Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Στο μικροσκόπιο των «θεσμών» μπαίνει και επίσημα το σχέδιο της κυβέρνησης για τον προϋπολογισμό του 2019. Παρά το γεγονός ότι το προσχέδιο κατατέθηκε με δύο εναλλακτικά σενάρια, το ενδιαφέρον θα επικεντρωθεί στο αν βγαίνουν οι αριθμοί του σχεδίου που δεν περιλαμβάνει τις περικοπές στις συντάξεις, καθώς σε αυτό αναμένεται να ρίξει και όλο της το διαπραγματευτικό βάρος η ελληνική κυβέρνηση με πρώτο «σταθμό» τη 15η Οκτωβρίου, οπότε και θα πρέπει να κατατεθούν τα στοιχεία στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Η σύγκριση των δύο σεναρίων αποκαλύπτει ότι η κυβέρνηση για να εξασφαλίσει τη συγκατάθεση των Ευρωπαίων στη διατήρηση της συνταξιοδοτικής δαπάνης, θυσιάζει, πρώτον, το «μαξιλάρι» ασφαλείας του προϋπολογισμού (καθώς το πρωτογενές πλεόνασμα προβλέπεται να κλείσει οριακά πάνω από τον συμφωνημένο στόχο) και, δεύτερον, τις κοινωνικές δαπάνες του κράτους, οι οποίες περιορίζονται δραστικά σε σχέση με τα όσα προέβλεπε το μεσοπρόθεσμο.
Τα φορολογικά έσοδα και στη μία και στην άλλη περίπτωση θα παραμείνουν στο ύψος τους, ενώ εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι το ίδιο προβλέπεται να συμβεί και με τις ασφαλιστικές εισφορές, παρά την προωθούμενη μείωση για τους αυτοαπασχολούμενους και τους ελεύθερους επαγγελματίες.
Φορολογικά έσοδα
Το 2018 αναμένεται να κλείσει με φορολογικά έσοδα 51,125 δισ. ευρώ, ποσό το οποίο είναι αυξημένο αισθητά σε σχέση με την εκτίμηση του Μεσοπρόθεσμου Σχεδίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής.
Ουσιαστικά, πρόκειται για επανάληψη του περσινού φαινομένου καθώς η κυβέρνηση -όπως και το 2017- κατέβασε τον πήχη των φορολογικών εσόδων με το μεσοπρόθεσμο και τώρα τον ανεβάζει εκ νέου με το προσχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού.
Για το 2019 η πρόβλεψη για την πορεία των φορολογικών εσόδων είναι περίπου ίδια και στο «βασικό σενάριο» αλλά και στο εναλλακτικό. Στο μεν βασικό σενάριο προβλέπονται φορολογικά έσοδα 51,37 δισ. ευρώ, στο δε σενάριο χωρίς την περικοπή των συντάξεων ο πήχης ανεβαίνει ελάχιστα, στα 51,388 δισ. ευρώ. Οι επιμέρους αριθμοί εξηγούν το γιατί.
Αν δεν κοπούν οι συντάξεις, ο φόρος εισοδήματος φυσικών προσώπων θα αποφέρει περισσότερα έσοδα, κάτι αναμενόμενο καθώς όσο υψηλότερα είναι τα δηλωθέντα εισοδήματα (και στην προκειμένη περίπτωση θα είναι αυξημένα κατά τουλάχιστον 2 δισ. ευρώ) τόσο περισσότερος είναι και ο φόρος εισοδήματος φυσικών προσώπων. Συγκεκριμένα, με την περικοπή των συντάξεων ο πήχης για τον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων προσγειώνεται στα 10,963 δισ. ευρώ, ενώ χωρίς την περικοπή των συντάξεων η πρόβλεψη ανεβαίνει στα 11,245 δισ. ευρώ. Από την άλλη, όμως, το εναλλακτικό σενάριο της κυβέρνησης προβλέπει τη μεσοσταθμική μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 10%. Γι' αυτό και η πρόβλεψη για την απόδοση των φόρων επί της περιουσίας περιορίζεται από τα 3,03 δισ. ευρώ του βασικού σεναρίου στα 2,768 δισ. ευρώ.
