Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Από τις 21 Αυγούστου η χώρα αν και «δεν σπάει τα δεσμά», όπως διακηρύσσουν επίσημα χείλη, καθώς παραμένει σε καθεστώς αυστηρής εποπτείας, εξέρχεται πάντως επισήμως από το τρίτο πρόγραμμα στήριξης. Κλείνει έτσι ένα οχταετές, επώδυνο κεφάλαιο, κατά το οποίο εν μέσω θυσιών, σφαλμάτων, καθυστερήσεων, συνεχούς μετάθεσης ευθυνών και αναζήτησης αποδιοπομπαίων τράγων η οικονομία συρρικνώθηκε περισσότερο από 25%, το εισόδημα των νοικοκυριών επέστρεψε πολλά χρόνια πίσω, αλλά και άλλαξαν πολλά. Αξίζει να θυμηθούμε πως άρχισε το «ελληνικό δράμα» και πώς φτάσαμε σε τρία μνημόνια, έχοντας περάσει από κρίσιμες αναμετρήσεις στην κάλπη, έξι πρωθυπουργούς και αμέτρητα μέτρα.
Η είσοδος στο μνημόνιο
Ήταν 23 Απριλίου 2010 όταν ο τότε πρωθυπουργός, Γιώργος Παπανδρέου, ανακοίνωνε με φόντο το γραφικό Καστελόριζο την προσφυγή στο μηχανισμό στήριξης για ένα δάνειο έως 110 δισ. ευρώ. Είχαν προηγηθεί οι αποκαλύψεις για την πραγματική έκταση του δημοσιονομικού ελλείματος και η εκτίναξη των αποδόσεων των ομολόγων, που έκλεισε ουσιαστικά τις πόρτες των αγορών στη χώρα. Στις 20 Οκτωβρίου του 2009 ο υπουργός Οικονομικών, Γιώργος Παπακωνσταντίνου ανακοίνωνε στους Ευρωπαίους ομολόγους του ότι έλλειμμα για το 2009 βρίσκεται στο 12,5% από 6% που το υπολόγιζε η προηγούμενη κυβέρνηση, για να έρθει άμεσα η υποβάθμιση από τον οίκο Fitch και να ακολουθήσουν στη συνέχεια και οι υπόλοιποι οίκοι. Τελικά το 2010 αναθεωρήθηκε στο 15,4%
Το δεύτερο πρόγραμμα και το δημοψήφισμα που δεν έγινε
Πολύ σύντομα έγινε εμφανές ότι παρά τις περικοπές σε μισθούς και συντάξεις, το μαχαίρι στα επιδόματα, τις αλλαγές σε συνταξιοδοτικό και σύστημα υγείας, την αύξηση του ΦΠΑ και άλλων φόρων και το δειλό αρχικά άνοιγμα κλειστών επαγγελμάτων, η χώρα βρισκόταν πολύ μακριά από το να διακρίνει το φως στο τούνελ. Τον Οκτώβριο του 2011 η Ε.Ε. συγκαλούσε έκτακτη Σύνοδος Κορυφής για την αντιμετώπισης της κρίσης χρέους στην Ευρωζώνη, με επίκεντρο την Ελλάδα. Τα ξημερώματα της 27ης Οκτωβρίου ανακοινώθηκε συμφωνία για αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους και ένα δεύτερο πρόγραμμα στήριξης. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα ο Γιώργος Παπανδρέου αποκαλύπτει στους συνεργάστες του τα σχέδια να θέσει τη συμφωνία σε δημοψήφισμα. Η απόφαση πυροδοτεί ισχυρούς κλυδωνισμούς στο εσωτερικό και έντονες αντιδράσεις στην Ευρωζώνη. Τα σχέδια εγκαταλείπονται και οι πολιτικές εξελίξεις είναι ραγδαίες οδηγώντας στον σχηματισμό της κυβέρνησης Παπαδήμου. Ακολουθούν οι εκλογές του Μαΐου του 2012, στις οποίες αλλάζει άρδην το πολιτικό σκηνικό. Στις 16 Μαΐου ορίστηκε υπηρεσιακή κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Παναγιώτη Πικραμμένο και προκηρύχθηκαν νέες εκλογές για τις 17 Ιουνίου. Οι νέες κάλπες οδηγούν σε κυβέρνηση συνασπισμού ΝΔ- ΠΑΣΟΚ με πρωθυπουργό τον Αντώνη Σαμαρά. Ακολουθούν νέα σκληρά μέτρα.
Το καλοκαίρι του διχασμού και το τρίτο μνημόνιο Στις βουλευτικές εκλογές του Ιανουαρίου του 2015, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ο μεγάλος νικητής και σχηματίζει κυβέρνηση με τους Ανεξάρτητους Έλληνες υποσχόμενος να δώσει τέλος στη λιτότητα και τα μνημόνια. Ακολουθεί μία πολύμηνη, δραματική διαπραγμάτευση με τους Ευρωπαίους, που οδηγεί τη χώρα πολύ κοντά στην έξοδο από την Ευρωζώνη και τελικά στο δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου. Προηγήθηκε το τελεσίγραφο της 25ης Ιουνίου, για να προκηρυχθεί το δημοψήφισμα μία ημέρα αργότερα. Οι ημέρες έως την κάλπη χαρακτηρίζονται από έντονη πόλωση, αναβρασμό και ουρές μπροστά στα τραπεζικά ATM, αφού επιβάλλονται capital controls για να αποτραπεί η μαζική εκροή καταθέσεων και η κατάρρευση των τραπεζών. Το αποτέλεσμα ένα ηχηρό «όχι» στη συμφωνία, που δεν εμποδίζει την κυβέρνηση να υπογράψει τρίτο μνημόνιο.
Η συμφωνία- σταθμός του Λουξεμβούργου
Τρία χρόνια αργότερα οδεύουμε προς το οριστικό αντίο στα μνημόνια. Η συμφωνία, που υπεγράφη στο Λουξεμβούργο δεν μας καθιστά από μόνη της «ιστορία επιτυχίας», όπως έσπευσε να ξεκαθαρίσει και ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM) στην τελευταία έκθεσή του. Για να γίνουμε το πέμπτο «success story» της Ευρωζώνης απαιτείται να συνεχίσουμε τις μεταρρυθμίσεις και μετά το πρόγραμμα. Επιμένουν άλλωστε οι προκλήσεις τόσο στην πραγματική οικονομία όσο και στο τραπεζικό σύστημα, ενώ παραμένουμε δεσμευμένοι σε αυστηρή πειθαρχία και υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα έως και το 2060.
Η ιστορία δεν τέλειωσε. Στο χέρι μας, όμως, είναι, να έχει λιγότερο «δράμα».