματος, ωστόσο έχει αναλάβει δεσμεύσεις, στις οποίες δεν πρέπει η όποια απόφαση για την προστασία της πρώτης κατοικίας να έχει αρνητικό αντίκτυπο και να υπάρξουν παρεκκλίσεις.
Εκτός από την ΕΚΤ, σημειώνουν, έχει λόγο και η ευρωπαϊκή αρχή DG Comp προκειμένου να δώσει το πράσινο φως για την κρατική επιχορήγηση που θα αποφασίσουν οι πολιτικοί.
Θα πρέπει να σημειωθεί πως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο κρατά μια πιο χαλαρή στάση, λόγω ευρωεκλογών, με αποτέλεσμα να έρχεται σε μια σχετική «σύγκρουση» με όσα πρεσβεύει επί του θέματος η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Οι τεχνικές ομάδες εμφανίζονται αυστηρότερες, πλην όμως ο εκπρόσωπος της Κομισιόν, Ντέκλαν Κοστέλο, σε όλη τη διάρκεια της διαδικασίας έχει συχνά αναλάβει πρωτοβουλίες για την επίλυση διαφόρων θεμάτων. Αρκετοί πιστεύουν πως και τώρα θα αναλάβει αντίστοιχες πρωτοβουλίες. Άλλωστε ο κ. Κοστέλο βρίσκεται στη χώρα μας και έχει συνομιλίες με το υπουργείο Οικονομικών και του κυβερνητικούς παράγοντες για το συγκεκριμένο θέμα.
Τα θέματα διαπραγμάτευσης
Το πώς θα επιτευχθεί μείωση της περιμέτρου εξετάζουν με κάθε τρόπο οι θεσμοί. Στις διαπραγματεύσεις φαίνεται να θέτουν θέμα χαμηλότερης αντικειμενικής αξίας σε ό,τι αφορά τα ενυπόθηκα επιχειρηματικά δάνεια και συγκεκριμένα κάτω των 200.000 ευρώ, από 250.000 ευρώ που ήταν το προηγούμενο όριο αναφοράς.
Επίσης συζητείται η μείωση της λοιπής ακίνητης περιουσίας του υπερήμερου δανειολήπτη κάτω από τις 100.000 ευρώ και αποδέσμευση από το υπόλοιπο της οφειλής. Σε ό,τι αφορά το υπόλοιπο της οφειλής, αυτό θα παραμείνει στα 130.000 ευρώ. Η κυβέρνηση δεν επιθυμεί να της συμβεί ό,τι και στην Κύπρο, όπου η DG Comp μπλόκαρε το σχέδιο ΕΣΤΙΑ και γι’ αυτό σε ό,τι αφορά την επιδότηση θα λάβει υπ’ όψιν τις παρατηρήσεις των θεσμών.