Πρωτογενές πλεόνασμα
Η βασικότερη ίσως διαφορά των δύο σεναρίων έχει να κάνει με τις «αντοχές» του προϋπολογισμού σε ενδεχόμενη επιδείνωση των συνθηκών στην οικονομία, είτε εξαιτίας εξωγενών παραγόντων είτε για κάποια δυσμενή εκτέλεση στο εσωτερικό.
Με το εναλλακτικό σενάριο το «μαξιλάρι ασφαλείας» περιορίζεται στα μόλις 122 εκατ. ευρώ, δηλαδή στο οριακό 0,06% του ΑΕΠ. Αυτό σημαίνει ότι η παραμικρή δυσμενής εκτέλεση ή η παραμικρή αστοχία σε πρόβλεψη μπορεί να περιορίσει το πρωτογενές πλεόνασμα κάτω από το όριο του 3,5%.
Αντίθετα, το βασικό σενάριο δημιουργεί ένα «μαξιλάρι ασφαλείας» 1,223 δισ. ευρώ καθώς ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος ανέρχεται στο 4,14%.
Αισιοδοξία
«Είμαι αρκετά αισιόδοξος ότι δεν θα υπάρξει περικοπή των συντάξεων» υποστήριξε στη συνέντευξη που παραχώρησε ο ΥΠΟΙΚ Ευκλείδης Τσακαλώτος στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων της ΕΡΤ. Επίσης, προανήγγειλε εξαγορά «ακριβού χρέους» τόσο από την ΕΚΤ όσο και από το ΔΝΤ. «Φτάνουμε πολύ κοντά στο τέλος των συζητήσεων, ο κόσμος δεν πρέπει να ανησυχεί», τόνισε ο ΥΠΟΙΚ απαντώντας σε ερώτημα σχετικά με το πότε θα οριστικοποιηθεί η εικόνα για τις συντάξεις προσθέτοντας ότι και για τους υπ. Οικονομικών της Ευρωζώνης είναι δύσκολο να ζητήσουν από την Ελλάδα να μειώσει τις συντάξεις τη στιγμή που ο προϋπολογισμός της θα εμφανίζει πρωτογενές πλεόνασμα άνω του 3,5%. «Τελικώς θα επικρατήσει η λογική» πρόσθεσε ο κ. Τσακαλώτος. Σε ερώτημα για τη στάση του ΔΝΤ τόνισε «ότι δεν περιμένουμε να μας δώσει συγχαρητήρια για το προσχέδιο αλλά πιστεύουμε ότι υπάρχει σύγκλιση με τις προβλέψεις της Ελλάδας». Ερωτηθείς σχετικά με την έξοδο στις αγορές, ο κ. Τσακαλώτος παραδέχτηκε ότι οι συνθήκες είναι δύσκολες, πρόσθεσε ότι την Ελλάδα την ενδιαφέρει πάρα πολύ η επόμενη έξοδος, ωστόσο πρόσθεσε ότι είναι πολύ θετικό το «μαξιλάρι» ασφαλείας το οποίο και δίνει στην Ελλάδα την πολυτέλεια να επιλέξει τον χρόνο εξόδου.
Το ισοζύγιο των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης
Για το 2018 το ισοζύγιο των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης αναμένεται να κλείσει με πλεόνασμα 1,833 δισ. ευρώ, δηλαδή πολύ κοντά στον στόχο που είχε καταγραφεί και στο Μεσοπρόθεσμο Σχέδιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής (1,808 δισ. ευρώ).
Με βάση το βασικό σενάριο, η πρόβλεψη ήταν για εκτόξευση του πλεονάσματος στα 4,109 δισ. ευρώ, λόγω της κατακόρυφης περικοπής της δαπάνης για τις συντάξεις. Όπως αποτυπώνεται και στα στοιχεία, με το βασικό σενάριο η συνταξιοδοτική δαπάνη ήταν προγραμματισμένη να περικοπεί από τα 28,847 δισ. ευρώ το 2018 στα 25,572 δισ. ευρώ το 2019, με τη διαφορά να διαμορφώνεται στα 3,275 δισ. ευρώ.
Στο εναλλακτικό σενάριο της κυβέρνησης το ισοζύγιο των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης περιορίζεται στο 1,119 δισ. ευρώ αντί για τα 4,109 δισ. ευρώ του βασικού σεναρίου, ενώ η δαπάνη για τις συντάξεις παραμένει «φουσκωμένη» στα 28,532 δισ. ευρώ, δηλαδή περίπου στα ίδια επίπεδα με το 2018.
