Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Τη συμβολή του «πρέσινγκ» που ασκεί ο φοροεισπρακτικός μηχανισμός στους φορολογούμενους, είτε για την είσπραξη ληξιπρόθεσμων οφειλών είτε για τον εντοπισμό φορολογικών παραβάσεων, στη διαμόρφωση του φετινού υπερπλεονάσματος αποκαλύπτουν τα στοιχεία της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων. Τα αποτελέσματα εννεαμήνου αποκαλύπτουν την επίτευξη όλων των στόχων που έχουν τεθεί στον φοροεισπρακτικό μηχανισμό, ο οποίος μάλιστα εμφανίζεται να υπερ-αποδίδει σε πεδία όπως η επιβολή αναγκαστικών μέτρων είσπραξης, με σημαντικότερη τη δέσμευση των τραπεζικών λογαριασμών.
Σε δημοσιονομικό επίπεδο, η «υπερεργασία» αποτυπώνεται στα έσοδα από φόρους παρελθόντων ετών. Το οικονομικό επιτελείο αναθεώρησε προς τα πάνω τον πήχη με την κατάθεση του προϋπολογισμού -και συγκριτικά με τον στόχο που είχε τεθεί στο μεσοπρόθεσμο-, ενώ οι αναθεωρημένοι και υψηλότεροι στόχοι φαίνεται να επιτυγχάνονται. Ειδικότερα:
1. Στα έσοδα από τους άμεσους φόρους παρελθόντων ετών είχε προβλεφθεί με το μεσοπρόθεσμο να διαμορφωθούν στο 1,682 δισ. ευρώ. Με τον προϋπολογισμό ο πήχης ανέβηκε στο 1,939 δισ. ευρώ, δηλαδή λίγο υψηλότερα από την επίδοση του 2017 (1,93 δισ. ευρώ). Στο 10μηνο έχουν ήδη συγκεντρωθεί 1,595 δισ. ευρώ έναντι αναθεωρημένου στόχου 1,659 δισ. ευρώ, με την απόκλιση να είναι αρνητική κατά 64 εκατ. ευρώ.
2. Στα έσοδα από τους έμμεσους φόρους παρελθόντων ετών με το μεσοπρόθεσμο είχε προβλεφθεί για ολόκληρη τη φετινή χρονιά η είσπραξη 893 εκατ. ευρώ, αλλά με τον προϋπολογισμό ο πήχης ανέβηκε στο 1,075 δισ. ευρώ, δηλαδή αισθητά υψηλότερα και από την επίδοση του 2017 (965 εκατ. ευρώ). Στο 10μηνο έχει συγκεντρωθεί 1,05 δισ. ευρώ, έναντι στόχου 1,021 δισ. ευρώ και περσινής επίδοσης 859 εκατ. ευρώ.
H αναθεώρηση προς τα πάνω των στόχων για τα έσοδα από τις παρελθούσες χρήσεις αλλά και τα στοιχεία που δείχνουν ότι οι αναθεωρημένοι στόχοι θα επιτευχθούν, έρχονται ως αποτέλεσμα των επιδόσεων στους 11 διαφορετικούς δείκτες απόδοσης (KPIs ή Key Performance Indexes) τόσο συγκριτικά με το 2017 όσο και σε σχέση με τους στόχους που έχουν τεθεί για φέτος από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.
Η επιβολή των αναγκαστικών μέτρων είναι ο ένας από τους 11 διαφορετικούς δείκτες με τους οποίους καλείται να συμμορφωθεί κάθε τρίμηνο ο φοροεισπρακτικός μηχανισμός. Και τα στοιχεία του 9μήνου δείχνουν πλήρη συμμόρφωση ή και υπεραπόδοση και στους 11 δείκτες, στοιχείο που αποτυπώνει και την πίεση που δέχονται οφειλέτες και ελεγχόμενοι. Έτσι:
* O δείκτης των εισπράξεων έναντι του παλαιού ληξιπρόθεσμου χρέους -δηλαδή αυτού που είχε συσσωρευτεί μέχρι και το τέλος του 2017- «υπαγόρευε» στις ελληνικές αρχές να εισπράξουν 2,25 δισ. ευρώ μέχρι και τον Σεπτέμβριο του 2018 ή 2,8 δισ. ευρώ μέχρι το τέλος του χρόνου. Τα στοιχεία του 9μήνου έδειξαν ότι η είσπραξη διαμορφώθηκε στα 2,401 δισ. ευρώ, δηλαδή περίπου 150 εκατ. ευρώ πάνω από τον στόχο του 9μήνου και 250 εκατ. ευρώ πάνω από την περσινή επίδοση για το διάστημα Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου (2,145 δισ. ευρώ).
