Από την έντυπη έκδοση
Της Δανάης Αλεξάκη
[email protected]
Για μια «συγκρατημένα θετική χρονιά» κάνουν λόγο οι πρώτες εκτιμήσεις της εταιρείας Nielsen αναφορικά με την πορεία των εσόδων φέτος στα σούπερ μάρκετ, προβλέποντας αύξηση τζίρου περί το 2%.
Σύμφωνα με τα πρώτα δείγματα του 2018, ήτοι τις πρώτες εφτά βδομάδες του έτους (περίοδος 1 Ιανουάριου- έως 17 Φεβρουαρίου), καταγράφεται μια ανοδική τροχιά.Ωστόσο, όπως τονίζουν οι αναλυτές, η εξεταζόμενη περίοδος αποτελεί ένα πολύ μικρό δείγμα, καθώς μια πιο ουσιαστική καταγραφή της τάσης εμφανίζεται συνήθως στο δεύτερο εξάμηνο.
Πάντως, τα πρώτα στοιχεία δείχνουν ότι ο Φεβρουάριος γύρισε θετικά την αρνητική πορεία του Ιανουαρίου. Είναι χαρακτηρτιστικό ότι ενώ ο Ιανουάριος είχε πτώση 2% οι επτά πρώτες εβδομάδες του έτους έκλεισαν με άνοδο 2,8%, με τη Lidl στο δείγμα. Χωρίς τον ισχυρό discounter, η αγορά εμφανίζει την ίδια περίοδο μεγαλύτερη άνοδο της τάξεως του 4,8%.
Το σημαντικό, σύμφωνα με την πρόεδρο και διευθύνουσα σύμβουλο της Nielsen Βίκυ Γρηγοριάδου, είναι να διατηρηθεί η τάση που καταγράφηκε το 2017, δηλαδή να επιτευχθεί αύξηση εσόδων, η οποία να αποδίδεται σε μεγάλο βαθμό στην άνοδο του όγκου. Να σημειωθεί ότι τα στοιχεία της Nielsen για το 2017 δείχνουν ότι η αγορά, συμπεριλαμβανομένης της εκτίμησης της εταιρείας για τα μεγέθη της Lidl, έκλεισε με αύξηση εσόδων κατά 1,6% στα 9,1 δισ. ευρώ και 1,5% σε όγκο.
Χωρίς την προσμέτρηση της εκτίμησης της πορείας της Lidl, η εικόνα των σούπερ μάρκετ πέρυσι εμφανίζεται πιο βελτιωμένη, με την άνοδο σε αξία να ανέρχεται στο 2% και σε όγκο 2,3%.
Να σημειωθεί ότι η Nielsen εκτιμά ότι το 2017 η γερμανική αλυσίδα εμφάνισε οριακή απώλεια τζίρου κατά 0,9% σε 1,384 δισ. ευρώ.
Το γεγονός αυτό επί της ουσίας την κατατάσσει στους κερδισμένους παίκτες της χρονιάς, με δεδομένο ότι η επανενεργοποίηση του δικτύου της Μαρινόπουλος από την Ελληνικές Υπεραγορές Σκλαβενίτης δεν της «έφερε» μεγάλες απώλειες. Και αυτό γιατί το 2016 η Lidl είχε καταγράψει αύξηση εσόδων 8%-9%, παίρνοντας τη μερίδα του λέοντος των καταναλωτών της Μαρινόπουλος.
Πάντως, για φέτος ο αναλυτές της Nielsen εκτιμούν ότι η Lidl θα διατηρήσει μια επιβραδυμένη πορεία αντίστοιχη με το 2017.
Αξίζει να επισημανθεί ότι η εκτίμηση των αναλυτών όσον αφορά τον χαμένο τζίρο της Μαρινόπουλος είναι ότι «η αγορά θα αργήσει να μαζέψει τις χαμένες πωλήσεις». Σύμφωνα με τους ίδιους, το μέσο καλάθι στα σούπερ μάρκετ διαμορφώνεται περί τα 20-25 ευρώ, ενώ κατά μέσο όρο ο καταναλωτή πραγματοποιεί 12 επισκέψεις στα σούπερ μάρκετ τον μήνα. Τρεις στους δέκα καταναλωτές ψωνίζουν με λίστα, ωστόσο υπάρχει περιθώριο για τη βιομηχανία και τα σούπερ μάρκετ να «επηρεάσει» τις αγορές σε ένα 64% των καταναλωτών που είτε δεν χρησιμοποιεί λίστα είτε αγοράζει συνήθως πέραν των όσων αυτή αναφέρει.
«Ο κόσμος θέλει να αγοράζει αυτό που επιθυμεί και τις μάρκες που θέλει, ωστόσο 7 στους 10 καταναλωτές έχουν στραφεί σε οικονομικότερες λύσεις» σημειώνει η κ. Γρηγοριάδου, υπογραμμίζοντας τη συμβολή των έντονων προωθητικών ενεργειών στη νέα αγοραστική συμπεριφορά.
Σήμερα ένα στα δύο προϊόντα είναι σε προσφορά, και συγκεκριμένα το 52% των επωνύμων και το 44,1% των κωδικών ιδιωτικής ετικέτας. Σύμφωνα με τα στοιχεία της εταιρείας, ορισμένες κατηγορίες προϊόντων κατακλύζονται από προσφορές, όπως τα απορρυπαντικά, το 68,8% του όγκου των οποίων τέθηκε σε προσφορά το 2017, το 58,2% των χαρτικών, το 53% των αλκοολούχων.
Όπως όμως υπογράμμισε ο κ. Αλέξανδρος Φλώρος, διευθυντής Υπηρεσιών Λιανεμπορίου της Nielsen, «το 60% των προωθητικών ενεργειών αποδεικνύεται ζημιογόνο, ενώ μόνο το 16% αναδεικνύεται αμοιβαία προσοδοφόρο».
Σύμφωνα με τον ίδιο, «κλειδί» για τον κλάδο αποτελεί η εξισορρόπηση των προσφορών μέσω επανασχεδιασμού των μηχανισμών και της διάρκειάς τους, στην κατεύθυνση της «ενταγμένης προώθησης στα προγράμματα επιβράβευσης» προκειμένου να εξασφαλιστεί και η πιστότητα των καταναλωτών τόσο στην αλυσίδα όσο και στο brand. Να σημειωθεί ότι έρευνα της εταιρείας δείχνει ότι μονάχα ένα 4% των καταναλωτών δηλώνει ότι «η προσφορά σπανίως αλλάζει την επώνυμη επιλογή του προϊόντος που επιθυμεί».