Η θεαματική άνοδος των εμπορικών συναλλαγών με τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία έχει αναδείξει τις δύο αυτές χώρες των Βαλκανίων μεταξύ των κυριότερων εμπορικών εταίρων της χώρας μας.
Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει από την επίκαιρη, λόγω της επικείμενης ένταξής τους στην Ε.Ε., ανάλυση των εμπορικών συναλλαγών της Ελλάδας με τις δύο αυτές χώρες κατά την τελευταία 15ετία, που έδωσε στη δημοσιότητα ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Εξαγωγέων με τίτλο «Το εμπόριο της Ελλάδας με τους δύο νέους εταίρους της στην Ε.Ε., (Βουλγαρία-Ρουμανία)».
Το συνολικό εμπόριο (εξαγωγές-εισαγωγές) με τις δύο χώρες αθροιστικά από 292 εκ.$ στο 1990, έφτασε σε 1.528 εκ.$ το 2000 και σε 2.794 εκ.$ το 2005, αυξήθηκε δηλαδή πάνω από πέντε φορές στο διάστημα 1990-2000 και κατά 82,8% στη νέα δεκαετία (2000-2005) με αποτέλεσμα να έχει σχεδόν δεκαπλασιαστεί στο 2005 σε σχέση με το 1990.
Το ποσοστό συμμετοχής των δύο χωρών από κοινού στο σύνολο των ελληνικών εξαγωγών από 1,4% στο 1990 αυξήθηκε σε 7,1% στο 2000 και έφτασε σε 8,8% στο 2005, ενώ η συμμετοχή τους στο σύνολο των ελληνικών εισαγωγών από 0,9% στο 1990 αυξήθηκε σε 2,2% και 2,4% στο 2000 και 2005, αντιστοίχως.
Μεταξύ των ετών 1990 και 2000 οι ελληνικές εξαγωγές και προς τις δύο χώρες συνολικά αυξήθηκαν πάνω από επτά φορές, ενώ οι εισαγωγές σχεδόν τετραπλασιάστηκαν. Κατά τη νέα δεκαετία, στο 2005 σε σχέση με το 2000, το ποσοστό αύξησης των εξαγωγών συνολικά προς τις δύο χώρες ανήλθε σε 82,8% και των εισαγωγών σε 82,9%.
Ειδικότερα, η αξία των εξαγωγών προς τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία συνολικά από 112 εκ.$ στο 1990 έφτασε σε 834 εκ.$ στο 2000 και σε 1.524 εκ.$ στο 2005, ενώ των εισαγωγών από 180 εκ.$ στο 1990 έφτασε σε 695 εκ.$ και σε 1.271 εκ.$ στο 2000 και το 2005, αντιστοίχως.
Οι εμπορικές συναλλαγές της Ελλάδος με τις δύο υπό ένταξη χώρες των Βαλκανίων εξελίχθηκαν με ιδιαίτερο δυναμισμό με αποτέλεσμα στο 2005 η Βουλγαρία να είναι 4η και η Ρουμανία 10η στη σειρά κατάταξης των κυριότερων εξαγωγικών αγορών για τα ελληνικά προϊόντα, από 24η και 23η, αντιστοίχως στο 1990, ενώ ήταν ο 17ος και 21ος προμηθευτής της Ελλάδας στο 2005 από 27ος και 32ος, αντιστοίχως στο 1990.
Το εμπορικό ισοζύγιο με τις δύο χώρες αθροιστικά εμφανίζει πλεόνασμα σε όλα σχεδόν τα έτη της εξεταζόμενης περιόδου. Οι ελληνικές εισαγωγές και από τις δύο χώρες κάλυψαν το 83,4% των ελληνικών εξαγωγών προς αυτές στο 2005.
Αν και με τις δύο χώρες ο δυναμισμός των εμπορικών συναλλαγών είναι εμφανής, υπήρξε εντονότερος στις συναλλαγές με τη Βουλγαρία.
Το πρότυπο των εξαγωγών και προς τις δύο χώρες συνολικά είναι πιο προωθημένο από το εξαγωγικό πρότυπο της χώρας μας προς όλο τον κόσμο, προς τον οποίο στο 2005 τα βιομηχανικά προϊόντα κάλυψαν περίπου τα 2/3 του συνόλου των ελληνικών εξαγωγών και τα γεωργικά το 1/5, ενώ προς τις δύο βαλκανικές χώρες μαζί τα βιομηχανικά κάλυψαν το 80% και τα αγροτικά λίγο πάνω από το 1/10 των ελληνικών εξαγωγών προς τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία.
Αν και με πρώτη ματιά φαίνεται ότι το παραδοσιακό εμπόριο, καθώς είναι ιδιαίτερα υψηλό, τείνει να εξαντλήσει τα περιθώρια ανάπτυξής του, η ιδιαίτερα σημαντική παρουσία και εγκατάσταση πολλών ελληνικών επιχειρήσεων στις δύο γειτονικές χώρες δημιουργεί τις προϋποθέσεις ανάπτυξης ευρύτερης οικονομικής συνεργασίας που θα ωθήσει και τις εμπορικές συναλλαγές σε ένα νέο επίπεδο ανόδου. Στις εξελίξεις αυτές θα συμβάλει η επικείμενη ένταξή τους, υποστηρίζεται στην έρευνα, στην οποία υπάρχει και Παράρτημα για την εξέλιξη των εμπορικών συναλλαγών τους με την Ε.Ε.