* Η εισπραξιμότητα επί του νέου ληξιπρόθεσμου χρέους -δηλαδή αυτού που έχει καταστεί ληξιπρόθεσμο μετά την 1/1/2018- έπρεπε να φτάσει στο 20,5% μέχρι τον Σεπτέμβριο και στο 24% μέχρι το τέλος του χρόνου. Ο Σεπτέμβριος έκλεισε με τον σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στο 25,8%, έναντι 19% που ήταν πέρυσι.
* Τα συνολικά ποσά εισπράξεων από τους μεγάλους οφειλέτες του Δημοσίου αλλά και τις στοχευμένες δράσεις που υλοποιεί η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων έπρεπε να φτάσουν στο 9μηνο στα 490 εκατ. ευρώ, ενώ για το σύνολο του έτους ο πήχης έχει διαμορφωθεί στα 645 εκατ. ευρώ. Έχουν ήδη εισπραχθεί στο διάστημα Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου περίπου 656 ευρώ -200 εκατ. ευρώ περισσότερα σε σχέση με το περσινό 9μηνο κατά το οποίο συγκεντρώθηκαν 452 εκατ. ευρώ-, κάτι που σημαίνει ότι έχει ήδη επιτευχθεί ο στόχος για ολόκληρη τη φετινή χρονιά.
Η πορεία αυτών των τριών δεικτών, αν συνδυαστεί με το στοιχείο της συνεχιζόμενης αύξησης των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο -ανήλθαν στα 103 δισ. ευρώ τον Σεπτέμβριο χωρίς να συνυπολογίζονται οι τόκοι και οι προσαυξήσεις- οδηγεί στο ακόλουθο συμπέρασμα: το ποσό των φόρων που βεβαιώνεται κάθε χρόνο στους φορολογούμενους είναι τελικώς μεγαλύτερο από αυτό που είχε προϋπολογιστεί κατά τη θέσπιση των φορολογικών μέτρων. Έτσι, αυτό αποτυπώνεται και ως αύξηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο και ως αύξηση των εισπραχθέντων ποσών από φόρους, αλλά και ως καλύτερη εισπρακτική επίδοση του φοροεισπρακτικού μηχανισμού.
Το ποσοστό των οφειλετών με χρέη άνω των 500 ευρώ στους οποίους έχουν επιβληθεί αναγκαστικά μέτρα ανήλθε τον Σεπτέμβριο στο 63,9%. Έχει επιτευχθεί όχι μόνο ο στόχος του 9μήνου (57%), αλλά και ο στόχος ολόκληρου του 2018 (59%). Αυτό βέβαια σημαίνει στην πράξη ότι από το 1,797 εκατομμύριο πολίτες με χρέη άνω των 500 ευρώ, το 1,148 εκατομμύριο έχει ήδη δεσμευμένους τραπεζικούς λογαριασμούς. Το υπουργείο Οικονομικών ακόμη δεν έχει ανακοινώσει το οριστικό σχέδιο διευκόλυνσης αυτών των οφειλετών ώστε να καταφέρουν να αποδεσμεύσουν τους τραπεζικούς λογαριασμούς (ή μέρος του υπολοίπου) χωρίς να χρειαστεί να αποπληρώσουν το σύνολο της ληξιπρόθεσμης οφειλής.
Βελτιωμένοι εμφανίζονται και όλοι οι δείκτες εισπραξιμότητας. Έτσι:
1. Η εισπραξιμότητα από τους ελέγχους που διενήργησε το Κέντρο Μεγάλων Επιχειρήσεων έφτασε στο 70,4% από 12,9% που ήταν στο 9μηνο του 2017. Βεβαιώθηκαν συνολικά 295,78 εκατ. ευρώ και εισπράχθηκαν μέχρι και τον Σεπτέμβριο τα 208 εκατ. ευρώ.
2. Η εισπραξιμότητα από τους ελέγχους του Κέντρου Ελέγχου Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου εκτοξεύτηκε στο 215,5%, αλλά το ποσοστό μεταφράζεται σε πολύ μικρά ποσά. Έτσι, βεβαιώθηκαν μόλις 16 εκατ. ευρώ και εισπράχθηκαν 35 εκατ. ευρώ.
Ο μοναδικός δείκτης στον οποίο εμφανίζεται μικρή υστέρηση έναντι του στόχου είναι αυτός που αφορά το ποσοστό των εμπρόθεσμων πληρωμών για φόρο εισοδήματος, ΦΠΑ και ΕΝΦΙΑ. Ο συντελεστής εισπραξιμότητας ανήλθε στο 81,5% και είναι οριακά μικρότερος από πέρυσι (81,7%), αλλά κάτω από τον στόχο του 83%. Η απόκλιση αυτή είναι ένας από τους βασικούς λόγους για τους οποίους ο συνολικός αριθμός των οφειλετών αναρριχήθηκε στα 4,3 εκατομμύρια άτομα με βάση τα στοιχεία του Σεπτεμβρίου.