Η Ελλάδα ολοκληρώνει σήμερα επισήμως το τριετές πρόγραμμα στήριξης, με την επιτυχή έξοδό της και για πρώτη φορά από το 2010 μπορεί να σταθεί ξανά στα πόδια της. Αυτό αναφέρει σε ανακοίνωσή του ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM), ο οποίος σπεύδει πάντως να ξεκαθαρίσει ότι η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων πρέπει να συνεχιστεί.
«Σήμερα μπορούμε με ασφάλεια να τερματίσουμε το πρόγραμμα του ESM χωρίς ακολουθούντα προγράμματα, καθώς, για πρώτη φορά από τις αρχές του 2010, η Ελλάδα μπορεί να σταθεί ξανά στα πόδια της» τόνισε ο Μάριο Σεντένο, πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου του ESM.
«Αυτό κατέστη δυνατό χάρη στην εξαιρετική προσπάθεια του Ελληνικού λαού, την καλή συνεργασία με τη σημερινή ελληνική κυβέρνηση και την υποστήριξη των Ευρωπαίων εταίρων μέσω δανείων και ελάφρυνσης χρέους» πρόσθεσε ο Σεντένο.
Το μέγεθος της διάσωσης
Στην ανακοίνωση υπενθυμίζεται ότι ο ESM εκταμίευσε συνολικά 61,9 δισ. ευρώ μέσα σε τρία χρόνια για να υποστηρίξει τη δημοσιονομική προσαρμογή και την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Άλλα 24,1 δισεκ. ευρώ που ήταν διαθέσιμα στην ελληνική κυβέρνηση εντός των ορίων του προγράμματος στήριξης δεν χρειάστηκε να εκταμιευθούν, διευκρίνισε το ευρωπαϊκό ταμείο.
Η Ελλάδα έλαβε επιπλέον 141,8 δισ. ευρώ από τον EFSF από το 2012 έως το 2015, ενώ είχε λάβει διμερή δάνεια ύψους 52,9 δισ. ευρώ την περίοδο 2010- 2012. Πρόκειται για «άνευ προηγουμένου στη σύγχρονη ιστορία πρόγραμμα στήριξης» επισημαίνει ο ESM.
ESM.EUROPA.EU
Τα δάνεια του EFSF και του ESM έχουν μέση περίοδο ωρίμανσης άνω των 30 ετών και πολύ ευνοϊκά επιτόκια, όπως υπενθυμίζεται. Ωστόσο για να καταστεί το χρέος βιώσιμο απαιτείται η Αθήνα να μείνει στο δρόμο των μεταρρυθμίσεων.
Το όφελος των παρεμβάσεων στο χρέος
Χάρη στους «εξαιρετικά προνομιακούς», όπως χαρακτηρίζονται, όρους δανείων του EFSF και του ESM η Ελλάδα εξοικονομεί περί τα 12 δισ. ευρώ ετησίως ή 6,7% του ΑΕΠ σε εξυπηρέτηση χρέους. Το 2017 αποφασίστηκαν βραχυπρόθεσμα μέτρα χρέους, τα οποία θα μειώσουν το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ κατά 25 ποσοστιαίες μονάδες έως το 2060 και τις ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες κατά 6 ποσοστιαίες μονάδες. Τα μεσοπρόθεσμα μέτρα αναμένεται να περιορίσουν το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ κατά επιπλέον τριάντα ποσοστιαίες μονάδες έως το 2060 και τις ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες κατά επιπλέον 8 ποσοστιαίες μονάδες.
naftemporiki.gr