Όσον αφορά τα έσοδα από τις ασφαλιστικές εισφορές, η φετινή επίδοση αναμένεται να είναι βελτιωμένη σε σχέση με την πρόβλεψη του μεσοπρόθεσμου σχεδίου, καθώς προβλέπεται να εισπραχθούν 21,193 δισ. ευρώ έναντι 20,946 δισ. ευρώ.
Στο βασικό σενάριο οι ασφαλιστικές εισφορές αναμένεται να αποδώσουν 21,567 δισ. ευρώ, δηλαδή περισσότερα σε σχέση με το 2018, λόγω και της ενεργοποίησης του νέου τρόπου υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών. Όσον αφορά το εναλλακτικό σενάριο, ο πήχης των εισπράξεων διατηρείται στα 21,538 δισ. ευρώ, παρά την ενεργοποίηση της μείωσης του συντελεστή υπολογισμού των εισφορών κύριας ασφάλισης από το 20% στο 13,33%, αλλά και την υποχρέωση περίπου 150-200.000 αυτοαπασχολούμενων να πληρώνουν μόνο το ελάχιστο ποσό των 64,5 ευρώ για επικουρική ασφάλιση και εφάπαξ. Προφανώς, το οικονομικό επιτελείο λαμβάνει υπ' όψιν του ότι, εκτός από τον νέο τρόπο υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών, θα επιδράσει θετικά στα έσοδα η μείωση των συντελεστών οδηγώντας σε υψηλότερους συντελεστές είσπραξης.
Οι δαπάνες
Για το 2018 οι δαπάνες του κρατικού προϋπολογισμού αναμένεται να κλείσουν στα 57,794 δισ. ευρώ, ποσό αυξημένο συγκριτικά με τα 57,506 δισ. ευρώ που ήταν η αντίστοιχη πρόβλεψη στο μεσοπρόθεσμο. Για το 2019 το βασικό σενάριο προβλέπει οριακή μείωση των δαπανών στα 57,624 δισ. ευρώ. Αν, όμως, προχωρήσει το εναλλακτικό σενάριο τότε η μείωση θα είναι πολύ μεγάλη καθώς οι δαπάνες θα περιοριστούν στα 56,169 δισ. ευρώ.
Ο λόγος της κατακόρυφης μείωσης εντοπίζεται στο κονδύλι για τις κοινωνικές παροχές, οι οποίες από το 1,667 δισ. ευρώ του βασικού σεναρίου (ποσό ούτως ή άλλως κουτσουρεμένο σε σχέση με την πρόβλεψη του μεσοπρόθεσμου για το 2019, η οποία έφτανε στα 2,425 δισ. ευρώ) θα «βουλιάξουν» στα μόλις 490 εκατ. ευρώ. Ο λόγος είναι ότι δεν θα προχωρήσουν τα αντίμετρα, τα οποία ήταν προγραμματισμένο κατά κύριο λόγο να επιβαρύνουν τις κοινωνικές δαπάνες. Στον κατάλογο των αντίμετρων περιλαμβανόταν επίδομα στέγασης ύψους 600 εκατ. ευρώ, το οποίο θα εισέπρατταν και οι ενοικιαστές αλλά και όσοι αποπληρώνουν στεγαστικό δάνειο για απόκτηση πρώτης κατοικίας. Το εναλλακτικό σενάριο της κυβέρνησης προβλέπει ότι η δαπάνη για το συγκεκριμένο επίδομα θα περιοριστεί στο ένα τέταρτο, δηλαδή στα 150 εκατ. ευρώ. Προφανώς αυτή η περικοπή έχει αντίκτυπο στον αριθμό των δικαιούχων, καθώς για τέτοια περικοπή πρέπει να υπάρξει αυστηροποίηση των εισοδηματικών και περιουσιακών κριτηρίων.
Στη μείωση των κοινωνικών δαπανών συμβάλλει επίσης η μη επιδότηση της φαρμακευτικής δαπάνης των συνταξιούχων, η συγκράτηση του κονδυλίου για τα σχολικά γεύματα και το «πάγωμα» των επενδύσεων για τη δημιουργία περισσότερων θέσεων στους παιδικούς σταθμούς.