Στην πολιτική των σταθερών, προσεχετικών βημάτων θα επιμείνει η ΕΚΤ, όπως είπε ο πρόεδρος της, Μάριο Ντράγκι, ανανγωρίζοντας ότι η οικονομία της Ευρωζώνης έχει κατεβάσει ταχύτητα, ενώ ο πληθωρισμός, αν και ανεβαίνει, εξακολουθεί να απέχει από το στόχο. Με τις επισημάνσεις του ο Ιταλός τραπεζίτης έστειλε μήνυμα ότι δεν πρόκειται να βιαστεί να τερματίσει το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, πόσο μάλλον να αυξήσει τα επιτόκια. Από την άλλη δεν επιβεβαίωσε ούτε ορισμένους, που ανέμεναν να επιβραδύνει το βηματισμό του.
«Συνολικά ένας επαρκής βαθμός νομισματικής τόνωσης είναι απαραίτητος για να συνεχίσει να στηρίζει την άνοδο του πληθωρισμού» είπε χαρακτηριστικά, επαναλαμβάνοντας ότι το διοικητικό συμβούλιο αποφάσισε να διατηρήσει τα επιτόκια αμετάβλητα και να συνεχίσει τις αγορές ομολόγων τουλάχιστον εώς το Σεπτέμβριο και για όσο χρειαστεί. «Συνεχίζουμε την πολιτική μας με επιμονή και υπομονή» υπογράμμισε.
Σύμωνα με τον κ. Ντράγκι η επιβράδυνση oφείλεται πιθανότατα σε προσωρινούς παράγοντες, ενώ έρχεται ύστερα από την άκρως δυναμική ανάπτυξη του 2017, με τις συνολικές προοπτικές της οικονομίας να παραμένουν ισχυρές. Παραδέχθηκε ωστόσο ότι υπάρχουν ορατοί εξωτερικοί κίνδυνοι. Σε αυτούς κινδύνους, όπως εξήγησε, περιλαμβάνεται η εντεινόμενη στροφή στον προστατευτισμό. Όπως είπε προς το παρόν οι επιπτώσεις του προστατευτισμού είναι περιορισμένες, αλλά κανείς δεν ξέρει ακόμη πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα και ποιες θα ήταν οι επιπτώσεις από ενδεχόμενα αντίποινα στα αμερικανικά μέτρα.
Ζήτησε επίσης από τις κυβερνήσεις να συνεχίσουν τις μεταρρυθμίσεις και να προωθήσουν πολιτικές, οι οποίες θα στηρίξουν την ανάπτυξη, χωρίς, ωστόσο να θέτουν σε κίνδυνο τη δημοσιονομική σταθεροποίηση. Ο πρόεδρος της ΕΚΤ έχει επανειλημμένα υπογραμμίσει την ανάγκη να αναλάβουν το δικό τους μερίδιο ευθύνης οι κυβερνήσεις, καθώς όπως έχει επισημάνει η νομισματική πολιτική και τα αποτελέσματά της έχουν όρια.
Κληθείς να σχολιάσει την πρόσφατη άνοδο της απόδοσης του αμερικανικού δεκαετούς ομολόγου πάνω από το 3%, σημείωσε ότι είναι αναμενόμενη. Όπως είπε οι συνθήκες στην αμερικανική οικονομία είναι πολύ διαφορετικές, με το ποσοστό της ανεργίας να έχει υποχωρήσει κοντά στο 4%. Αυτές οι ισχυρές συνθήκες δικαιολογούν, όπως είπε, την εξέλιξη.
Όσον αφορά στο ευρώ, ο κ. Ντράγκι σημείωσε πως η κεντρική τράπεζα θα πρέπει να παρακολουθεί τις εξελίξεις στις συναλλαγματικές ισοτιμίες. Ωστόσο είπε πως η πρόσφατη μεταβλητότητα στην αγορά συναλλάγματος δεν συζητήθηκε. Στον απόηχο της επισήμανσης αυτής το ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα άρχισε να ανατιμάται, με την ισοτιμία στο 1,22 δολ. ανά ευρώ.
Σύμφωνα με τον επικεφαλής της ΕΚΤ δεν συζητήθηκαν ούτε τα μελλοντικά βήματα πολιτικής. Ο λόγος όπως είπε είναι ότι το γεγονός ότι οι τρέχουσες εξελίξεις και η ερμηνεία τους είναι πολύ σημαντικές για τον καθορισμό της επόμενων βημάτων. Η ΕΚΤ, σημείωσε, χρειάζεται περισσότερες πληροφορίες για να βεβαιώσει εάν η επιβράδυνση είναι προσωρινή ή θα μπορούσε να επιμείνει.
Ωστόσο ειδικοί και αγορές ερμηνεύουν τις δηλώσεις Ντράγκι ως πρόθεση της ΕΚΤ να επιμείνει στην έως τώρα στρατηγική της. Αυτό σημαίνει ότι πιθανότατα ο τερματισμός του QE δεν θα έρθει πριν από το τέλος του έτους, ενώ τα επιτόκια δεν θα αυξηθούν πριν από τα μέσα του 2019. Στο μέτωπο των επιτοκίων η κεντρική τράπεζα αναμένεται να αυξήσει πρώτα το καταθετικό, που σήμερα είναι στο -0,4% και στη συνέχεια να προχωρήσει στο βασικό επιτόκιο, που είναι σε μηδενικά επιτόκια. Θα είναι η πρώτη αύξηση επιτοκίων από το 2011.
Από την πλευρά του ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ, Βίτορ Κονστάνσιο, σημείωσε πως τα μη συμβατικά μέτρα, τα οποία έλαβε τα τελευταία χρόνια η κεντρική τράπεζα, είναι πλέον μέρος της εργαλειοθήκης της και θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν στο μέλλον σε περίπτωση μίας νέας κρίσης. Ωστόσο σημείωσε πως τα πράγματα έχουν πια αλλάξει.
Tόσο ο κ. Ντράγκι όσο και ο κ. Κονστάνσιο επεσήμαναν την ανάγκη να συνεχιστεί η προσπάθεια στον τραπεζικό τομέα για τη μείωση των κόκκινων δανείων.
naftemporiki.gr