Στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, η Αναδυόμενη Ευρωπαϊκή Αγορά έχει βρεθεί στο επίκεντρο των εξελίξεων χάρη στην εντυπωσιακή ανάπτυξη αλλά και τις καθοριστικές κοινωνικοοικονομικές αλλαγές που έχει γνωρίσει η ευρύτερη περιοχή, επισημαίνει η Merrill Lynch σε έκθεσή της:
«Παρά την πρόσφατη υψηλή μεταβλητότητα της αγοράς, παραμένουμε πεπεισμένοι ότι το επενδυτικό σενάριο της εν λόγω αγοράς διατηρεί τη δυναμική του. Η οικονομική απελευθέρωση, η σύγκλιση των χωρών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, αλλά και οι υψηλές τιμές των εμπορευμάτων και του πετρελαίου έχουν δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για συστηματική άνοδο των αγορών.
Οι ευκαιρίες παραμένουν καθώς τα στοιχεία ενεργητικού των εν λόγω αγορών αξιολογούνται εκ νέου κοντά στα επίπεδα των ανεπτυγμένων αγορών
Η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης στα τέλη της δεκαετίας του 1980 έδωσε πρόσβαση σε μία περιοχή υπερβολικά πλούσια σε φυσικούς πόρους και κατοικημένη από καλά εκπαιδευμένο εργατικό δυναμικό. Η κατάρρευση αυτή είχε επίσης ως αποτέλεσμα τα άδεια καταστήματα, την έλλειψη τροφίμων και την εκτεταμένη φτώχεια, καθώς το Κομουνιστικό σύστημα δεν έδινε ούτε κίνητρα ούτε ευκαιρίες στον πληθυσμό, προκειμένου να βρει διέξοδο από αυτήν την απελπιστική κατάσταση.
Από την εποχή εκείνη, η περιοχή έχει διανύσει μία μεγάλη απόσταση. Σήμερα, ο βαθμός διείσδυσης της κινητής τηλεφωνίας είναι αντίστοιχος με εκείνον της Δύσης, η κατοχή αυτοκινήτων μεγαλώνει διαρκώς και η κουλτούρα της κατανάλωσης έχει πάρει τη θέση άλλων ιδεολογιών. Διαστρεβλώσεις που δημιουργήθηκαν από την ταχεία μετάβαση από μία κλειστή κομουνιστική οικονομία σε μία «ανοικτή» και εξωστρεφή αγορά έχουν προσφέρει τόσο στις δυτικές εταιρίες όσο και σε καλά δικτυωμένους Ρώσους επενδυτές απίστευτες δυνατότητες να εξαγοράσουν επιχειρηματικές δραστηριότητες και εμπορεύματα σε τιμές ευκαιρίας. Το φαινόμενο της ολιγαρχίας, που έχει χαροποιήσει τους οπαδούς της αγγλικής Τσέλσι αλλά έχει εξοργίσει πολλούς Ρώσους, ήταν ένα σύμπτωμα των «κακοφτιαγμένων» ιδιωτικοποιήσεων της δεκαετίας του 1990. Είτε έκανε τα τσιγάρα να φαίνονται ακριβά είτε καθιστούσε το πετρέλαιο να φαίνεται εξευτελιστικά φθηνό, το φαινόμενο των διαφορών στις τιμές που προήλθε από τις «βιαστικές» ιδιωτικοποιήσεις γίνεται πιο παραστατικό από την ίδια ετικέτα των 30 ρουβλιών που υπήρχε σε έναν τόνο πετρελαίου και σε ένα πακέτο τσιγάρων στη Ρωσία της δεκαετίας του 1990.
Η μεγέθυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης παραμένει μία επιτακτική ανάγκη
Η διαδικασία της σύγκλισης – η οποία άρχισε τόσο νωρίς όσο το 1989 – απόκτησε νέο βηματισμό το 2004 με την επιτυχή αποδοχή αρκετών εθνών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η αυστηρή δημοσιονομική πολιτική που απαιτείται για να επιτευχθούν τα κριτήρια του Μάαστριχτ και η είσοδος στην Ευρωπαϊκή Νομισματική Ένωση θα ενισχύσουν αυτήν τη διαδικασία. Με την περιοχή πλέον σταθερά ενσωματωμένη στην Ε.Ε., η μεταβλητότητα της περιοχής πλέον υποχωρεί, οι επενδυτικές διαβαθμίσεις αρχίζουν να ανεβαίνουν και η επενδυτική ψυχολογία βρίσκεται στα «πάνω της». Εντωμεταξύ, ο πληθωρισμός έχει υποχωρήσει σε μονοψήφια επίπεδα, μετά από μία περίοδο που έφτασε στα πρόθυρα υπερ-πληθωριστικών πιέσεων στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Τα επιτόκια έχουν επίσης υποχωρήσει, και το σημαντικότερο, έχουν παραμείνει χαμηλά, διασφαλίζοντας ένα περιβάλλον μέσα στο οποίο οι τράπεζες είναι έτοιμες να δανείσουν και οι καταναλωτές είναι πρόθυμοι να δανεισθούν.
