Από την έντυπη έκδοση
Της Λέττας Καλαμαρά
[email protected]
Το «κανάλι» του διαδικτύου επέλεξε το 12% των ελληνικών επιχειρήσεων (από 10 άτομα και περισσότερα) για πωλήσεις σε άλλες επιχειρήσεις (Β2Β) αλλά και τελικούς καταναλωτές (Β2C), σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat για το 2016. Ο ευρωπαϊκός μέσος όρος ανέρχεται στο 16%.
Ωστόσο στη χώρα μας μόλις το 65% των επιχειρήσεων διαθέτει website (δεν εξετάζεται πόσο καλά ενημερωμένο ήταν). Το γεγονός αυτό κατατάσσει την Ελλάδα σε χαμηλή θέση στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης δείχνει όμως πως υπάρχει δρόμος για καλύτερα αποτελέσματα και πωλήσεις για τις επιχειρήσεις που θα πιστέψουν και θα επενδύσουν στην παρουσία τους στο διαδίκτυο.
Παρ’ όλα αυτά, αξιοσημείωτο είναι το γεγονός πως από το σύνολο των ελληνικών επιχειρήσεων που πραγματοποίησαν πωλήσεις μέσω του web ένα σημαντικό ποσοστό έγινε εκτός Ελλάδας, με χώρες εντός αλλά και εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Γεγονός που δείχνει πως οι ελληνικές επιχειρήσεις έχουν καλά αντανακλαστικά στην αναζήτηση νέων αγορών όταν αξιοποιούν το διαδίκτυο ως επιχειρηματικό εργαλείο, παρά τα capital controls, την έλλειψη κεφαλαίων, την έλλειψη προσωπικού με τις κατάλληλες δεξιότητες, καθώς και την ύπαρξη πολλών άλλων εμποδίων, που δυσκολεύουν το ηλεκτρονικό και διασυνοριακό ηλεκτρονικό εμπόριο.
Πωλήσεις μέσω web εντός και εκτός Ε.Ε.
Σύμφωνα με τη Eurostat, οι πιο δραστήριες χώρες στις πωλήσεις μέσω web ήταν οι Ιρλανδία, Σουηδία και Δανία, με ποσοστά 26%, 25% και 24% αντίστοιχα.
Ακολουθούν οι Ολλανδία (22%) και Βέλγιο (21%), ενώ στον αντίποδα βρέθηκαν οι Ρουμανία (7%), Βουλγαρία και Πολωνία (9%), Ιταλία και Λετονία (10%). Το ποσοστό της Ελλάδας κυμαίνεται γύρω στο 12%.
Από το σύνολο των εταιρειών που πραγματοποίησαν πωλήσεις μέσω του διαδικτύου σχεδόν όλες (97%) πούλησαν στη χώρα τους, σχεδόν οι μισές (44%) πούλησαν σε άλλες χώρες εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το 28% πραγματοποίησε πωλήσεις εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, πρωταθλήτρια χώρα σε διαδικτυακές πωλήσεις σε άλλες χώρες της Ε.Ε. αναδείχθηκε η Κύπρος (71%). Ακολούθησαν οι Αυστρία (69%), Λουξεμβούργο (61%), Λιθουανία (57%), Ιταλία, Ελλάδα και Μάλτα (από 55% η κάθε μία).
Υψηλές πωλήσεις σε χώρες εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης πραγματοποίησαν: η Κύπρος, με τις μισές και πλέον επιχειρήσεις (62%) να επιχειρούν σε όλο τον κόσμο διαδικτυακά, η Μάλτα (44%), η Ιρλανδία (41%), η Πορτογαλία (40%), η Ελλάδα και η Αυστρία (από 39% η κάθε μία).
Οι χώρες με τις περισσότερες επιχειρήσεις με website το 2016 ήταν η Φινλανδία (96%), η Σουηδία (91%) και η Δανία (95%). Ακολούθησαν το Βέλγιο, η Γερμανία, η Τσεχία, η Αυστρία, η Ολλανδία, το Λουξεμβούργο, η Σλοβενία, η Μεγάλη Βρετανία, η Ισλανδία και η Νορβηγία. Έπονται η Ισπανία, η Κροατία, η Κύπρος, η Ιταλία, η Λιθουανία και η Σλοβακία.
Σημαντικά εμπόδια για τις επιχειρήσεις
Παρά το γεγονός ότι αυξάνεται η διαδικτυακή δραστηριότητα των επιχειρήσεων, εάν σκεφτεί κανείς ότι το ποσοστό αυτό το 2010 ήταν στο 12% (2 στις 5 επιχειρήσεις), εντούτοις επισημαίνεται πως υπάρχουν ακόμη μεγάλες δυσκολίες, που εμποδίζουν το ηλεκτρονικό εμπόριο μεταξύ εταιρειών και καταναλωτών. Σε αυτές περιλαμβάνονται το υψηλό κόστος παράδοσης ή επιστροφής προϊόντων, τεχνικά εμπόδια όπως η έλλειψη γνώσης ξένων γλωσσών ή η προσαρμογή της επισήμανσης των προϊόντων, καθώς επίσης και δικαστικοί λόγοι που σχετίζονται, για παράδειγμα, με την επίλυση καταγγελιών και διαφορών.