Ο συνδυασμός του χαμηλού εργατικού κόστους, των χαμηλών φορολογικών συντελεστών και του ελάχιστου δυνατού κανονιστικού πλαισίου έχει κερδίσει την εύνοια των εταιριών και των επενδυτών, που έχουν «δυσαρεστηθεί» από την αργή οικονομική ανάπτυξη της Ευρωζώνης. Ως αποτέλεσμα, η περιοχή έχει προσελκύσει επενδύσεις ανώτερες των 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 και συνεχίζει να αναπτύσσεται με διπλάσιους ρυθμούς έναντι εκείνων της ανεπτυγμένης Ευρώπης. Ένας κλιμακούμενος κύκλος βελτιούμενης παραγωγικότητας, δημιουργίας πλούτου και βελτιούμενων βιοτικών επιπέδων και επιπέδων μισθών είναι πρόσφορος για τους κλάδους της λιανικής και των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών. Η ίδια η φύση της διαδικασίας της σύγκλισης, όπου οι υψηλές αποδόσεις επικεντρώνονται γύρω από την προσπάθεια κάλυψης του χαμένου εδάφους, σημαίνει ότι αυτή είναι ένα εφάπαξ, τετελεσμένο φαινόμενο. Στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη ωστόσο, αυτή η ιστορία έχει ακόμη μακρύ δρόμο. Η εμπειρία μας δείχνει ότι οι υψηλότερες αποδόσεις δημιουργούνται από τα υπό σύγκλιση έθνη που βρίσκονται κοντά στην αποδοχή τους ως μέλη της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης (ΟΝΕ). Συνεπώς με τα εισερχόμενα μέλη να βρίσκονται αρκετά χρόνια μακριά από την ΟΝΕ, η ευρύτερη περιοχή διατηρεί καλούς δυνητικούς ρυθμούς ανάπτυξης.
Ο πλούτος του πετρελαίου έχει αναθερμάνει τη ρωσική οικονομία
Αν και η οικονομική απελευθέρωση και η σύγκλιση αποτέλεσαν σημαντικούς παράγοντες για τη -μετά τη Σοβιετική Ένωση- Ρωσία, ένας τρίτος παράγοντας, με επίκεντρο την τρέχουσα άνοδο της αγοράς των εμπορευμάτων, έχει φέρει ανάπτυξη και σταθερότητα στη χώρα. Έχοντας αναθερμανθεί από τον πετρελαϊκό πλούτο των 500 δισεκατομμυρίων δολαρίων Η.Π.Α. που έχει καταφθάσει στα κρατικά ταμεία στη διάρκεια των τελευταίων 5 ετών, η Ρωσία καταγράφει στην τρέχουσα φάση το όγδοο διαδοχικό έτος οικονομικής ανάπτυξης. Το τρέχον πλεόνασμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών εκτινάχθηκε κατά 44% το 2005 στα 84,2 δισεκατομμύρια δολάρια Η.Π.Α. έναντι 58,6 δισεκατομμυρίων δολαρίων το 2004, και το πλεόνασμα του προϋπολογισμού παραμένει ανώτερο του 5% του Α.Ε.Π. της χώρας. Η ρωσική οικονομία γνωρίζει μία χωρίς προηγούμενο καταναλωτική έξαρση, η οποία βασίζεται στην ισχυρή οικονομική ανάπτυξη και το σταθερό μακροοικονομικό περιβάλλον. Στο γεγονός αυτό αντανακλάται η συνεχιζόμενη διαφοροποίηση της οικονομίας μακριά από τους παραδοσιακούς πόρους της, καθώς νέοι κλάδοι διανοίγονται στους επενδυτές (κυρίως μέσω αρχικών δημόσιων προσφορών). Εντωμεταξύ, οι τιμές του πετρελαίου είναι πιθανό να παραμείνουν σημαντικά υψηλότερες από τα προϋπολογισθέντα επίπεδα των 35 δολαρίων Η.Π.Α. ανά βαρέλι και οι οικονομικές αρχές είναι πιθανό να χρησιμοποιήσουν αυτόν τον πλούτο, προκειμένου να ενισχύσουν την οικονομία της χώρας και να προσφέρουν στους επενδυτές οικονομική σταθερότητα.
Το σενάριο της Τουρκίας έχει ακόμη πολύ δρόμο να διανύσει
Η Τουρκία, υπό την μεταρρυθμιστική κυβέρνηση του Ρεζέπ Ερντογάν, έχει ήδη αποτελέσει το αντικείμενο ενός ιδιαίτερα θετικού σχολιασμού. Ο πληθυσμός της είναι νέας ηλικίας, αυξάνεται με ραγδαίους ρυθμούς και διαθέτει επιχειρηματική κουλτούρα. Η γεωπολιτική θέση της χώρας την καθιστά εμπορικό εταίρο της Ευρώπης και της Μέση Ανατολής, ενώ η τελευταία την επιλέγει ως προορισμό του μεγάλου πετρελαϊκού της πλούτου λόγω γεωγραφικών, πολιτισμικών και θρησκευτικών δεσμών. Η κυβέρνηση Ερντογάν έχει πράξει πολλά προκειμένου να καθησυχάσει τους επενδυτές μετά από την ύφεση του 2001, ενώ ο πληθωρισμός έχει ακολουθήσει ένα μακρύ δρόμο υποχώρησης μετά από τις υπερπληθωριστικές πιέσεις κατά την αλλαγή του 21ου αιώνα.
Αποτελεί ήδη μία εντυπωσιακή ιστορία: Η απόφαση της χώρας να ξεκινήσει ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι εξαιρετικά ενθαρρυντική (με δυνητικό χρόνο ένταξης στην Ε.Ε. το 2015). Η Ευρωπαϊκή Συνταγματική κρίση που προκλήθηκε από τα δημοψηφίσματα τον περασμένο χρόνο υποδηλώνει ότι ο δρόμος προς τις Βρυξέλλες μπορεί να αποδειχθεί θυελλώδης για την Τουρκία, αλλά ούτως ή άλλως ο χρόνος της ένταξης είναι 9 χρόνια μακριά, και μεταξύ σήμερα και τότε, καθώς η Τουρκική κυβέρνηση συνεχίζει να εργάζεται σκληρά με την Ευρώπη για να διασφαλίσει πολιτική και οικονομική σταθερότητα, πολλή πρόοδος θα μπορούσε να γίνει.
Αναμένουμε περαιτέρω εντυπωσιακές αποδόσεις όσο το επενδυτικό σενάριο θα δυναμώνει
Η τελευταία δεκαετία δεν ήταν βέβαια μία περίοδος ομαλούς πορείας για την Αναδυόμενη Ευρώπη. Σε επίπεδο όμως στοιχείων ενεργητικού, η περιοχή έχει συμπεριφερθεί ιδιαιτέρως καλά για το μακροχρόνιο επενδυτή. Το Αμοιβαίο Κεφάλαιο Αναδυόμενων Ευρωπαϊκών Αγορών ΜLIIF σχηματίσθηκε το 1995, όταν η Ιρλανδία, η Πορτογαλία, η Ελλάδα και η Ισπανία εξακολουθούσαν να αποτελούν αναδυόμενες αγορές και διακήρυτταν τη δύναμη της Ε.Ε. ως πηγή αλλαγής. Υποστηριγμένη από τους ίδιους παράγοντες που υφίστανται πριν από μία δεκαετία, το επίκεντρο του Κεφαλαίου έχει μεταστραφεί όπως ήταν επόμενο περισσότερο ανατολικά. Το Κεφάλαιο έχει επίσης ωφεληθεί από την εξαιρετική διαχείριση, που έχει διαχειρισθεί με επιτυχία τη μεταβλητότητα της αγοράς για να διασφαλίσει αποδόσεις στη διάρκεια της δεκαετίας άνω του 800% - αποδίδοντας πλέον του διπλάσιου σε σύγκριση με το σημείο αναφοράς, το Κεφάλαιο Αναδυόμενης Ευρώπης MSCI.
Ενώ η απόδοση από την έναρξη του Κεφαλαίου είναι εντυπωσιακή, νοιώθουμε ότι η κούρσα αυτή έχει ακόμη δρόμο. Με τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία να αναμένουν την ένταξή τους στην Ε.Ε. το 2007, την Τουρκία και την Κροατία να ξεκινούν το ταξίδι της ένταξης και το αντικείμενο συζήτησης των Βαλκανίων, την Ουκρανία, και ακόμη τη Γεωργία ως μελλοντικά μέλη της Ε.Ε., το σενάριο της σύγκλισης είναι ακόμη μακριά από την τελική του προεξόφληση. Πιστεύουμε ότι οι μακροπρόθεσμοι επενδυτές μπορούν να συμμετάσχουν στην επιτυχία αυτής της αναδυόμενης γεωγραφικής περιοχής, καθώς προσμένουμε στην επανάληψη των μεγάλων αποδόσεων που επιτεύχθηκαν στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας».